Του Νίκου Τσούλια

Ο φύλακας των βιβλίων

… οι μυστικοί αιώνιοι νόμοι, η αρμονία του κόσμου –
όλα αυτά ή η ανάμνησή τους, βρίσκονται εδώ
μες στα βιβλία που φυλάω σ’ αυτόν τον πύργο.

Χόρχε Λουίς Μπόρχε

      Όταν συναντιούνται δύο κορυφαίες εκδηλώσεις του πνεύματος του ανθρώπου, τι μπορεί να αναδυθεί; Όταν η τέχνη εντρυφεί στη χώρα του διαβάσματος, τι εικόνες δημιουργούνται; Όταν ο καλλιτέχνης επιχειρεί να φιλοτεχνήσει τον αναγνώστη, πού ακριβώς ταξιδεύει, στου διαβάσματος την αύρα ή στις τέχνης τα ψυχανεμίσματα;

      Ίσως η πνευματικότητα του ανθρώπου να είναι μία και αδιαίρετη. Ίσως ό,τι εμείς βλέπουμε ως διαφορετικές εικόνες του πνεύματός μας, να προκύπτει από την αδυναμία μας να δούμε την ενότητά του και την ουσία του. Ίσως αυτή η διασπασμένη ενότητα του πνεύματός μας να είναι ο χαμένος μας παράδεισος.

      Αλλά όταν ο καλλιτέχνης τεχνοτροπεί επί της εικόνας του αναγνώστη, τι ακριβώς συλλαμβάνει και δημιουργεί; Και αυτή η ερώτηση έχει νόημα για τον εξής απλό λόγο. Το σώμα του αναγνώστη είναι πνευματικοποιημένο και εξαϋλωμένο, αφού κυριαρχείται από την ψυχική εκείνη έκσταση που εισάγει κάθε διάβασμα αυθόρμητα και πληθωρικά στον αποδέκτη του. Άραγε μπορεί η τέχνη να συνταξιδέψει μαζί με του αναγνώστη τη φαντασία και να περιπλανηθεί στις ίδιες χώρες των ονείρων;

      Υπάρχει αβεβαιότητα στη σχέση καλλιτέχνη και αναγνώστη; Ίσως ο καλλιτέχνης δεν συλλαμβάνει το φυσικό αντικείμενο που τίθεται σαν είδωλο του αναγνώστη. Γιατί υπάρχει ένα βασικό ερώτημα και ίσως μια δεσμευτική απάντηση. «Πώς ορίζεται η στάση της ανάγνωσης; Πολύ απλά μπορεί να περιγραφεί ως ένα κλειστό κύκλωμα». (Γ. Γιατρομανωλάκης, Θέσεις για την ανάγνωση). Σε μια τέτοια εκδοχή ο αναγνώστης δεν μπορεί να αποδοθεί μέσα από το φυσικό κόσμο και ο καλλιτέχνης είναι αναγκασμένος να αναζητήσει αλλού τη σύλληψή του.

      Αλλά το διάβασμα μετασχηματίζει τον άνθρωπο και ο ίδιος ο αναγνώστης νιώθει τη μεταμόρφωσή του χωρίς να μπορεί να κατανοήσει από πού ακριβώς προέρχεται. Και εδώ έχουμε τις δύο άκρες του νήματος, του υποκειμενικού και του αντικειμενικού κόσμου, της θέλησής μας και του «γεγονότος» που συμβαίνει έξω απ’ εμάς. Ο αναγνώστης έχει την προσωπική του επικράτεια, βλέπει έναν απόλυτα δικό του ορίζοντα. «Θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για το πάθος της ανάγνωσης, για την ακόρεστη επιθυμία της κατάκτησης του κόσμου ή της εξιδανίκευσης του εγώ μέσα στα κείμενα». (Δ. Δημηρούλης, Η τέχνη της ανάγνωσης). Αλλά ο αναγνώστης δεν είναι μόνος του, έχει τις συντεταγμένες του υπαρκτού, του αντικείμενου κόσμου. «Η ανάγνωση μας κάνει θλιμμένους, γιατί δείχνει τα όριά μας, γίνεται ένας καθρέφτης που σχεδόν μνησίκακα φωτίζει έναν τόπο όπου δεν είμαστε, αλλά θα θέλαμε να πάμε». (Β. Καραλής, Λοιπόν, τι συμβαίνει όταν διαβάζουμε;).

      Ο αναγνώστης μεταπλάθεται διαρκώς. Το σώμα του μπορεί να είναι ακίνητο και αντικειμενικά υπαρκτό, παρατηρήσιμο και περιγράψιμο. Αλλά ο ίδιος, δηλαδή το πνεύμα του και το όλο σύμπαν του δεν φαίνεται σε κανέναν ορίζοντα. Μπορεί να είναι χαμένος και να μην ξέρει και ο ίδιος πού ακριβώς βρίσκεται. Και δεν είναι απλά και μόνο διχοτομημένος, μεταξύ αντικειμενικότητας και υποκειμενικότητας αλλά πολλαπλά τεμνόμενος και χωροχρονικά διασκορπισμένος. «Όταν διαβάζουμε συγκεφαλαιώνουμε αγωνίες… Διαβάζουμε εν καιρώ, κατά πρόσωπον και κατά χρείαν και μέσα από αυτά τα τρία κατανοούμε το σκοπό της γραφής και την πρόθεση του συγγραφέα. Ο τόπος ομιλεί και ο τρόπος εικονογραφεί. Όταν λέμε ότι ερμηνεύουμε, ουσιαστικά ερμηνευόμαστε, γιατί πίσω από την ανάγνωση κρύβεται η μεγάλη αναγκαιότητα της νοημάτωσης. Πρέπει να δώσω νόημα στο χάος του κόσμου προτού χαθώ στο χάος των εμπειριών μου» (Κ. Φράιαρ).

      Η σύλληψη της εικόνας του διαβάσματος είναι δύσκολη. Δεν ξέρω αν έχει και κάποιο νόημα, γιατί το διάβασμα αυτό καθ’ εαυτό αναζητάει μια «γωνιά», ένα ακρωτήρι Κανάβεραλ από όπου θα τον πάρει η σκέψη του για να τον ταξιδέψει εκεί που καμιά τεχνική και καμιά τεχνολογία δεν μπορεί να πάει. Γιατί το διάβασμα ανοίγει την «πόρτα» για να δούμε καλύτερα τη ψυχή μας, για να γνωρίσουμε καλύτερα τον εαυτό μας. «Περισσότερο ως είσοδος (παρά ως έξοδος) σε ένα είδος πνευματικής ραθυμίας, η ανάγνωση ως φυγή (ή, είσοδος) προς την πραγματικότητα, παραμένει κατ’ ουσίαν πράξη μοναξιάς». Η. Παπαδημητρακόπουλος

«Το διάβασμα είναι πάντα η ίδια υπόθεση: υπάρχει κάτι που είναι εκεί, ένα πράγμα φτιαγμένο από γραφή, ένα στερεό, υλικό αντικείμενο που κανείς δεν μπορεί να αλλάξει, και μέσα απ’ αυτό το πράγμα έρχεσαι ν’ αναμετρηθείς με κάτι άλλο, που δεν είναι μπροστά σου, κάτι διαφορετικό, που ανήκει στο μη υλικό, στον αδιόρατο κόσμο, έναν κόσμο που υπάρχει μονάχα στο μυαλό μας, στη φαντασία μας, ή έναν κόσμο που ίσως κάποτε υπήρξε και τώρα πια δεν υπάρχει γιατί χάθηκε, γιατί είναι απλησίαστος, εκεί στη χώρα των νεκρών…»

Ίταλο Καλβίνο, Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης

Όλες οι παραπομπές έχουν ληφθεί από ένα όμορφο αφιέρωμα του περιοδικού «ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ» (2005), Η τέχνη της ανάγνωσης, τ. 139-140

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθροΓια τον δάσκαλο
Επόμενο άρθροΔεν υπάρχει θέμα επαναφοράς της «βεβαίωσης παροχής υπηρεσιών» στα ΑΕΙ
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.