Η ενάργεια στις Βάκχες του Ευριπίδη

Ετυμολογικά και σημασιολογικά, η ενάργεια παράγεται από την πρόθεση εν + αργός που σημαίνει στιλπνός. Σε γενικές γραμμές η ενάργεια είναι η  συνοχή στη σκέψη, η πνευματική διαύγεια ή με άλλα λόγια η ευκρίνεια και η σαφήνεια. Συγκεκριμένα, στο έργο «Βάκχαι» του Ευριπίδη η ενάργεια έχει τις ρίζες της στην ασύγκριτη λεπτομερή περιγραφή της βίας και του θαύματος (Λεκατσάς, 2005).

 Η περιγραφή του Πενθέα στον Κιθαιρώνα όπου η μητέρα του τον κατασπαράζει με τα ίδια της τα χέρια και ξεριζώνει το κεφάλι του, πραγματικά ελκύει τις εντυπώσεις. Αυτή η ωμή περιγραφή, είναι η ενάργεια. Η καθαρότητα με την οποία περιγράφεται κάτι τρομακτικό, η «ωμότητα» στη λεπτομερή περιγραφή και η αμεσότητα στον λόγο. Η μητέρα είχε καρφώσει στον θυρσό της το κεφάλι του παιδιού της (Λουζίδη, 2009). Στις τραγωδίες γενικότερα η ενάργεια ήταν ένα σύνηθες στοιχείο και γνωστό το οποίο πολλές φορές μπορούσε να συναντήσει κανείς όχι μόνο για να προκαλέσει τις εντυπώσεις των θεατών, αλλά κυρίως για να δείξει την αλήθεια και την ειλικρίνεια. Η παραστατικότητα με την οποία περιγραφόταν κάτι, ήταν ένα αδιάσειστο στοιχείο που δεν άφηνε περιθώρια αμφισβήτησης ενός γεγονότος. Όχι μόνο αμφισβήτησης, αλλά παραποίησης του γεγονότος (Ευριπίδης, 1997).

 Οι κινήσεις του σώματος αλλά και το βλέμμα στα πρόσωπα των υποκριτών, ήταν εκείνα που μαρτυρούσαν στην ουσία την αλήθεια και την ωμή πραγματικότητα. Δεν είναι μόνο τα γεγονότα που μπορούν εξ απήνης να εντυπωσιάσουν και να ελκύσουν το ενδιαφέρον του θεατή αλλά ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται τα γεγονότα. Η ενάργεια στις Βάκχες του Ευριπίδη δείχνει αυτή την καθαρότητα, την ειλικρίνεια. Η μητέρα έχει στα χέρια της το κεφάλι του γιου της που η ίδια έχει ξεριζώσει και δε φαίνεται αναστατωμένη. Αυτή η ωμότητα που διαφαίνεται στη σκηνή είναι η πνευματική καθαρότητα με την οποία η μητέρα προβαίνει σε αυτό το διάβημα (Max, 2011).

 Στις τραγωδίες, η έννοια του καθαρού πνευματικού λόγου δεν ήταν μόνο χρήσιμη και ωφέλιμη αλλά και αναγκαία. Εκεί βασιζόταν και το ταλέντο του ηθοποιού και υποκριτή. Έμπαινε τόσο βαθιά στον ρόλο που ένιωθε σα να ζούσε αυτή την ωμή πραγματικότητα. Εφόσον η ιδιότητα του εναργούς ήταν η σαφήνεια και η καθαρότητα του λόγου, οι υποκριτές αν παρουσίαζαν με έμμεσο τρόπο τα γεγονότα χωρίς τη σκληρότητα της βίας και την ωραιότητα του θαύματος, τότε δε θα προκαλούσαν τις εντυπώσεις των θεατών και σίγουρα θα τίθετο εν αμφιβόλω η αληθινή διάσταση των πραγμάτων και των συμβάντων. Η έκφραση των σκέψεων και των συναισθημάτων στις Βάκχες του Ευριπίδη παρουσιάζεται με ενάργεια. Το καθαρό διανόημα στα λόγια και στις πράξεις των υποκριτών είναι οφθαλμοφανές και διάχυτο σε όλο το σκηνικό (Λουζίδη, 2009).

 Κάτι άλλο το οποίο προαναφέρθηκε και αξίζει να δώσουμε έμφαση είναι το γεγονός ότι σκοπός της τραγωδίας είναι να οδηγήσει τον θεατή μέσα από το έλεο και τον φόβο, στην κάθαρση. Η κάθαρση της ψυχής, η ηθικότητα έστω και μέσα από τη βία και τις άγριες σκηνές, επιτυγχάνεται και παραλληλίζεται με την κάθαρση του λόγου στις Βάκχες (Ευριπίδης, 1997). Η καθαρή σαφήνεια και η διαυγής πνευματικότητα στις σκέψεις και στα συναισθήματα κατά έναν τρόπο αντικατοπτρίζει την καθαρότητα της ψυχής μέσα από τις ηθικές πράξεις. Συνεπώς η ενάργεια ναι μεν αποδίδει τη βαρύνουσα σημασία της στη σαφήνεια και ευκρίνεια των λόγων, αλλά ουσιαστικά υποβόσκει σε αυτή μια άλλη καθαρότητα: αυτή της ηθικής. Ο αμοραλισμός δε συνάδει με τις καθαρές ψυχές και τους καθαρούς λόγους, είναι εκ διαμέτρου αντίθετος με την ήσυχη συνείδηση και τις άσπιλες ενέργειες (Λεκατσάς, 2005).

 Η κάθαρση αντιμετωπίζεται από την ίδια την τραγωδία ως ένα έργο τέχνης. Για αυτό και πιο πάνω επισημαίνεται ιδιαίτερα ο εξέχων ρόλος της ενάργειας που διαφαίνεται στους λόγους και στις πράξεις των υποκριτών γιατί δείχνει έμπρακτα την ευκρίνεια και την  καθαρότητα της πραγματικότητας. Της ωμής πραγματικότητας. Το ταλέντο των ηθοποιών ήταν δεδομένο εφόσον ο κάθε ηθοποιός καλούταν να παίξει πολλούς ρόλους μαζί και προσαρμοζόταν σε αυτούς σα να ζούσε ο ίδιος τα γεγονότα για αυτό είχε και την κατάλληλη έκφραση στο πρόσωπό του. Οι κινήσεις του σώματος αλλά και οι μορφασμοί στο πρόσωπό του έδειχναν καθαρά το ποιόν των σκέψεων και των συναισθημάτων του (Ευριπίδης, 1997).

Ένας υποκριτής έπρεπε να εμφυσήσει την ενάργεια όχι μόνο στον τρόπο με τον οποίο παρουσίαζε τα γεγονότα αλλά και στους υπόλοιπους πάνω στη σκηνή. Η απόλυτη μίμηση των πράξεων και των παραστάσεων των πραγματικών γεγονότων αποτύπωναν την ενάργεια, την  ωμή πραγματικότητα. Η αναπαράσταση των συμβάντων επέτασσε μια σκληράδα και μια ωμότητα, που έπειθε τους θεατές να παρεισφρήσουν στην ένταση της στιγμής και να νιώσουν τα ανάλογα συναισθήματα: χαρά, πόνο, λύπη, έκπληξη, απελπισία. Η ενάργεια ουσιαστικά οδηγεί τον θεατή στην ειλικρινή αποτύπωση των γεγονότων μέσα από τη λεπτομερή περιγραφή και την παραστατικότητα. Εκεί έγκειται και η αναγκαιότητά της στις τραγωδίες εν γένει και στις Βάκχες του Ευριπίδη ειδικότερα.

Ο σημαίνων ρόλος της ενάργειας έχει να προσφέρει πολλά στην τραγωδία, στους υποκριτές και στους θεατές.  Στην τραγωδία προσφέρει το αληθινό της νόημα, στους υποκριτές τη δοκιμασία να εξασκούνται στους ρόλους μέσα από την ευκρίνεια των λόγων και στους θεατές δίνει τη δυνατότητα να εκλάβουν ως αυτούσιο βίωμα τα όσα διαδραματίζονται στη σκηνή. Το τρίπτυχο τραγωδία- υποκριτής – θεατής μπορούμε να πούμε ότι έχει ως ορόσημο την ενάργεια γιατί δίχως ευκρίνεια και σαφήνεια η τραγωδία παραποιείται, ο υποκριτής χάνει ουσιαστικά τη ζωντάνια του ρόλου του και ο θεατής μπερδεύεται και αδρανεί (Λεκατσάς, 2005).  Με την ενάργεια, ο θεατής δρα, με την έννοια ότι συμμετέχει ενεργώς στα δρώμενα που με τόσο καθαρό και σαφή τρόπο εκτυλίσσονται στη σκηνή. Το παράδειγμα με τη μητέρα που μεταφέρει ατάραχη το κεφάλι του γιου της στα χέρια της, αποτελεί μια αδιάσειστη απόδειξη για το πώς εκλαμβάνει ο κόσμος τη ζωηρότητα του λόγου και την έμφαση των κινήσεων του σώματος μέσα από αυτό που στην τραγωδία καλείται ενάργεια (Λουζίδη, 2009).

Ουσιαστικά η ενάργεια είναι μια μεγάλη ώθηση όχι μόνο για να αντιληφθεί κανείς, αλλά κυρίως για να κατανοήσει εις βάθος μέσα από την ευκρίνεια την ουσία και τη ζωντάνια των γεγονότων έτσι όπως διαδραματίστηκαν στην πραγματικότητα (Max, 2011).

 

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

  • Ευριπίδη, (1997). Βάκχαι, μετάφραση Παντελή Πρεβελάκη, εισαγωγή E.D Dodds, Αθήνα: Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και γενικής παιδείας
  • Λεκατσά, Π. (2005). Διόνυσος. Καταγωγή και εξέλιξη της διονυσιακής θρησκείας. Αθήνα: Καστανιώτης
  • Λουζίδη, Ν. (2009). Οι μεταμφιέσεις της τέχνης και οι ψευδαισθήσεις της Κριτικής. Αθήνα: εκδόσεις Νεφέλη
  • Max S. (2011). Το φαινόμενο του τραγικού. Μετάφραση Θεόδωρος Λουπασάκης. Αθήνα: εκδόσεις Έρασμος

 

https://www.facebook.com/manolis.manos.311/
Προηγούμενο άρθροΊδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη Εκπαιδευτικά Προγράμματα Πρωτοβάθμιας & Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης 2021-2022
Επόμενο άρθροΔιεθνές Συνέδριο του Τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ.: The Genre of Hymn in Antiquity
Η Σωτηρία Καρακώστα είναι πτυχιούχος της Θεολογικής σχολής (τμήμα Θεολογίας) του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 2009 εισήχθη στη Φιλοσοφική σχολή της Αθήνας όπου τελείωσε με άριστα το μεταπτυχιακό της με ειδίκευση στην «Ιστορία της Φιλοσοφίας» του τμήματος Φ.Π.Ψ ( Φιλοσοφίας , Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας ), κάτι που της έδωσε το προβάδισμα να υποβάλλει το υπόμνημά της για τη διδακτορική της διατριβή με τίτλο « Ανθρώπινα δικαιώματα : ιδεολόγημα της Δύσης ή Οικουμενική προοπτική;» . Από το 2006 αναλαμβάνει ιδιαίτερα φιλολογικά μαθήματα σε μαθητές γυμνασίου όπως επίσης Έκφραση – έκθεση και Φιλοσοφία θεωρητικής κατεύθυνσης στο Λύκειο. Υπήρξε επιστημονικός συνεργάτης σε συγγραφή μελετών και στατιστικών ερευνών στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών ( ΑΣΟΕΕ ) και είναι ιδιοκτήτρια της σελίδας « τα διδακτικά μας άρθρα» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Επίσης βοηθάει τους φοιτητές στη συγγραφή των εργασιών τους οι οποίες άπτονται ιστορικού, κοινωνικού , φιλοσοφικού και παιδαγωγικού χαρακτήρα.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.