Greece_East_MediterraneanΤου Νίκου Τσούλια

      Κατά τις δεκαετίες 1960, 1970 και 1980 κυριαρχούσε στο λεξιλόγιο και στο ιδεολογικό οπλοστάσιο της κομμουνιστικής αριστεράς η θέση του Διεθνισμού. Αναφερόταν στην έκφραση της αλληλεγγύης των λαών και στη συναδέλφωση των εργαζομένων όλου του Κόσμου υπερβαίνοντας σε κάποιο βαθμό τα εθνικά χαρακτηριστικά που κατηγοριοποιούν τους ανθρώπους.

      Επρόκειτο για ένα ορατό μέρος της αριστερής ουτοπίας, για το πιο σημαντικό ίσως συγκριτικό πλεονέκτημα της αριστερής κουλτούρας έναντι οποιασδήποτε άλλης κοσμοθεώρησης, για ένα γοητευτικό στοιχείο ενός κόσμου όμορφου και δίκαιου. Χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της ανάδειξης του Διεθνισμού σε υπέρτατη αξία ήταν το γεγονός της καθολικής μάζωξης των αδελφών κομμουνιστικών κομμάτων από κάθε γωνιά της Γης σε κάθε κομματικό Συνέδριο. Επρόκειτο για μια προαναγγελία της ιστορικής εξέλιξης, που προσδιοριζόταν από τα κάθε λογής αριστερά πολιτικά μανιφέστα. Η αναφορά μάλιστα των αντιπροσωπειών από την «άλφα» και τη «βήτα» κλπ χώρα ετίθετο στη βιτρίνα των δελτίων τύπου των Συνεδρίων ως δηλωτικό στοιχείο της παγκόσμιας ακτινοβολίας των ιδεών της αριστεράς και ως αποφασιστικό βήμα για τον ερχομό της «άνοιξης του σοσιαλισμού».

      Αλλά η ιστορία είχε άλλα στο νου της. Και από ό,τι αποδεικνύεται κατ’ επανάληψη από την ίδια την πραγματικότητα, η ιστορία δεν έχει άκαμπτους κανόνες, δεν έχει ντετερμινιστικό περιεχόμενο και προσανατολισμό. Είναι εν πολλοίς απρόβλεπτη. Και υπόκειται στη δράση πολλών κοινωνικών και πολιτικών παραγόντων, η οποία δράση δεν οδηγεί σε προκαθορισμένα βήματα και στάδια, αφού τίθεται το πάντα ανοιχτό ζήτημα του συσχετισμού δυνάμεων. Η ιστορία γράφεται μεπιθανοκρατικά στοιχεία και όχι με απόλυτες αιτιοκρατικές νομοτέλειες. Είναι εν πολλοίς απροσδιόριστη και πόρρω απέχει από τη θεώρηση μιας μεσσιανικής και σωτηριολογικής εκδοχής. Και αυτό δεν πρέπει να συγχέεται με το τι θέλουμε, αλλά πρέπει να συνδέεται και με το τι μπορούμε να κάνουμε.

      Σε εκείνες τις προαναφερθείσες δεκαετίες δέσποζε λοιπόν η ιδέα των Διεθνισμού της αριστεράςκαι ποτέ δεν ετίθετο ούτε καν σε θεωρητική βάση η εξέλιξη που ακολούθησε και που διαμόρφωσε ένα εντελώς διαφορετικό σκηνικό. Σήμερα αντί για Διεθνισμό της αριστεράς και για συναδέλφωση των εργαζομένων έχουμε Διεθνοποίηση της πολύ συντηρητικής δεξιάς και συνασπισμό των δυνάμεων του κεφαλαίου. Σήμερα η Παγκοσμιοποίηση εκφράζει μια ακόμα πιο ισχυρή επικράτηση του καπιταλισμού σε σχέση με τα προηγούμενα στάδια της ιστορίας και αν δεν το βλέπουν κάποιοι, αυτό δεν έχει και καμιά σημασία. Σήμερα οι δυνάμεις του Κεφαλαίου δεν συρρικνώνουν μόνο τα δικαιώματα και την πολιτική έκφραση των εργαζομένων – σχεδόν παντού κυριαρχούν συντηρητικές κυβερνήσεις -, αλλά επιπλέον απομειώνουν το ρόλο των εθνών – κρατών με έναν όχι μόνο πρωτόγνωρο τρόπο αλλά και με ένα σύστημα που ήταν έξω από κάθε αριστερή θεωρητική ανάλυση για τη δεκαετία του 1970. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι τα κέντρα της οικονομικής εξουσίας μπορούν να «ταρακουνούν» τις εθνικές οικονομίες και να ασκούν περισσότερο έλεγχο επ’ αυτών – μέσω του χρηματιστηριακού κυρίως μηχανισμού και της λειτουργίας του συστήματος των διεθνών δανείων – και από τους σχετικούς υπουργούς των Οικονομικών των διαφόρων κρατών!

      Αλλά υπάρχει και άλλη εξίσου σοβαρή όψη της εξέλιξης της Διεθνοποίησης του κεφαλαίου. Στις ημέρες μας έχει υποχωρήσει η όποια αντίληψη του Διεθνισμού, αφού η Παγκοσμιοποίηση και η εν τοις πράγμασι άμβλυνση της έννοιας των συνόρων των κρατών φέρνει τους εργαζόμενους των διαφόρων εθνοτήτων σε μια τάση αντιπαράθεσης, γιατί φαινομενικά συγκρούονται τα συμφέροντά τους. Έτσι οι μετανάστες στις χώρες υποδοχής αντιμετωπίζονται σε μεγάλο βαθμό ως απειλή για τις θέσεις εργασίας των γηγενών εργαζομένων και στη συνέχεια διαμορφώνεται η αντίληψη της βαρβαρότητας του ρατσισμού. Πρόκειται – αν θέλουμε να αναλύσουμε ουσιαστικά την πραγματικότητα – για μια ιδεολογική νίκη των δυνάμεων του κεφαλαίου.

      Φυσικά, η όποια ανάλυση και οι διαπιστώσεις είναι ένα μέρος της «εικόνας» και μάλιστα της «εικόνας» που υπάρχει και όχι αυτής που θέλουμε ως εργαζόμενοι, και ως εκ τούτου το κέντρο βάρος της συζήτησής μας είναι, ή οφείλει να είναι, στο τι κάνουμε, το πώς οι εργαζόμενοι θα γίνουν τα πραγματικά υποκείμενα και οι κύριοι δημιουργοί της ιστορίας. Αλλά αν δεν αναλύσουμε την αντικειμενική όψη της ιστορίας με τρόπο διεισδυτικό μακριά από τη μανιχαϊκή αντίληψη και την πρωτόγονη σκέψη του «εμείς και οι άλλοι», του «άσπρου – μαύρου» και των στρατοπέδων, καμιά πολιτική θεώρηση δεν θα έχει «υλική βάση» και απλώς θα ικανοποιεί έναν αντι-ιστορικό βερμπαλισμό και τα κομματικά ακροατήρια των οπαδών και τίποτα άλλο. Σ’ αυτή την περίπτωση, την κοινωνική πραγματικότητα θα τη δημιουργούν οι άλλοι (οι δυνάμεις του Κεφαλαίου) που θα στήνουν τα δικά τους γεγονότα και εμείς θα δίνουμε ύστερες ερμηνείες επί των γεγονότων των άλλων! Αλλά επ’ αυτού (στο τι κάνουμε) θα συνεχίσουμε.

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθροΠροβληματικός ο εθνικός διάλογος για την παιδεία
Επόμενο άρθροΟ συναδελφικός δεκάλογος του καλού φροντιστή
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.