Του Νίκου Τσούλια

      Η διδασκαλία αφενός και η αξιολόγηση των μαθητών / μαθητριών αφετέρου είναι δύο βασικές όψεις της σχολικής λειτουργίας. Η μια τροφοδοτεί και εξαρτάται από την άλλη. Καθεμιά δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς την άλλη. Πρόκειται για τις δύο όψεις του ίδιου «νομίσματος», εκείνου της εκπαιδευτικής λειτουργίας και της κοινωνικής αποστολής της μόρφωσης.

      Είναι όμως πράγματι έτσι τα πράγματα ή μήπως ξεχνάμε και κάτι άλλο; Το ερώτημα ίσως να μην ετίθετο αν στη διδασκαλία εμπεριέχεται και η βασική μορφωτική αποστολή του σχολείου και της παιδείας γενικότερα. Όμως η εικόνα του σχολείου δεν είναι πλήρης, δεν είναι αρτιωμένη. Απουσιάζει από το σχολείο μας σε σημαντικό βαθμό η παιδαγωγική και η μορφωτική διάσταση, με αποτέλεσμα να μην καλλιεργείται η έννοια της παιδείας και να μην προάγεται η πνευματική ανεξαρτησία και ελευθερία.

      Το έχουμε τονίσει επανειλημμένα. Το ελληνικό σχολείο των παλιών δεκαετιών ήταν σχολείο έντονα παιδαγωγικοκεντρικό, το σύγχρονο σχολείο μας έχει παιδαγωγικό έλλειμμα πηγαίνοντας «από τη μια άκρη στην άλλη». Σχεδόν μοναδικό του μέλημα είναι η μεταβίβαση γνώσεων. Οι γνώσεις θεωρούνται αυτοσκοπός. Έτσι αν κάποιος αναζητήσει το ποιοι είναι οι βασικοί εθνικοί και κοινωνικό στόχοι της εκπαίδευσής μας, θα τους βρει μόνο στα χαρτιά, στους σχετικούς νόμους!

      Για να επανέλθουμε στο θέμα μας – και αφού τονίστηκε το ελλειμματικό περιεχόμενο της διδασκαλίας – το περαιτέρω κρίσιμο ερώτημα είναι το εξής. Πού πρέπει να θέτει το κύριο βάρος το σχολείο, στη διδασκαλία ή στην αξιολόγηση και στις εξετάσεις; Το ερώτημα θα έπρεπε να είναι ρητορικό, αφού είναι πασίδηλο ότι το κύριο έργο του σχολείου είναι η διδασκαλία. Αλλά στην θεσμική μας εκπαίδευση έχουμε συνηθίσει να της προσδίδουμε ένα μονομερές χρησιμοθηρικό περιεχόμενο που αποσκοπεί στην επαγγελματική και μόνο εξέλιξη των νέων και έτσι έχουμε «θεοποιήσει» τις Πανελλαδικές εξετάσεις της Γ΄Λυκείου. Ουσιαστικά με το νέο σύστημα πρόσβασης – το οποίο εντάσσει όλες τις τάξεις του λυκείου στο εν λόγω σύστημα – ολοκληρώνεται και κρίνεται η διδασκαλία στο πεδίο αυτό. Πρόκειται για δοκιμασμένη βέβαια συνταγή, η οποία δοκιμάστηκε κατά τη δεκαετία του 1980 και απορρίφτηκε πολύ γρήγορα.

      Το νέο σύστημα της καθολικής ενσωμάτωσης και των τριών τάξεων του λυκείου στο σύστημα πρόσβασης μετασχηματίζει μια ήδη ελλειμματική λειτουργία του σχολείου σε ακόμα πιο αρνητική εξέλιξη. Και να γιατί. α) Το όλο ενδιαφέρον των μαθητών / μαθητριών, των εκπαιδευτικών και των γονέων στρέφεται σχεδόν αποκλειστικά – και πάντως ανισότιμα σε σχέση με τη διδασκαλία – στις εξετάσεις. Αντί οι εξετάσεις να είναι η απόρροια της σχολικής λειτουργίας και η διδασκαλία να είναι το κύριο πεδίο αναφοράς μας, αντιστρέφουμε τις μεταξύ των σχέσεις. β) Η μάθηση των μαθητών / μαθητριών προσανατολίζεται ακόμα περισσότερο προς την απομνημόνευση εγκαταλείποντας κάθε έννοια κριτικής σκέψης. Όλοι γνωρίζουμε ότι οι υποψήφιοι της Γ΄ Λυκείου προσπαθούν να μάθουν απέξω τα σχολικά βιβλία, γιατί οι πανελλαδικές εξετάσεις απαιτούν μια λογική του τύπου «copy – paste» των διαφόρων κομματιών της εξεταστέας ύλης, όπως είναι προσδιορισμένη από τα σχολικά εγχειρίδια. Αυτή η αντιμαθησιακή και αντιπαιδαγωγική και αντιεπιστημονική και αντιπνευματική σύλληψη της «κατάκτησης» της γνώσης γενικεύεται.

      Έτσι ένας εκπαιδευτικός ενώ μέχρι σήμερα είχε τη δυνατότητα να θέτει και ερωτήματα στις ενδοσχολικές εξετάσεις προαγωγής της κριτικής σκέψης των μαθητών και να λαμβάνει υπόψη του τη ζωντανή λειτουργία της διδασκαλίας και επομένως τις δικές του προεκτάσεις και των μαθητών τη δυναμική, τώρα εγκαταλείπει όλο αυτό τον πλούτο της σχολικής αίθουσας και διαμορφώνει το όλο σκηνικό με βάση τις σελίδες του βιβλίου! Οι βασικοί συντελεστές της μάθησης (μαθητές και εκπαιδευτικοί) προσδιορίζονται ως αντηχείο των σχολικών βιβλίων! Μήπως οι ηγεσίες του Υπουργείου Παιδείας δεν θέλουν ρητά και κατηγορηματικά να μορφώνονται οι μαθητές / μαθήτριες;

      Καθίσταται λοιπόν ακόμα πιο ετεροβαρής η σχέση μεταξύ διδασκαλίας και εξετάσεων, με τη διδασκαλία να παραμένει ο φτωχός συγγενής αντί να είναι το κινούν αίτιο της μάθησης. Εδώ προφανώς καταγράφεται με τον πιο σαφή τρόπο και η γύμνια της εκπαιδευτικής πολιτικής του Υπουργείου Παιδείας. Γιατί εμφανίζεται να αγνοεί ποιο είναι το ζωτικό μέρος της σχολικής λειτουργίας. Γιατί δεν έχει καμιά έμπρακτη ανησυχία για την ανανέωση του τρόπου διδασκαλίας και εξαντλεί τη «στοργή του» στην αξιολόγηση και στις εξετάσεις.

      Αν σε κάποια ιστορική συγκυρία (αν κάποτε…) η εκπαίδευσή μας καταφέρει να βρει στο δρόμο της μια εμπνευσμένη πολιτική ηγεσία στο Υπουργείο Παιδείας που να έχει άποψη για τη μόρφωση και για τη μορφωτική καλλιέργεια των νέων μας, θα το καταλάβουμε από την εξής απλή ορατή συμπεριφορά. Θα είναι μια ηγεσία που θα ασχοληθεί μόνο με την αποστολή και με το περιεχόμενο του σχολείου αδιαφορώντας «παγερά» για το εξεταστικό σύστημα. Μέχρι τώρα σχεδόν όλα τα χρόνια της Μεταπολίτευσης χορτάσαμε αλλαγές και «μεταρρυθμίσεις» στις εξετάσεις και στο σύστημα πρόσβασης. Αν βρεθεί ποτέ κάποιο άλλο εθνικό ανάλογο σε άλλη χώρα της Ευρώπης, πολύ θα ήθελα να το μάθω…

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.