Του Νίκου Τσούλια

 

     Ο τρόπος γνώσης της Ιστορίας αλλά και η ίδια η Ιστορία δεν αποτελούν απλά και μόνο ένα νήμα διαρκούς επαφής του παρόντος με το παρελθόν. Ουσιαστικά συνθέτουν βασικούς συντελεστές της καθημερινής τρέχουσας συνεννόησής μας, της ενεργού συνείδησής μας και της κοινωνικής μας ολοκλήρωσης.

 

     Μάλιστα σε εποχές μετασχηματισμών και εκτεταμένων ανακατατάξεων, η προσφυγή στην Ιστορία γίνεται με πιο απόλυτες απαιτήσεις όπου επικυριαρχεί η αναφορά σε σταθερές παραμέτρους ως αναγκαιότητα ασφάλειας και βεβαιότητας. Η σημερινή ισχυρή τάση προσχώρησης στην ερμηνευτική και διδακτική υφή της Ιστορίας είναι απτό παράδειγμα των προλεχθέντων.

     Βέβαια η αντίληψη περί Ιστορίας δεν είναι ενιαία, ακόμα και σε μια κοινότητα ανθρώπων με συμπαγείς εθνικούς, πολιτισμικούς και κρατικούς προσδιορισμούς. Στη θεώρησή της υπεισέρχεται η πολιτικο-ιδεολογική ταυτότητα του ατόμου, η προσωπική – εγωιστική εικόνα του, ο χαρακτήρας της συμμετοχής του στην παραγωγική διαδικασία. Όλα αυτά είναι μεταβλητές που επηρεάζουν τον ενιαίο πυρήνα της πολιτισμικής συνέχειας, όπως αυτή διαμορφώνεται από τους ποικίλους (οργανωμένους και μη) θεσμούς μιας πολιτείας.

    Οι λεπτές αποχρώσεις, που προσδιορίζουν και την τελική μορφή μιας παράστασης ως προς τη βυζαντινή περίοδο της Ιστορίας μας, για παράδειγμα, συναρτώνται από τις απόψεις μας για τον ρόλο της θρησκείας, την έννοια της μεταφυσικής, τον τρόπο συγκρότησης της εθνικής ταυτότητας κλπ. Και όχι μόνο αυτό. Αλλά όλο αυτό το «σώμα» των επιρροών είναι μεταβλητό και εξελισσόμενο. Άλλη ήταν η κρατούσα άποψη για το Βυζάντιο στην πρώιμη μεταδιδακτορική εποχή και άλλη στη σημερινή ύστερη εκδοχή της μεταπολίτευσης. Η διαφοροποίηση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί πρωτίστως, αφενός μεν στο Βαλκανικό ανακάτωμα των εθνοτήτων και των γεωπολιτικών συσχετισμών αφετέρου δε στην ιδεολογική επικυριαρχία της αριστερής ή της δεξιάς κοσμοθεώρησης.

     Ωστόσο οι εξηγήσεις αυτές δεν ικανοποιούν πλήρως το διαρκώς καινούργιο διάβασμα του ιστορικού παρελθόντος. Συχνά ο αφηγηματικός λόγος που αναφέρεται στις παλαιότερες εποχές κρύβει μια νοσταλγία για κάτι πολύ δικό μας, που δεν θέλουμε να χαθεί. Πρόκειται για μια όψη του γνωστού παιχνιδιού της συνείδησής μας με τη λήθη και τη διαγραφή. Αλλά η ιστορική κατάδυση και ενδοσκόπηση προκύπτει και από άλλη κατεύθυνση. Η γοργή επέλαση του μέλλοντος, βαρυφορτωμένο με ένα σωρό αλλαγές, μετασχηματίζει την αγωνία μας για το απρόβλεπτο και το άγνωστο σε μια ασφαλή επιλογή για τα περπατημένα μονοπάτια του παρελθόντος.

     Η κρατούσα άποψη για τη διαμόρφωση της Ιστορίας αποφαίνεται ότι υπάρχει μια ασυνέχεια στην εξέλιξή της, ασυνέχεια που προκύπτει από τη συμπύκνωση κάποιων γεγονότων, από την αστάθεια κάποιων οριακών περιπτώσεων και από τη διακριτή σπουδαιότητα «επώνυμων» προσώπων. Αλλά μέσα σε μια τέτοια σύλληψη του «διατηρητέου» παρελθόντος ο πολίτης νιώθει ασήμαντος, αισθάνεται ότι η όλη υπόθεση δεν τον αφορά άμεσα, ότι η διαπάλη του ανθρώπου απέναντι στον πανδαμάτορα χρόνο δεν αναφέρεται και στη δική του περίπτωση, ότι τελικά γίνεται «πρώτη ύλη» μνήμης και γνώσης για να διασωθούν κάποιοι άλλοι και μέσω αυτών καλείται να ενσωματώσει ένα κομμάτι του εαυτού του.

     Η δόμηση της ιστορικότητας με βάση τη λογική των ακραίων φαινομένων, των «εκτός ορίων» γεγονότων και των μακράν του «μέσου όρου» προσώπων οδηγεί στην υποβάθμιση ή και στην εξαφάνιση του υποκειμένου της γενικής μορφής πολίτη, αλλοιώνει τη χρήση των καθημερινών πραγμάτων, υπονομεύει την αυθεντικότητα των σχεδίων και των προσδοκιών. Μόνη λύση στον …συνηθισμένο άνθρωπο είναι να μεταθέσει τη δική του ευθύνη για αυτόνομη καταγραφή στην έννοια της Ιστορίας, στη γενετική συνέχειά του, στο παιδί του. Και από εκεί πάλι να αναπαραχθεί το πρόβλημα. Έτσι μοναδική ελπίδα και καταφύγιό του είναι η βιολογική του διαιώνιση, όπου η γονιδιακή του συνέχεια (κυρίως) αλλά και η πολιτισμική του συνάφεια θα δώσουν την προσωπική του «προβολή» στον μέλλοντα χρόνο, δηλαδή στην Ιστορία.

     Ο αρχαϊκός τρόπος αντίληψης της Ιστορίας, που στηρίχθηκε στο ηρωικό παράδειγμα και στο «κατόρθωμα» ή στις παραλλαγές τους, ξεκίνησε από την αχλή του Μύθου και συνεχίζεται με τα ίδια σχεδόν χαρακτηριστικά στην περίοδο του ορθολογισμού και της νεωτερικότητας. Είναι μια αντίληψη που δεν περιλαμβάνει ό,τι συνήθως ονομάζουμε «μέσο πολίτη». Και δεν εννοούμε την προσωπική του αναφορά, αλλά την αξιοποίηση των δικών του απόψεων, αξιών και προσδοκιών. Ακόμα και η έννοια του κοινωνικού καταγράφεται ως υπόστρωμα πάνω στο οποίο θα αναπτυχθεί η «επώνυμη» λογική της ιστοριογραφίας.

anthologio.wordpress.com

Διαβάστε επίσης

Η πιο δύσκολη γραφή, η γραφή της ιστορίας (β μέρος)