Ως χαρακτήρας η Μήδεια ισορροπεί επικίνδυνα μεταξύ του οικείου και του ανοίκειου, του τυπικού και του εξαιρετικού, του συμπαθούς και του αποκρουστικού, του «Εαυτού» και του «Άλλου»· σοκάρει τον θεατή όχι τόσο με τις ίδιες της τις πράξεις, όσο με το γεγονός ότι το έργο δεν παρέχει γι’ αυτές κανένα πρόχειρο, μονοσήμαντο κλειδί ερμηνείας, παρά μόνο μια αποσβολωτική σειρά αντιφάσεων.
Η Μήδεια είναι «παράξενη» γυναίκα και χαρακτήρας που «ξεβολεύει»:
- βαρβαρικής καταγωγής μάγισσα, που χρεώνεται πράξεις ανατριχιαστικής βίας· ταυτόχρονα όμως τραγικό πρόσωπο, το οποίο κερδίζει τη συμπάθεια του γυναικείου χορού και των πιο ταπεινών χαρακτήρων του έργου (Τροφός, Παιδαγωγός)·
- διάπυρος κατήγορος του παραγκωνισμού των γυναικών και όμως εμφορούμενη από τις ηρωικές, άρα «ανδρικές», αξίες της τιμής και της εκδίκησης·
- σοφή γυναίκα, θύμα της ανδροκρατούμενης εξουσίας, που ασφυκτιά στο περιοριστικό καθεστώς των ανδρών, μέσα στην καχύποπτη εχθρότητα και την προκατάληψή τους· πανούργος, όμως, ρήτορας την ίδια στιγμή, που δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει σοφιστικά επιχειρήματα, ψυχολογική χειραγώγηση, ακόμη και “ἠθοποιίαν” (κατασκευή πλαστής περσόνας)· γενικά, να μεταμορφώνεται χαμαιλεοντικώς μπροστά στον κάθε συνομιλητή της, προκειμένου να επιτύχει τους σκοπούς της·
- ένθερμος θιασώτης του κοινωνικού και θρησκευτικού συμβολαίου της φιλίας, του όρκου, της ικεσίας και της πίστεως, του γάμου και του οἴκου, και όμως πολυμήχανος μηχανορράφος που αδίστακτα παραβιάζει το συμβόλαιο αυτό κατά το δοκούν·
- ευαίσθητη γυναίκα και τρυφερή μάνα, ταυτόχρονα όμως ένα ηφαίστειο άγριου, καταστροφικού θυμού·
- στυγερή φόνισσα κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση, η οποία όμως διαφεύγει την τιμωρία με τη θαυματική παρέμβαση ενός θεού και βρίσκει καταφύγιο στην Αθήνα, πόλη η οποία στο τρίτο στάσιμο δοξολογείται ως πηγή θεϊκής τάξης και αρμονίας.
Ολόκληρο το άρθρο στη σελίδα antonispetrides.wordpress.com