Του Νίκου Τσούλια

      Με τα βιβλία παίζεις. Κάποια βάζεις πάνω στο γραφείο σου, ανεξάρτητα από το αν τα διαβάζεις. Τα χαζεύεις, συζητάς μαζί τους στο πότε και πού τα διάβασες, τι σου έχει απομείνει από τη συνεύρεσή σας, πώς τα βλέπεις μέσα από την απόσταση του χρόνου, από τη ροή των πολιτικών και των κοινωνικών εξελίξεων, από τη ματιά της ηλικίας σου και από την εμπειρία σου.

      Αλλιώς διάβασες, για παράδειγμα, ένα βιβλίο του Μαρξ στη δεκαετία του 1980 και στους καιρούς της νεανικής αμφισβήτησής σου – τότε που πλεόναζε η αριστερή ιδεολογία -, αλλιώς κοιτούσες το «Κόκκινο βιβλίο» του Μάο, που επηρεασμένος από το φίλο σου ηγετικό στέλεχος της ΑΑΣΠΕ, θεωρούσες ότι ήταν το πιο επαναστατικό βιβλίο και αλλιώς το έβλεπες – από μακριά και αλάργα – όταν κατάλαβες ότι η Πολιτιστική επανάσταση ήταν ένας Κόκκινος Μεσαίωνας, μια ατέλειωτη φρίκη βαρβαρότητας.

     Αλλιώς παρατηρείς ένα επιστημονικό ξενόγλωσσο βιβλίο που συνδέθηκε αμυδρά με τη φιλοδοξία σου, για να τολμήσεις ένα άλμα στην έρευνα και απέτυχες, γιατί φοβήθηκες το ρίσκο και βρήκες δικαιολογία στην έλλειψη χρημάτων και αλλιώς αγγίζεις την Οδύσσεια που συναντιέσαι μαζί της κάθε τόσο, χωρίς καλά – καλά να ξέρεις τι είναι αυτό που σε μαγεύει και τι ψάχνεις και αναζητάς κάθε φορά.

      Για κάθε βιβλίο δημιουργείται και μια ξεχωριστή σχέση μαζί του, διαφορετικές εμπειρίες και φαντασιώσεις, ειδικευμένες αποδελτιώσεις και αναμνήσεις. Αλλά και η αυτόνομη μορφολογία και η ούτως ή άλλως ξεχωριστή προσωπικότητά τους – ναι τα βιβλία έχουν προσωπικότητα που αν δεν την ανακαλύπτεις κάθε φορά, σημαίνει ότι δεν συναντηθήκατε – που έχει διαμορφώσει σε κάθε εραστή της ανάγνωσης με μια «άλφα» κουλτούρα ή κοσμοθεωρία ή με μια «βήτα» εικόνα πολιτισμού και στάση ζωής.

      Κάθε διάβασμα ακόμα και του ίδιου βιβλίου αφήνει ένα αποτύπωμα, που διαρκώς το μεταπλάθεις – βαστώντας βέβαια το βασικό πυρήνα της σκέψης του συγγραφέα – και το οποίο το μετασχηματίζουν ακόμα και οι εξελίξεις και ο χρόνος, και έτσι έχεις πάντα μια διαρκώς εξελισσόμενη και διαφορετική σχέση με το βιβλίο. Άλλωστε στον κόσμο του Πνεύματος τίποτα δεν είναι σταθερό – όλα είναι σε διαρκή αναδημιουργία -, γιατί το Πνεύμα είναι ελεύθερο – αλλιώς δεν θα αναζητήσαμε και εμείς την ελευθερία μας, γιατί γι’ αυτή την ελευθερία διαβάζουμε και αγωνιζόμαστε, σκεπτόμαστε και εργαζόμαστε, επικοινωνούμε και αναζητούμε.

      Παίζεις και με τις βιβλιοθήκες. Βλέπεις τη διάταξη των βιβλίων και καταλαβαίνεις πώς σκεπτόσουνα την εποχή των ρυθμίσεών τους και αυτό δεν αφορά μόνο το τρόπο σκέψης στα διαβάσματά σου αλλά και την πολιτική και την ιδεολογική θεώρησή σου ακόμα και τον τρόπο ζωής σου. Αν έχεις στενή σχέση με τα βιβλία, με το διάβασμα και με το γράψιμο, τότε αυτή η σχέση σου είναι συνοδός και μάρτυρας του τι σου συνέβη ή και τι ονειρευόσουνα και τι φιλοδοξούσες κάποτε σε καιρούς αλλοτινούς.

     Πρόκειται για το ίδιο παιχνίδι που κάνεις είτε με τις παρέες σου και με τις φιλίες σου είτε με την επαγγελματική σου ενασχόληση και την κοινωνική σου δραστηριότητα. Για τους εκπαιδευτικούς η σχέση τους με τα βιβλία συναρτάται επίσης με την εξέλιξη των σχολικών βιβλίων, με την εκπαιδευτική αρθρογραφία και βιβλιογραφία και με την παραγωγή του δικού τους παράλληλου εκπαιδευτικού υλικού.

      Κάθε βιβλίο μπορεί να κρύβει και κάποια κρυφή ιστορία που μόνο εσύ ξέρεις – να είναι δώρο από έναν παλιό φίλο που δεν τον βλέπεις πια, από έναν «χαμένο» έρωτά σου, που ανοίγει πληγές ή που σου προκαλεί ενοχές, να είναι από μια αγορά του για τις ανάγκες του διδακτορικού σου ή και μιας πρόχειρης έρευνας, να είναι δωρεά από την εφημερίδα που δούλευες για να κάνεις βιβλιοπαρουσίαση, να είναι από τα τόσα και τόσα δώρα που είχαν και έχουν κάνει οι εφημερίδες – και που τις αγόραζες κυρίως για χάρη τους…

     Χωρίς να είμαι υπερβολικός θεωρώ ότι η απόκτηση κάθε βιβλίου έχει και μια συνοδευτική μικρή ιστορία – που είναι αξεδιάλυτη και από το διάβασμά του και από τη σχέση μας μαζί του. Αλλιώς κρατάς ένα βιβλίο που στο έχει δωρίσει μια όμορφη ερωτική σχέση σου και αλλιώς αν το έχεις αγοράσει εσύ…

      Με τα βιβλία κάνουμε παρέα. Βγαίνουμε βόλτα μαζί τους, γιατί σίγουρα θα τα αναζητήσουμε – ένας βιβλιοφάγος ποτέ δεν είναι μόνος του. Μπορεί και να δίνουμε το στίγμα μας με το τι βιβλία έχουμε συντροφιά – όχι σε καμιά περίπτωση για να κάνουμε κάποια επίδειξη. Το απαγορεύει η ερωτική μας σχέση με το διάβασμα και η ταπεινότητα του πνεύματος των Γραμμάτων.

     Αλλά αν βλέπεις κάποιον να έχει συντροφιά στο cafe τον «Μύθο του Σίσυφου» του Καμύ ή το «Ένα σπίτι στο λιβάδι» του ή της…, δεν καταλαβαίνεις αυθωρεί και παραχρήμα τι άνθρωπος είναι και ποιο το στερέωμα των στοχασμών του;

anthologio.wordpress.com

 

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.