simopoulos1441018219Ο ποιητής Ηλίας Σιμόπουλος, που με το έργο του καθιερώθηκε ως ένας από τους σημαντικότερους πνευματικούς ανθρώπους της χώρας, πέθανε σε ηλικία 102 ετών.
Ο Σιμόπουλος γεννήθηκε στο Καστανοχώρι Μεγαλόπολης στις 23 Νοεμβρίου 1913 και με το έργο του «Αρκαδική Ραψωδία», το 1958, καθιερώθηκε στον χώρο της ποίησης, αν και η πρώτη ποιητική του συλλογή «Χαιρετισμός στον πρώτο ήλιο» δημοσιεύθηκε το 1946. Το έργο του έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες όπως Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Κινέζικα, Ιταλικά, Ρώσικα και όχι μόνο.

Εξέδωσε πλειάδα ποιητικών συλλογών μεταξύ των οποίων, «Έκτη Εντολή», «Το σπίτι με τις χελιδονοφωλιές», «Το μεγάλο ποτάμι», «Τα τεκμήρια», «Τα ρόδα της Ιεριχώς», «Το τετράδιο της γης», «Οι Μικρές Μαρτυρίες», «Τα Εναγώνια» και πολλές ακόμα, με τελευταία πριν λίγα χρόνια τις «Ράθυμες ώρες».
Ο Ηλίας Σιμόπουλος διετέλεσε πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών η οποία το 2011 τον πρότεινε για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Είχε δώσει σειρά διαλέξεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό ενώ δημοσίευσε  πλήθος μελετήματα σ’ ελληνικά και ξένα περιοδικά. Είχε πάρει μέρος και σε πολλά διεθνή συνέδρια. Πολλά από τα έργα του έχουν μελοποιηθεί από Έλληνες και ξένους συνθέτες. Το 2011 η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών τον πρότεινε για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Η κηδεία του Ηλία Σιμόπουλου θα γίνει στο Καστανοχώρι Μεγαλόπολης, την Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου στις 11:30 το πρωί.
Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα
Όταν πληροφορήθηκε την είδηση του θανάτου του Ηλία Σιμόπουλου, η αν. υπουργός Πολιτισμού, Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Ο βίος του Ηλία Σιμόπουλου υπήρξε παράλληλος με τον βίο της ελληνικής κοινωνίας σε όλο τον 20ο αιώνα. Αγωνίστηκε μαζί της για ελευθερία και ανεξαρτησία, ενώ στο ποιητικό του έργο αποτύπωσε με ενάργεια τις αγωνίες και τις προσδοκίες της. Τα θερμά μου συλλυπητήρια στην οικογένειά του».
Συνομιλία («Χαιρετισμός στον πρώτο ήλιο»)
«Και ξανανθίσαν τα κλαδιά και φύγαν οι χειμώνες
και γιόμισε μ’ ανθούς η γη και γιούλια κι ανεμώνες
και πλημμυρίσανε χαρές κι είναι ηδονές γεμάτα
τα γέρα τα καλότυχα και τα’ ανθισμένα νιάτα.
Μα είναι κάποιοι κι όλο αυτούς στοχάζομαι ‘γω μόνο,
που ακόμα δέρνει η χειμωνιά κι ακόμα ζουν στον πόνο.
Κι όλο τους σκέφτομαι: άραγε της άνοιξης η ευωδιά
θα πάει ν’ αγγίξει κάποτε και η δικιά τους καρδιά».
Πηγή:www.stokokkino.gr

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.