Θέματα 2021 – Αρχαία Ελληνικά – Ημερήσιο Λύκειο – Εσπερινό Λύκειο

Ενδεικτικές απαντήσεις για το μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών Προσανατολισμού

 

Α1α.

 

  1. Σωστό (πολιτικὴν γὰρ τέχνην οὔπω εἶχον, ἧς μέρος πολεμική)
  2. Σωστό (Ζεὺς οὖν δείσας περὶ τῷ γένει ἡμῶν μὴ ἀπόλοιτο πᾶν)
  3. Λάθος (εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις, καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί)

 

Α1β.

 

  1. Η αντωνυμία «αὐτῶν» αναφέρεται στη γενική «τῶν θηρίων».
  2. Το επίρρημα «οὕτω» αναφέρεται στη φράση «ὡς αἱ τέχναι νενέμηνται».

 

Β1.

 

Μέρη της πολιτικής αρετής είναι η αιδώς και η δίκη (αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν). Κάθε πολιτισμικά προηγμένη κοινωνία θεμελιώνεται στις αξίες της αιδούς και της δίκης. Οι αξίες αυτές είναι καθολικές και συνιστούν παράγωγα της εξέλιξης τόσο της ηθικής συνείδησης όσο και του πολιτισμού που την εκφράζει και την κατευθύνει.

 

Από τη μια, η «αἰδώς» είναι το αίσθημα σεβασμού ενός μέλους της κοινότητας έναντι των υπολοίπων, όλες οι ηθικές αναστολές και φόβοι που προφυλάσσουν τον άνθρωπο από την αντικοινωνική συμπεριφορά. Με άλλα λόγια, ο αυτοσεβασμός, η ντροπή που νιώθει ο άνθρωπος, όταν έχει προβεί σε τέτοια συμπεριφορά. Σε ένα λεξικό με τον τίτλο «Ὅροι», το οποίο ανάγεται στην πλατωνική Ακαδημία, η «αἰδώς» ορίζεται ως «εκούσια υποχώρηση από απερίσκεπτη συμπεριφορά, σύμφωνα με το δίκαιο και αυτό που φαίνεται καλύτερο· εκούσια κατανόηση του καλύτερου· προσοχή για αποφυγή της δικαιολογημένης επίκρισης». Το δίπολο των αρετών «αἰδὼς καὶ δίκη» ισοδυναμεί με το «σωφροσύνη καὶ δικαιοσύνη», το οποίο χρησιμοποιεί ο Πρωταγόρας στο επιμύθιο του λόγου του. Το συναίσθημα αυτό λειτουργεί ως κίνητρο για την εκτέλεση του χρέους και του καθήκοντος που επιβάλλει η κοινωνία στα μέλη της, αφού με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται η αγανάκτηση και η αποδοκιμασία των άλλων. Συμπληρωματικά, στον όρο εμπεριέχεται το αίσθημα της σεμνότητας, της ταπείνωσης, όπως και αυτό του σεβασμού προς τους άλλους ανθρώπους. Ο σεβασμός δεν περιορίζεται μόνο απέναντι στους άλλους, αλλά νοείται και ως αυτοσεβασμός. Δηλαδή, ο άνθρωπος κυριεύεται από το αίσθημα της αιδούς, όταν οι πράξεις του μειώνουν τον ίδιο, τον ρίχνουν στα μάτια και τη συνείδηση των άλλων, όταν αυτοταπεινώνεται. Όλος ο λαμπρός αρχαιοελληνικός πολιτισμός είναι «πολιτισμός ντροπής», δηλαδή χτισμένος πάνω σε τέτοιες αξίες και ιδανικά, που καθιστούν την αιδώ, την ντροπή, ως το πλέον αποφευκτέο αίσθημα, στο οποίο δεν πρέπει να περιπέσει κανείς. Αμέτρητα είναι τα παραδείγματα στα οποία η τιμή, ο αυτοσεβασμός, η φήμη του ονόματος υπήρξαν τα κίνητρα πράξεων που αποσκοπούσαν στην αποφυγή της αιδούς. Ο Έκτορας τρέμει πολύ περισσότερο μη χαρακτηριστεί δειλός παρά τον ίδιο το θάνατο. Ο Θουκυδίδης αναφέρει για τους Αθηναίους ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που θέλουν να διαφύγουν είναι να τους πουν δειλούς. Ο Αίας, όταν κυριεύεται από αιδώ και ντροπή, επειδή ταπεινώθηκε στα μάτια των άλλων πολεμιστών, αυτοκτονεί. «Αἰδώς» είναι σε τελική ανάλυση όλα τα θετικά αισθήματα (ηθική, εντιμότητα, σεβασμός προς τους άλλους, αυτοσεβασμός, σύνεση, ηθικότητα) και το αίσθημα ντροπής, οι τύψεις, τις οποίες νιώθει ο άνθρωπος, όταν δεν κατορθώνει να εφαρμόσει και να τηρήσει τις μεγάλες αυτές ηθικές αξίες.

 

Από την άλλη, η «δίκη», στο συγκεκριμένο απόσπασμα, δεν χρησιμοποιείται με τη σημασία της δικαστικής διαδικασίας. Βρίσκεται κοντά στην αρχική της σημασία του ορθού και του δίκαιου. Κατά προέκταση, η δίκη δηλώνει εδώ την έμφυτη αντίληψη για το σωστό, το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Στα «Πολιτικά» του Αριστοτέλη ο άνθρωπος που απομακρύνεται από τη δικαιοσύνη (και τον νόμο) γίνεται το χειρότερο από όλα τα είδη (χωρισθεὶς νόμου καὶ δίκης χείριστον πάντων), ενώ επιπλέον η δικαιοσύνη αποτελεί συστατικό στοιχείο / πολιτική αξία της οργάνωσης της ίδιας της πολιτικής κοινωνίας και κανόνα / προϋπόθεση ύπαρξης της ανθρώπινης πολιτικής κοινωνίας, η ορθή εφαρμογή της οποίας επηρεάζει καθοριστικά τι είναι δίκαιο και τι όχι (ἡ γὰρ δίκη πολιτικῆς κοινωνίας τάξις ἐστίν, ἡ δὲ δικαιοσύνη τοῦ δικαίου κρίσις). Πρόκειται, λοιπόν, για την ενύπαρκτη στον άνθρωπο αντίληψη περί δικαίου και αδίκου, ο σεβασμός των γραπτών και άγραφων νόμων και των δικαιωμάτων των άλλων, καθώς και οι ενέργειες για την αποκατάσταση αυτών των δικαιωμάτων, όταν καταστρατηγούνται βάναυσα από κάποιον. Η δίκη εκδηλώνεται με τη δημιουργία και την τήρηση των κανόνων του δικαίου, με την κατοχύρωση του δικαίου, του ορθού και του νόμιμου. Έτσι περιστέλλεται ο ατομικισμός και ο εγωισμός και εξασφαλίζεται η αρμονική κοινωνική συμβίωση. Τελικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι με τον όρο «δίκη» εννοείται λιγότερο ο νόμος και η τήρησή του αλλά περισσότερο η εσωτερική ανάγκη του ανθρώπου για δικαιοσύνη, η έμφυτη δίψα του ανθρώπου για το νόμιμο, το ηθικό και το έντιμο, η διαρκής επιθυμία του ανθρώπου να τηρεί τους αιώνιους άγραφους κώδικες της ηθικής συμπεριφοράς και η συνεχής βούλησή του να βλέπει αυτούς τους ηθικούς κανόνες να διέπουν τις ανθρώπινες σχέσεις.

 

Β2.

 

Παροιμιώδης η λογοτεχνικότητα του Πλάτωνα και δεν κάνει εντύπωση που ο φιλόσοφος επιλέγει μεγάλο πλούτο εκφραστικών και γλωσσικών μέσων, προκειμένου να αποδώσει τα σημαντικότερα από τα νοήματα των συγγραμμάτων του. Στο δοσμένο απόσπασμα ο Πλάτωνας κάνει τουλάχιστον τέσσερις (4) γλωσσικές επιλογές, προκειμένου να παρουσιαστεί εμφατικά η εντολή του Δία για την επιβολή της θανατικής ποινής. Καταρχάς, οι προστακτικές «μετεχόντων» και «θὲς» δείχνουν την επιτακτική αναγκαιότητα της εντολής. Η αυστηρότητα της ποινής, που αποδίδεται με παρομοίωση (ὡς νόσον), με μεταφορά (νόσον) και με υπερβολή (όποιος δεν μετέχει στην αιδώ και τη δίκη χαρακτηρίζεται αρρώστια) ταυτόχρονα, δείχνει την αναγκαιότητα της πολιτικής αρετής για τον άνθρωπο. Αξιοσημείωτο είναι το πλαίσιο του ευθέος λόγου που χαρίζει ζωντάνια και παραστατικότητα στο χωρίο. Ακόμα πιο χαρακτηριστική όμως είναι η επαναληπτικότητα συγκεκριμένων όρων του χωρίου (πάντας … πάντες … μετεχόντων … μετέχοιεν … μετέχειν) που τονίζουν το απόλυτο περιεχόμενο της εντολής: όλοι οφείλουν να μετέχουν στην πολιτική αρετή που είναι πολύ σημαντική για την επιβίωση της πολιτικής κοινωνίας. Σημαντική ακόμα είναι η αντιθετική σχέση που επισημαίνεται από τον Πρωταγόρα ανάμεσα στην πολιτική αρετή που μοιράστηκε καθολικά και τις άλλες τέχνες που μοιράστηκαν εξειδικευτικά (ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν). Οφείλουμε τέλος να διαπιστώσουμε τον υποθετικό λόγο του μη πραγματικού που δικαιολογεί την αναγκαιότητα της πολιτικής αρετής για τον άνθρωπο, άρα και την ένταση του ύφους της επιτακτικότητας της θεϊκής εντολής (οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν), όπως και την υποψία του σχήματος λιτότητας στο «τὸν μὴ δυνάμενον» που μετριάζει ελαφρά το ύφος της απάνθρωπης σκληρότητας της εντολής. Οπωσδήποτε, πρέπει να τονίσουμε τη λανθάνουσα επιγραμματική χρήση του απαρεμφάτου «κτείνειν» που παρουσιάζει εμφατικά την θανατική ποινή που περιμένει όποιον δεν μπορεί ή δεν θέλει να γίνει μέτοχος της αιδούς και της δίκης (θυμίζουμε ότι στα αρχαία επιγράμματα οι σημαντικές ρηματικές έννοιες αποδίδονται απαρεμφατικά). Τέλος, ο εμπρόθετος «παρ’ ἐμοῦ» αποτελεί μια ξεκάθαρη διατύπωση για το θεϊκό υπόβαθρο της εντολής που δεν επιτρέπει σε κανένα θνητό την δυνατότητα ή το δικαίωμα της παραμικρής αμφισβήτησης.

 

Ο Πρωταγόρας ολοκληρώνει τον μύθο με τον Δία να επιβάλλει αυστηρά την ανάγκη της καθολικότητας της πολιτικής αρετής και να ανακοινώνει την ποινή του θανάτου (κτείνειν ὡς νόσον πόλεως), δείχνοντας έτσι την τεράστια σημασία που δίδει στις αξίες της αιδούς και της δίκης για τη συγκρότηση και τη διατήρηση της πολιτικής κοινωνίας. Η παρομοίωση μάλιστα όποιου δεν συμμετέχει στην πολιτική αρετή με αρρώστια της πόλης υποδηλώνει ότι αποτελεί κίνδυνο γι’ αυτή και πρέπει να θανατωθεί για να διαφυλαχθεί η τάξη και η ισορροπία του συνόλου. Ο Δίας ζητά το απόλυτο και το απαιτεί με αμείλικτη σκληρότητα. Η απολυτότητα αυτή του Δία και η προσωπική επιβολή αυτού του σκληρού νόμου δείχνουν την επιτακτική ανάγκη να διαθέτουν όλοι οι άνθρωποι την αιδώ και τη δίκη. Γίνεται φανερή η αναγκαιότητα ύπαρξης των αρετών αυτών, ώστε να υπάρχουν πόλεις. Η αναφορά στον ίδιο τον Δία δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης της αξίας της αιδούς και της δίκης. Φυσικά, η θανατική ποινή φαντάζει πολύ σκληρή, αποδεικνύει όμως πόσο καταστροφική μπορεί να είναι για μια πόλη η ύπαρξη ανθρώπων αναιδών και αδίκων, ώστε ο Δίας να θεωρεί ότι πρέπει να θανατώνονται, εφόσον αποτελούν «άρρωστα κύτταρα» του πολιτικού οργανισμού (πόλη), απειλώντας την ίδια την ύπαρξή του (οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν). Στην αντίπερα όχθη οι άλλες τέχνες για τον Δία δεν αποτελούν συστατική προϋπόθεση επιβίωσης της πόλης. Γι’ αυτό εξάλλου αυτές οι τέχνες διαμοιράστηκαν στους ανθρώπους εξειδικευτικά και όχι καθολικά, όπως πρέπει να μοιραστεί η πολιτική αρετή. Με έμμεσο πλην σαφή τρόπο, λοιπόν, ο Δίας τονίζει την σημαντικότητα και την ανωτερότητα της πολιτικής αρετής συγκριτικά με τις άλλες τέχνες που δεν στηρίζουν την πολιτική κοινωνία αλλά μόνο την προσωπική επιβίωση. Παράλληλα, η ίδια η επιβολή της πολιτικής αρετής μέσω της προειδοποιητικής προδήλωσης της θανατικής ποινής από τον Δία δείχνει ότι οι αξίες της αιδούς και της δίκης δεν είναι έμφυτες (δεν αποτελούν προϋπάρχοντα φυσικά γνωρίσματα του ανθρώπου) αλλά επίκτητα χαρακτηριστικά που πρέπει να διαμορφωθούν στην πορεία της ζωής με συνειδητή προσπάθεια και προσωπικό αγώνα. Η παρέμβαση του Δία δίνει την επιβεβλημένη ώθηση σε κάθε άνθρωπο να αναπτύξει αυτές τις ιδιότητες, που είναι τόσο σημαντικές για την επιβίωση της πολιτικής κοινωνίας, καθότι αυτές οι ιδιότητες κάθε άλλο παρά δεδομένες και αυτονόητες είναι. Η αυστηρότητα της ποινής του θανάτου, κατά συνέπεια, αποκαλύπτει και μια λανθάνουσα εσωτερική αγωνία του Δία (και του Πρωταγόρα προφανώς) για την αναγκαιότητα της αιδούς και της δίκης που όλοι οι άνθρωποι οφείλουν να έχουν συνειδητοποιήσει για το δικό τους αλλά και για το συλλογικό όφελος. Η διαμόρφωση αυτών των χαρακτηριστικών δεν αποτελεί απλή δυνατότητα αλλά υποχρέωση κάθε χρηστού πολίτη που θέλει και πρέπει να διαθέτει κοινωνικοπολιτική συνείδηση και βέβαια υπευθυνότητα.

 

Β3.

 

  1. Λάθος
  2. Λάθος
  3. Σωστό
  4. Σωστό
  5. Λάθος

 

Β4α.

 

σποράδην – σπαρτά

σκεδαννύμενοι – διασκέδαση

ἀπώλλυντο – πανωλεθρία

ἱκανὸς – άφιξη

μετεχόντων – σχολικός

θὲς – παρακαταθήκη

 

Β4β.

 

Τα προβαλλόμενα πρότυπα των κοινωνικών δικτύων και των μέσων μαζικής διασκέδασης διαφθείρουν το ήθος των νέων ανθρώπων.

 

Οι καλλιτέχνες δημιουργοί δέχθηκαν ένα ισχυρό πλήγμα την περίοδο του εγκλεισμού λόγω της πανδημίας.

 

Β5.

 

Σύμφωνα με την άποψη του Πρωταγόρα, οι άνθρωποι που δεν εντάσσονται σε πολιτικά οργανωμένες κοινωνίες δεν μπορούν να διακατέχονται από το περί δικαίου αίσθημα και λειτουργούν άναρχα, χωρίς κανόνες, μη υπακούοντας σε νόμους (ἠδίκουν ἀλλήλους ἅτε οὐκ ἔχοντες τὴν πολιτικὴν τέχνην). Η πολιτική οργάνωση επομένως είναι αναγκαία, προκειμένου να οριοθετηθεί η ανθρώπινη φύση και να λειτουργεί σύννομα για την αυτοπροστασία της από τη διάλυση (σκεδαννύμενοι διεφθείροντο). Η έλλειψη της αιδούς και της δίκης παρεκώλυε την προσπάθεια των ανθρώπων να οργανωθούν σε κοινωνίες. Να τονιστεί βέβαια πως η δημιουργία κοινωνιών προέκυψε από την πρωταρχική ανάγκη των ανθρώπων να προστατευτούν από τα άγρια θηρία (ἐζήτουν δὴ ἀθροίζεσθαι καὶ σῴζεσθαι κτίζοντες πόλεις). Δεν ήταν επομένως μια φυσική αναγκαιότητα (φύσει) αλλά δημιουργήθηκε νόμῳ.

 

Ο Καλλικλής στον διάλογό του με τον Σωκράτη υποστηρίζει ότι τα αδύναμα άτομα, που δεν έχουν δεξιότητες και αποτελούν την πλειοψηφία, δημιουργούν νόμους με αποκλειστικό κριτήριο το δικό τους συμφέρον (με αποκλειστικό κριτήριο τους εαυτούς τους και το συμφέρον τους). Καθώς γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να απολαμβάνουν τα ίδια αγαθά με τους ικανότερους ανθρώπους, σε μια προσπάθεια να αποκρύψουν τη δική τους ανεπάρκεια, φροντίζουν μέσω των νόμων να εξισωθούν όλοι και να αποδυναμώσουν τους ισχυρούς (αφού οι ίδιοι είναι χειρότεροι, τους αρκεί να έχουν όλοι ίσα μερίδια). Έτσι θεσπίζουν ότι είναι άδικο το να ζητά κανείς να έχει περισσότερα από τους πολλούς. Ο ίδιος ο Καλλικλής πιστεύει πως ο καλύτερος και δυνατότερος άνθρωπος είναι άδικο εκ φύσεως να έχει λιγότερα από τον αδύναμο και τον κατώτερο σε αξία άνθρωπο (Η ίδια η φύση, ωστόσο, δείχνει, κατά τη γνώμη μου, ότι είναι δίκαιο όποιος είναι καλύτερος και δυνατότερος να έχει περισσότερα από τον χειρότερο και τον πιο αδύνατο).

 

Γ1.

 

Ο Άνυτος λοιπόν εξαιτίας της κακής αγωγής του γιου του και της δικής του απερισκεψίας, ακόμα και μετά τον θάνατό του, έχει κακή φήμη. Αντίθετα ο Σωκράτης, επειδή προσέλκυσε τον φθόνο στο δικαστήριο με τη μεγαλοποίηση του εαυτού του, έκανε πιο εύκολα τους δικαστές να τον καταδικάσουν σε θάνατο. Μου φαίνεται λοιπόν ότι είχε τη μοίρα που αγαπούν οι θεοί.

 

Γ2.

 

Ψυχική ρώμη απαράμιλλη θεωρεί ο Ξενοφώντας ότι επέδειξε ο Σωκράτης στο δικαστήριο (ἐπεδείξατο τῆς ψυχῆς τὴν ῥώμην). Κατά τη γνώμη του, ο Σωκράτης επέδειξε αυτή τη στάση, διότι συνειδητοποίησε ότι ο θάνατος, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή για τον ίδιο αποτελούσε καλύτερη επιλογή από το να επιδιώξει να ζήσει λίγο παραπάνω (ἔγνω τοῦ ἔτι ζῆν τὸ τεθνάναι αὐτῷ κρεῖττον εἶναι). Δεύτερον, η στάση ζωής του Σωκράτη πάντα ήταν σύμφωνη και όχι αντίθετη με οτιδήποτε ενάρετο μπορεί να υπάρξει στη διαδρομή της ανθρώπινης ύπαρξης (οὐδὲ πρὸς τἆλλα τἀγαθὰ προσάντης ἦν). Τρίτον, ο Σωκράτης ποτέ, στην πορεία της ζωής του, δεν έδειξε δειλία σε οποιαδήποτε δύσκολη περίσταση της καθημερινής και της φιλοσοφικής του ζωής (οὐδὲ πρὸς τὸν θάνατον ἐμαλακίσατο). Οπότε δεν θα μπορούσε να δειλιάσει ούτε μπροστά στο αμετάκλητο πεπρωμένο του θανάτου. Ως εκ τούτου, ο Σωκράτης με ευχαρίστηση αποδέχθηκε τη μοίρα του/την επιλογή του, χωρίς μεμψιμοιρίες αλλά με θετική διάθεση να αποδείξει με το προσωπικό του παράδειγμα τη δύναμη και την εγκυρότητα των φιλοσοφικών του μαθημάτων (ἱλαρῶς καὶ προσεδέχετο αὐτὸν καὶ ἐπετελέσατο). Η χρήση του ρήματος «ἐπετελέσατο» παραπέμπει υπαινικτικά στο αριστοτελικό τέλος. Ο Σωκράτης ολοκλήρωσε τη φιλοσοφική του πορεία προσφέροντας τη μέγιστη κορύφωση, το πιο ισχυρό παράδειγμα.

 

Η αξιολόγηση αυτής της στάσης από τον Ξενοφώντα δεν θα μπορούσε να είναι παρά μόνο θετική. Ο Ξενοφώντας δίνει έμφαση στη σοφία και τη γενναιότητα του ανδρός (κατανοῶν τοῦ ἀνδρὸς τήν τε σοφίαν καὶ τὴν γενναιότητα) και χρησιμοποιεί δύο αρνητικές διατυπώσεις, προκειμένου να τονίσει τα επίκεντρα της σκέψης του (οὔτε μὴ μεμνῆσθαι … οὔτε μὴ οὐκ ἐπαινεῖν). Δεν είναι δυνατόν ούτε να μην διατηρεί στις μνήμες και στη σκέψη του έναν τέτοιο άνδρα αλλά ούτε να μην τον επαινεί, όταν τον θυμάται. Η αξιολόγηση του Ξενοφώντα δεν είναι μόνο τεκμηριωμένη αλλά και συγκινητική. Ο θαυμαστής του Σωκράτης ολοκληρώνει, με έντονο συναισθηματισμό, τη θετική του αξιολόγηση στον μεγάλο δάσκαλο. «Δεν μπορώ να μην τον θυμάμαι» (οὔτε μὴ μεμνῆσθαι δύναμαι αὐτοῦ) λέει. Και παραφράζοντας την τελευταία περίοδο του κειμένου, «δεν υπάρχει πιο αξιόλογος και ωφέλιμος άνθρωπος από τον Σωκράτη» (εἰ δέ τις τῶν ἀρετῆς ἐφιεμένων ὠφελιμωτέρῳ τινὶ Σωκράτους συνεγένετο, ἐκεῖνον ἐγὼ τὸν ἄνδρα ἀξιομακαριστότατον νομίζω), καταλήγει. Οι μαθητές του φιλοσόφου δικαίωσαν τη φήμη του. Επιβεβαιώνοντας το μεγαλείο του δασκάλου που ακολούθησε με συνέπεια στη ζωή του τη βασική παιδαγωγική αρχή, ότι ο δάσκαλος κατακτά πρώτα τις ψυχές των μαθητών του και μετά τη σκέψη τους.

 

Γ3α.

 

ἡμῖν μὲν οὖν δοκεῖ θεοφιλεστέρων μοιρῶν τετυχηκέναι· τῶν μὲν γὰρ βίων τὰ χαλεπώτερα.

 

Γ3β.

 

γνῶθι

ζῆ, ζῆθι

τέθναθι, τεθνεώς ἴσθι, τεθνηκώς ἴσθι

 

Γ4α.

 

διὰ τὸ μεγαλύνειν: έναρθρο απαρέμφατο ως εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός της αιτίας που αποδίδεται άμεσα στη μετοχή «ἐπαγόμενος» και έμμεσο στο ρήμα «ἐποίησε»

τοῦ ζῆν: έναρθρο απαρέμφατο ως γενική συγκριτική στον συγκριτικό τύπο «κρεῖττον»

τοῦ ἀνδρός: γενική κτητική (ετερόπτωτος προσδιορισμός) στα ουσιαστικά «τὴν σοφίαν», «γενναιότητα»

ἀξιομακαριστότατον: κατηγορούμενο στο αντικείμενο «τὸν ἄνδρα» του δοξαστικού ρήματος «νομίζω» (τα ενεργητικά δοξαστικά ρήματα μπορούν να συντάσσονται με αντικείμενο και κατηγορούμενο στο αντικείμενο)

 

Γ4β.

 

Υπόθεση: «εἰ δέ τις τῶν ἀρετῆς ἐφιεμένων ὠφελιμωτέρῳ τινὶ Σωκράτους συνεγένετο»
Απόδοση: «ἐκεῖνον ἐγὼ τὸν ἄνδρα ἀξιομακαριστότατον νομίζω»

 

Ο υποθετικός λόγος έχει οριστική παρατατικού στην υπόθεση (συνεγένετο) και οριστική ενεστώτα στην απόδοση (νομίζω). Άρα πρόκειται για υποθετικό λόγο του πραγματικού.

 

Στο προσδοκώμενο ο υποθετικός λόγος σχηματίζεται ως εξής: «ἐὰν δέ τις τῶν ἀρετῆς ἐφιεμένων ὠφελιμωτέρῳ τινὶ Σωκράτους συγγένηται, ἐκεῖνον ἐγὼ τὸν ἄνδρα ἀξιομακαριστότατον νομιῶ».

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.