Του Νίκου Τσούλια

      Τα χαρακτηριστικά στοιχεία που εκδηλώνονται στις δύσκολες στιγμές των ανθρώπων, στις όποιες κρίσεις της ιστορίας των λαών εκφράζουν με τον πιο ανάγλυφο τρόπο τα ουσιαστικά στοιχεία του πολιτισμού τους. Τότε θα φανεί η εξευγενισμένη συμπεριφορά τους ή η εκτεταμένη βαρβαρότητά τους, ο ορθολογισμός τους και η πίστη τους στον αγώνα για τη ζωή ή ποικίλες χυδαιότητες και οι αναφορές στους λαϊκισμούς και στους μεσσιανισμούς των δήθεν εύκολων λύσεων. Τότε θα ξεπηδήσουν τα βαθύτερα μηνύματα του πνεύματός των και η έκταση και η ένταση ή όχι του ουμανισμού τους. Όταν όλα πάνε καλά ή όταν νομίζουμε ότι όλα πάνε καλά, τότε περισσεύει μια κάποια ανεκτικότητα και πολλή αδιαφορία, τότε προσπερνάμε ό,τι μάς είναι «αγκάθι» και δείχνουμε μια κάποια …ανωτερότητα.

      Αλλά τι γίνεται όταν τα υλικά αγαθά μας και το μέλλον μας καταπώς το έχουμε σχεδιάσει αρχίζουν να απειλούνται, όταν οι επιλογές μας φέρνουν τους βαρβάρους «εντός των τειχών μας» και διαφεντεύουν τις τύχες μας; Τότε εξαφανίζεται ο φτιασιδωμένος τρόπος της ευγένειας και της δήθεν πνευματικής υπεροχής, τότε αναδύεται η μαυρίλα της ψυχής μας, και όχι μόνο δεν την αντιλαμβανόμαστε αλλά ταυτόχρονα τη θεωρούμε και ως στοιχείο που θα καθορίσει τη ζωή μας!

      Ναι, η βία, ο λαϊκισμός και ο ρατσισμός που εκφράζει η σημερινή εποχή μας καταδεικνύουν με τον πιο εμφαντικό τρόπο την ένδεια του πολιτισμού μας και τη ρηχότητα της ψυχής μας και, το πιο σημαντικό, δηλώνουν με τον πιο τρανταχτό τρόπο την αδυναμία μας τόσο για να κατανοήσουμε το τι συνέβη όσο, και το κυριότερο, το τι πρέπει να κάνουμε. Ξαφνικά όλοι είμαστε θιγμένοι! Όλοι ξέρουμε τους ενόχους και πάντως δεν είμαστε εμείς, εμείς οι εκφραστές της ηθικολογίας, της βίας, του ρατσισμού και του λαϊκισμού.

      Κανένας μας δεν ψήφιζε και δεν προέκρινε τις πολιτικές και τις κυβερνητικές επιλογές του άκρατου δανεισμού της χώρας και της πλασματικής μας ευημερίας, κανένας μας δεν ήξερε για το πάρτι του πλιάτσικου του δημόσιου χρήματος από τους πολιτικούς – και όχι μόνο – και για τον εκτεταμένο χρηματισμό σχεδόν σε κάθε πτυχή της δημόσιας ζωής μας. Αφού περνούσαμε καλά, γιατί να ψάχνουμε τα πράγματα και να κάνουμε αναλύσεις και προπάντων να ασχολούμαστε με νομιμότητες και με ηθικολογίες;

      Όταν όμως τραβήχτηκε η «κουρτίνα» από του καταναλωτισμού την αδηφαγία, τότε είδαμε την αληθινή εικόνα, τότε καταλάβαμε την πραγματικότητα. Και όμως αντί να εμβαθύνουμε αυτοκριτικά και ορθολογικά για να δούμε την περαιτέρω πορεία μας, επιδοθήκαμε στο να βρούμε τους ενόχους μέσα από μια χυδαία ηθικολογία που ισχυριζόταν και ισχυρίζεται ότι «εμείς είμαστε άμεμπτοι και θα σαρώσουμε τη σαπίλα», ότι «φταίνε όλοι οι πολιτικοί», ότι «οι μετανάστες τρώνε το ψωμί μας», ότι «Έλληνες είμαστε όσοι έχουμε … ελληνικό αίμα και όλοι οι άλλοι πρέπει να παίρνουν δρόμο» κλπ Και το πιο φρικιαστικό ήταν ότι έπρεπε και πρέπει όλοι αυτοί να γευθούν τη οργή μας και τη βία μας.

      Όλη αυτή η ρηχότητα της σκέψης, ο πρωτογονισμός και η βαρβαρότητα παγίδευσαν και τα όποια απομεινάρια κριτικής σκέψης μπορούσαμε να έχουμε για να εμβαθύνουμε στην ουσία των πραγμάτων και για να αναζητήσουμε άλλες πιο ορθολογικές επιλογές. Και έτσι βλέπουμε το λαϊκισμό να ξεφυτρώνει σε μια συγκυρία τόσο δύσκολη που μόνο οι ανόητοι θα πίστευαν ότι υπάρχουν μαγικές λύσεις, λύσεις που δήθεν θα ακύρωναν εν μια νυκτί τα Μνημόνια και θα ξαναβρισκόμαστε με μια απλή ψήφιση νόμων στις πρότερες ημέρες, στις προ κρίσης εποχές!

      Όλα αυτά τα φαινόμενα είναι αποδεικτικά στοιχεία της αδυναμίας μας να σκεφτούμε ορθολογικά. Και όσο δεν μπορούμε να δούμε αυτή την αδυναμία μας, τόσο θα απομακρύνεται η δυνατότητα να μετασχηματίσουμε τα μειονεκτήματα της πολιτικής μας ζωής και του όλου πολιτισμικού μας στερεώματος.

      Τελικά, μήπως είναι θέμα παιδείας; Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ισχύει κάτι τέτοιο. Γιατί η καλλιέργεια του ορθολογισμού ή θα ξεκινήσει από το σχολείο ή δεν θα συμβεί ποτέ. Μήπως είναι και θέμα πολιτισμού; Και αυτό ισχύει, κατά τη γνώμη μου. Γιατί ποιο αξιακό πεδίο ηθικών προταγμάτων έχουμε αναδείξει στη Μεταπολιτευτική περίοδο αν εξαιρέσουμε την πρώτη φάση της, στην οποία γινόταν μια ανόρθωση αξιών από τη βαρβαρότητα της Χούντας;

      Πότε κυριάρχησε μια κουλτούρα αλληλεγγύης προς τα κοινωνικά στρώματα που είχαν μεγαλύτερες ανάγκες; Πότε θέλαμε την εκπαίδευσή μας να διαμορφώνει «ενάρετους» και «χρηστούς» πολίτες (γιατί δεν χρησιμοποιούμε καθόλου αυτές τις λέξεις;), εκτός από τα να εισάγει τα παιδιά μας στις «καλύτερες σχολές» για να βγάζουν τα περισσότερα δυνατά χρήματα; Πότε αγωνιστήκαμε για το «κοινό καλό» και για το «δημόσιο συμφέρον» (και αυτές γιατί δεν τις ξέρουμε καν σαν έννοιες;) και δεν ξυπνάγαμε και δεν κοιμόμαστε με το μυαλό μας στο δικό μας και με κάθε τρόπο πλουτισμό;

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθροSugar Mitra-Ο άνθρωπος και το όραμα της εκπαίδευσης
Επόμενο άρθροΗ ευτυχία ορίζεται απ’ το μέγεθος της… επιθυμίας!
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.