Του Νίκου Τσούλια

Η Παιδαγωγική πέρασε τα πάνδεινα μέχρις ότου καθιερωθεί ως ένα πεδίο απόλυτης επιστημονικής εγκυρότητας. Για μεγάλο διάστημα αντιμετωπιζόταν ως μη έχουσα κατακτήσει εκείνες τις μεθόδους έρευνας με τις οποίες θα μπορούσε να προσκομίζει όλο και πιο νέες και έγκυρες γνώσεις.

      Ωστόσο, η αμφισβήτηση αυτή ήταν σε μεγάλο βαθμό ατεκμηρίωτη ακριβώς γιατί ήταν τα ρεύματα του θετικισμού που είχαν επιβάλει τις δικές τους μεθόδους ως μοναδικές για την όποια έρευνα. Σήμερα η παιδαγωγική απολαμβάνει όχι μόνο την κοινή αναγνώριση ως έγκυρη επιστήμη, αλλά βρίσκεται στο προσκήνιο εκτεταμένων μελετών γιατί ο ρόλος της στις σύγχρονες κοινωνίες γίνεται όλο και πιο σημαντικός και πιο καθοριστικός.

      Και δεν πρόκειται απλά και μόνο για μια είδους «κόπωση» που έχουν προκαλέσει οι θετικές κυρίως επιστήμες με την ασύμμετρη τεχνολογική τους πρόοδο αλλά για την εκτεταμένη διαπίστωση των ανθρώπων στην καλλιέργεια μιας σειράς επιστημών που θα προαγάγουν σημαντικούς κοινωνικούς θεσμούς προκειμένου οι λαοί να δημιουργήσουν ένα πραγματικά ελπιδοφόρο μέλλον. Έτσι η Παιδεία και η Εκπαίδευση αποκτούν μεγαλύτερες επιρροές στη σύγχρονη κοινωνία, η Ψυχολογία εμφανίζεται όλο και πιο δυναμική με γοργά εξελισσόμενους ρυθμούς και η Κοινωνιολογία και η Ιστορία εμφανίζονται να είναι όλο και πιο αναγκαίες για να εξηγήσουν τα δρώμενα του σύγχρονου πολιτισμού.

      Ωστόσο τα βήματα που έχουν γίνει μέχρι τώρα στην πρόοδο της Παιδαγωγικής δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικά˙ συγκρινόμενα δε με την όλη εξελικτική πορεία της κοινωνίας και του πολιτισμού μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η μέχρι τώρα διαδρομή της υπολείπεται κατά πολύ της αντίστοιχης τεχνολογικής προόδου με αποτέλεσμα την εμφάνιση πολλών και σημαντικών ανορθολογισμών και αντιφάσεων στη σημερινή ανθρωπότητα. Κύριο ρόλο σ’ αυτή την αντι-ουμανιστική εξέλιξη έπαιξαν α) οι μηχανισμοί εξουσίας των κοινωνικών συστημάτων που είχαν ως βασικό σκοπό τη χειραγώγηση των ανθρώπων για να αναπαραγάγουν αποτελεσματικά και διαχρονικά την κυριαρχία τους και β) τα πολιτιστικά στερεότυπα και προτάγματα των ίδιων μηχανισμών που ταύτιζαν και ταυτίζουν την έννοια της προόδου με την παραγωγή υλικών αγαθών και με την ανάπτυξη της «Μηχανής». Σε κάθε εποχή η εικόνα της Παιδαγωγικής ήταν σύμφωνη με την κυρίαρχη ιδεολογία και την κρατούσα κοσμοθεωρία. Σε όσες δε περιόδους – όπως στη σημερινή – εμφανίζεται η Παιδαγωγική με ένα οικουμενικό και ανθρωπιστικό στερέωμα είναι γιατί έχει θεωρητική και μόνο αξία και υπηρετεί σκοπιμότητες για την πλειονότητα των ανθρώπων, που ούτως ή άλλως δεν έχουν κριτική σκέψη, και σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μια Παιδαγωγική σχολικής και μόνο εμβέλειας, αφού εκτός της σχολικής ζωής κυριαρχούν τα προτάγματα και οι επιλογές της αγοράς και του καπιταλισμού.

      Ας δούμε όμως σε μια γενική αναφορά τη σταδιακή εξέλιξη της Παιδαγωγικής, αφού με αυτό τον τρόπο μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τη σημερινή της εικόνα και προπάντων να συλλάβουμε σε μια πιο άρτια εκδοχή το ρόλο και την αξία της εκπαίδευσης και της αγωγής.

Στην αρχαία Ελλάδα η Παιδαγωγική υπήρξε «θεμέλιος λίθος» του πολιτισμού της. Η εξήγηση είναι απλή. Το πέρασμα από τις δεσποτείες των βασιλείων και των αυταρχικών συστημάτων εξουσίας στο θεσμό της πόλης απαιτούσε μια άλλη κουλτούρα, την κουλτούρα των ελεύθερων πολιτών, των πολιτών με συμμετοχή στην έννοια της πολιτικής και με συνεχή καλλιέργεια του ορθολογισμού. Το όλο σύμπλεγμα «πόλη – πολιτική – πολίτης» απαιτούσε ένα άλλο πολιτισμικό «παράδειγμα» τόσο σε σχέση με τις παλιότερες εποχές των Ελλήνων όσο με τις σύγχρονες αυτοκρατορίες της Ανατολής και του τότε γνωστού κόσμου.

      Σε αυτό το σκηνικό η Παιδαγωγική καθίσταται βασικό στοιχείο και συνδέεται άρρηκτα με τη Φιλοσοφία και με τον ευρύτερο στοχασμό του ανθρώπου! Ο μεγάλος δάσκαλος της Αθήνας και των αρχαίων Ελλήνων αλλά και η μεγάλη δύναμη του αρχαίου στοχασμού, ο Σωκράτης, και η ευρεία ομάδα των δασκάλων της εποχής, οι σοφιστές, θα εντρυφήσουν με μεθοδικότητα στην Τέχνη της Παιδαγωγικής και είναι ένας από τους λόγους που «το αρχαίο πνεύμα έγινε ο παιδαγωγός της Δυτικής Ανθρωπότητας»[i].

      Στο Μεσαίωνα θα έχουμε μια θρησκευτική κυριαρχία επί των διάφορων μορφών εκπαίδευσης, αλλά απ’ εδώ θα ξεπηδήσουν οι μορφές των μαζικών σχολείων που θα κυριαρχήσουν στη διάρκεια της νεωτερικότητας. Εδώ δεσπόζει μια εξέχουσα μορφή, ο Κομένιος, ο οποίος «επιχειρεί μίξη του φυσιοκρατικού – ορθολογικού με το θεολογικό στοιχείο» επί του γενικότερου φιλοσοφικού πεδίου αλλά παράλληλα προτείνει «να ιδρυθούν γενικά σχολεία (φανοί του φωτός), να γραφούν διδακτικά εγχειρίδια (δάδα του φωτός), να καθιερωθεί μια ενιαία, παγκόσμια γλώσσα (έλαιο του φωτός), να ιδρυθεί ένα γενικό κολέγιο από λόγιους –παγκόσμια Ακαδημία (υπηρέτης του φωτός)»[ii]. Με αυτό το έμβλημα θα γεννηθούν οι απαρχές της θεσμικής εκπαίδευσης των νεώτερων χρόνων. Αλλά η επιρροή του Κομένιου (1592 – 1670) ήταν ευρύτερη αφού «οι ιδέες του για την ανάγκη μιας Πειραματικής Παιδαγωγικής μπορούν να αναζητηθούν στις αρχές του 17ου αιώνα και συγκεκριμένα στις δικές του αντιλήψεις»[iii].

      Είναι η εποχή όπου η επανάσταση των φυσικών επιστημών θα προετοιμάσει τη βιομηχανική επανάσταση και θα φέρει στην πρώτη γραμμή των κοινωνικών διεργασιών την επιστημονική σκέψη με αιχμή την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας που θα συνεχιστεί μέχρι σήμερα με αυξανόμενους ρυθμούς. Η ακτινοβολία της επιστήμης αρχίζει να επιδρά και στους τομείς της εκπαίδευσης. «Ο φυσικός ρεαλισμός, ο οποίος σχετίζεται με την εξέλιξη που σημειώθηκε στις θετικές επιστήμες από την εποχή της Αναγέννησης και εξής, άσκησε επίδραση στην Παιδαγωγική. Διότι η γνώση των φυσικών νόμων θα βοηθήσει το παιδί να αποκτήσει σαφή αντίληψη για τον κόσμο και τη ζωή, να ζήσει αρμονικά με το περιβάλλον του και να προσαρμόζεται προς τους κανόνες της ηθικής, καθόσον αρμονία και ηθική σε μεγάλο βαθμό ταυτίζονται»[iv].

      Η επιστήμη όχι μόνο επικρατεί επί του θρησκευτικού φαινομένου όσον αφορά τη δόμηση του νεοαναδυόμενου πολιτισμού της νεωτερικότητας και προφανώς την εικόνα της εκπαίδευσης και της Παιδαγωγικής, αλλά αρχίζει να παίρνει τη θέση της θρησκείας αφού επηρεάζει όλο και πιο καθοριστικά τη ζωή των ανθρώπων της επόμενης φάσης της ιστορίας της ανθρωπότητας.

[i] Albert Reble (1990), Ιστορία της Παιδαγωγικής, Αθήνα: Δ. Παπαδήμας

[ii] Albert Reble (1990), Ιστορία της Παιδαγωγικής, Αθήνα: Δ. Παπαδήμας

[iii] Γκότοβος, Α. (2000), Ο «χρυσούς αιών» της παιδαγωγικής ιδεολογίας και η εμφάνιση της παιδαγωγικής επιστήμης: Ξένες επιδράσεις στην ελληνική παιδαγωγική θεωρία και έρευνα, στο: Α. Γκότοβος, Γ. Μαυρογιώργος, Π. Παπακωνσταντίνου, Κριτική και παιδαγωγική πράξη, Αθήνα: Gutenberg, σ. 21

[iv] Η. Μετοχιανάκης (1997), Οι επιδράσεις της φιλοσοφικής σκέψης στη σύγχρονη παιδαγωγική αντίληψη, στο: Παιδαγωγική επιστήμη στην Ελλάδα και στην Ευρώπη: Τάσεις και προοπτικές, Αθήνα: Ελληνικά γράμματα, σ. 137

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθρο6o Φεστιβάλ Τεχνολογίας από τη Νέα Γενιά Ζηρίδη
Επόμενο άρθροΒοarding pass στον αυτισμό
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.