Του Νίκου Τσούλια

Ένα θαυμάσιο κείμενο επιστημολογικού περιεχομένου αναδημοσιευμένο στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» από την ιταλική εφημερίδα «LA STAMPA» θέτει με ιδιαίτερα καίριο και προκλητικό τρόπο το θέμα της γνώσης και του χαρακτήρα της σε μια αντίληψη του προέδρου του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης Τσαρλς Βεστ που δίνει «έμφαση όχι στις κατακτήσεις της έρευνας αλλά στην πολύτιμη ανεξερεύνητη γνώση». Θα μπορούσαμε βέβαια να ισχυριστούμε ότι η εν λόγω θεώρηση αποτελεί παραλλαγή ή και ισχυροποίηση της γνωστής άποψης των ερευνητών ότι μεγάλη σημασία στην παραγωγή της γνώσης έχουν τα ανοιχτά ζητήματα και τα καινούργια ερωτήματα που προκαλούν οι όποιες απαντήσεις παρά αυτές καθ’ εαυτές οι απαντήσεις…

Αλλά δεν πρόκειται μόνο περί αυτού. Υπάρχουν αρκετά στοιχεία της σύγχρονης περιόδου της ιστορίας που μας παρακινούν σε μια κριτική προσέγγιση του ποιού και της μεθοδολογίας της ανάδυσης της γνώσης. Η περίοδος της νεωτερικότητας ως προς αυτά τα ζητήματα έχει χαρακτηριστεί από την αντικειμενική επέκταση (ή και τον θρίαμβο) του εξορθολογισμού, από τον επιστημονικό ντετερμινισμό και από την τεχνολογική επικυριαρχία της γνώσης. Η ορθολογικοποίηση υπήρξε μια ιστορική αναγκαιότητα ως απάντηση στον ανορθολογισμό που τόσο πολύ αναπτύχθηκε κατά το Μεσαίωνα, αλλά δεν έχει επιτύχει μέχρι τώρα την καθολική νομιμοποίησή της απέναντι στα πολυσύνθετα προβλήματα του πολιτισμού της νεωτερικότητας.

Ο επιστημονικός ντετερμινισμός, επηρεασμένος σημαντικά από τη λογική των θετικών κυρίως επιστημών, αναζητεί διαρκώς τον κόσμο των νόμων που «κρύβεται» πίσω από κάθε εκδήλωση της ύλης και κινείται στον άξονα της αιτιακής σχέσης και της προβλέψιμης λειτουργίας στην απέραντη αλυσίδα των γεγονότων. Μια σύλληψη του Ε.Ν. Λόρεντζ αμφισβητεί τη μονοσήμαντη μεθοδολογία μέσα από τη «Θεωρία του Χάους» – αξιοποιώντας την παλιότερη αρχή της απροσδιοριστίας στα πεδία της κβαντοφυσικής – και φιλοδοξεί στο να δίνει μεγαλύτερο φάσμα γνώσης στις επιστημολογικές προκλήσεις. Ο μεθοδολογικός ανταγωνισμός μεταξύ ντετερμινιστικών και χαοτικών θεωρήσεων παρατηρείται στον τρόπο σκέψης, στη δόμηση της ιστορίας μας ακόμα και στη συγκρότηση των κοσμοειδώλων μας!

Κάθε πλευρά έχει τα επιχειρήματά της. Η επιστημονική αιτιοκρατία οχυρώνεται κυρίως πίσω από τα επιτεύγματά της που οδήγησαν σε μια εντυπωσιακή πρόοδο της ανθρώπινης κοινότητας, επιμένει στο ότι πρέπει να πατάμε σε στέρεο έδαφος κάθε φορά και εκτιμά πως η διατύπωση νόμων συγκεκριμένων μαθηματικών σχέσεων οδηγεί στην ανάπτυξη της τεχνολογίας και στη διείσδυση στα μυστικά της ύλης. Οι χαοτικές αντιλήψεις «ισχυρίζονται» ότι ο ντετερμινισμός αφήνει μεγάλα τμήματα γνώσης έξω από τις κατακτήσεις του και μάλιστα δε λαμβάνει με συστηματικό τρόπο υπόψη του τις άγνωστες πτυχές της γνώσης. Θεωρούν πως η έννοια της προόδου δεν μπορεί να οριοθετείται μόνο στη λογική της τεχνολογικής εξέλιξης και στη δημιουργία ενός θώρακος μηχανόσφαιρας πάνω από τη φύση. Και φυσικά το μεγάλο τους πλεονέκτημα συνδέεται με την κοινή πεποίθηση πως στις περιπτώσεις των πολυπαραγοντικών συστημάτων (των αναφερόμενων στην κοινωνά, στην ιστορία, στην ανθρωπολογία, στη βιολογία κλπ) δεν μπορεί να υπάρξει επιστημονική θεώρηση με κάποια απόλυτη ντετερμινιστική διάθεση.

Αν, τελικά, «τα πάντα δουλεύουν στα σύνορα του αγνώστου: αρχές, ιδέες, υλικά, οργανισμοί» (Τσαρλς Βεστ), θα πρέπει να βρούμε μια σχέση ισορροπίας ανάμεσα στη γνώση και στη μη γνώση. Μια σχέση που δεν θα τροφοδοτείται μόνο από την έννοια του γνωστού και του κατανοητού στο ανθρώπινο μυαλό. Γιατί, αφενός μεν ότι ονομάζουμε άγνωστο σήμερα μάλλον θα είναι γνωστό αύριο και αφετέρου δε ό,τι ονομάζουμε γνωστό σήμερα μπορεί να θεωρηθεί λανθασμένο υπό το φως μιας νέας γνώσης και επομένως η χρήση της γνώσης του είναι επισφαλής. Παράλληλα η τελική αποδοχή της γνώσης μπορεί να εξαρτάται από τις ανάγκες της επιστημονικής ακρίβειας ή από τις πρακτικές δυνατότητές της. Ας δούμε όλες αυτές τις παρατηρήσεις μέσα από ένα παράδειγμα της φυσικής.

Η κλασική φυσική (Νευτώνεια), που αποτελεί και τον κορμό του εκπαιδευτικού συστήματος στο συγκεκριμένο επιστημονικό χώρο, θεωρεί πως η μάζα ενός σώματος δεν εξαρτάται από την ταχύτητά του. Και αυτό είναι μια σωστή άποψη για τις τάξεις μεγέθους σωμάτων και ταχύτητας που συναντάμε στα γήινα συστήματα. Η σύγχρονη φυσική, όμως, που απηχεί και τις θέσεις της Θεωρίας της Σχετικότητας, ισχυρίζεται ότι η μάζα ενός σώματος συναρτάται από την ταχύτητά του. Μόνο που για να είναι αντιληπτή (ή ενδιαφέρουσα) αυτή η συνάρτηση πρέπει να έχουμε πολύ μεγάλες ταχύτητες και κάτι τέτοιο αφορά τον μικρόκοσμο και τον μακρόκοσμο και όχι την κλίμακα της ύλης που άπτεται ενός γήινου παρατηρητή. Έτσι, η έννοια της γνώσης υπόκειται στους σχετικισμούς του «θεωρητικού» ή του «πρακτικού», στη συνεχή αναθεωρητική δοκιμασία της έρευνας και κυρίως στην ευρύτερη θεώρηση των πολιτισμικών μας κοσμοειδώλων.

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.