Του Νίκου Τσούλια

      Δεν ήξερα σ’ εκείνους τους καιρούς ότι υπάρχουν σε πληθώρα εξωσχολικά βιβλία. Μόνο στη μικρή ντουλάπα του δημοτικού σχολείου υπήρχαν μερικά εξωσχολικά βιβλία, δυο τρία βιβλία ιστορίας, άλλα τόσα διηγήματα και μια εγκυκλοπαίδεια.

     Τα ελάχιστα μεγαλύτερα παιδιά που πήγαιναν Γυμνάσιο έφευγαν από το χωριό και έμεναν σε κάποια πόλη είτε στην Αμαλιάδα είτε στην Πάτρα – γιατί εκεί υπήρχε η δυνατότητα τα σπουδάσουν – και δεν είχαν αναφέρει – ή πάντως δεν είχα ακούσει – ότι υπάρχουν πολλά εξωσχολικά βιβλία που μπορείς να τα έχεις και εσύ στο σπίτι σου.

      Στα σπίτια μας τότε στα χρόνια της φτώχειας της δεκαετίας του 1960 μόνο τα βιβλία του σχολείου έκαναν την εμφάνισή τους ούτε και είχα ακούσει από κάποιον πατέρα να πηγαίνει στην Αμαλιάδα για να αγοράσει βιβλία. Τα μόνα αναγνώσματα που κυκλοφορούσαν κρυφά από χέρι σε χέρι (γιατί απαγορευόταν να τα διαβάζουμε γιατί θα μας … έκαναν κακό) και φυλάγονταν στις παιδικές κρυψώνες (που ποτέ κανένας μεγάλος δεν θα μπορούσε να βρει) ήταν ο «Μικρός ήρωας», ο «Μικρός Σερίφης», η «Μάσκα», ο «Ταρζάν» και κανένα «Μίκυ Μάους».

      Σαν πήγα στο Γυμνάσιο κάποιου γειτονικού χωριού, που μόλις είχε φτιαχτεί γιατί άρχισαν να πηγαίνουν περισσότερα παιδιά στο Γυμνάσιο (και κυρίως αυτά που έβγαζαν απολυτήριο του Δημοτικού με 7, 8, 9 και 10 ή αυτά που αξιολογούσαν οι δάσκαλοι όταν τους ρωτούσαν οι γονείς), εκεί συνάντησα κανονική βιβλιοθήκη με καμιά πενηνταριά βιβλία. Ονειρεύτηκα αμέσως σαν την είδα.

     Θα κάνω και εγώ βιβλιοθήκη στο σπίτι μου. Λάτρευα το διάβασμα και δεν ήταν μόνο ότι ήταν ο μοναδικός δρόμος για να φύγω από το χωριό αλλά κυρίως γιατί μου ικανοποιούσε την πληθωρική φαντασία μου. Ήμουνα πάντα ένας ονειροπαρμένος. Καθετί που έβλεπα ή που μου ερχόταν στο μυαλό το μετέφερα στον κόσμο των ονειροπολήσεων και ανακάτευα πάντα την πραγματικότητα με τη φαντασία. Και με γοήτευε τόσο πολύ αυτό το παιχνίδι, που δεν νομίζω ότι δεν το εγκατέλειψα ποτέ!

      Και σαν πρώτευσα στην Α΄ τάξη του Γυμνασίου οι καθηγητές μου έκαναν δώρο ένα βιβλίο, τις «Ανακαλύψεις του Λουί Παστέρ». Πιο πολύ χάρηκα το βιβλίο παρά την πρωτιά και τέλος πάντων την πρωτιά την είδα σαν τρόπο για την απόκτηση βιβλίου. Γιατί έβαλα αμέσως πλώρη για την επόμενη χρονιά. Αυτό το δώρο ήταν ο πρώτος φαντασιοδημιουργός επισκέπτης που μπήκε στο σπίτι μου και στην καρδιά μου από το μαγικό κόσμο των βιβλίων. Και φυσικά αμέσως ονειρεύτηκα και βρέθηκα στο μακρινό μέλλον. Το είχα επινοήσει πριν το διαμορφώσει ο χρόνος και η ζωή – και αυτό είναι μια απόδειξη ότι η πραγματικότητα δεν είναι αυτό που νομίζουμε.

      Γεμάτο το διαμέρισμά μου βιβλία. Παντού βιβλιοθήκες, μεγάλες και μικρές, εντυπωσιακές (στο σαλόνι και στο γραφείο μου) και ταπεινές (σε κάθε γωνιά). Βιβλιοθήκες και στο χωριό, στο μεγάλο σπίτι πλέον, οι τοίχοι δεν γυμνοί όπως σ’ εκείνους τους καιρούς. Τα βιβλία είναι η καθολική, η απόλυτη εικόνα, όπου γυρίσεις το βλέμμα σου στους δικούς μου χώρους, στις εστίες μου.

     Πήρα εκδίκηση από το φοβερό έλλειμμα εκείνων των χρόνων της φτώχειας. Αγόραζα βιβλία και γι’ εκείνους τους καιρούς. Διάβαζα και διαβάζω και παιδικά βιβλία, γιατί δεν τα συνάντησα στο μακρύ δρόμο της ανάγνωσης και έτσι έπρεπε να γυρίζω ξανά και ξανά πίσω. Παλιότερα είχα προοικονομήσει το μέλλον, τώρα ανασυσταίνω το παρελθόν – το γέμιζα με βιβλία και με διάβασμα, διάβασμα, διάβασμα.

      Ένιωθα και είμαι ευτυχισμένος, απόλυτα ευτυχισμένος γιατί έχω πολλά βιβλία, και το διάβασμά τους γεμίζει και άλλη μια ζωή μου και έτσι δεν μπορώ να έχω κανένα ουσιαστικό παράπονο ούτε από τους άλλους ούτε από τον εαυτό μου. Απέκτησα δε και σχέσεις με εκδότες και με στελέχη εκδοτικών οίκων, και με φρόντιζαν γενναιόδωρα και αυτοί.

     Νιώθω πληρότητα, γιατί κοντά με το πάθος μου για διάβασμα αναπτύχθηκε και φούντωσε το πάθος μου για γράψιμο και όταν έγινα «συγγραφέας» εκδίδοντας το πρώτο μου βιβλίο, γεύθηκα την τελείωση των ονείρων μου, την εκπλήρωση των παιδικών ονείρων και αυτό είναι η απόλυτη μαγεία που μου δώρισε η ζωή ή που την κατέκτησα εγώ – δεν έχει καμιά σημασία τι από τα δύο συμβαίνει…

      Πήρα εκδίκηση για όλες τις στερήσεις εκείνων των εποχών. Αλλά δεν είχα φανταστεί την αντεκδίκηση των καινούργιων εποχών. Να το πω διαφορετικά. Πάντα όταν αγόραζα ένα βιβλίο, συλλογιζόμουνα ότι μελλοντικά θα τσακώνονται τα παιδιά μου ποιο θα πάρει τα περισσότερα ή τα καλύτερα, ότι θα διαβάζουν χωρίς τις δικές μου ελλείψεις, ότι θα χορτάσουν διάβασμα και θα με έχουν ψηλά στη συνείδησή τους και στην καρδιά τους για την περιουσία που θα τους άφηνα.

     Ήλθε  η …αντεκδίκηση όμως από εκεί που δεν το φανταζόμουνα. Ποιος, εγώ ο μόνιμα φαντασιοβαρεμένος δεν το είχα φανταστεί. Ήλθε από το διαδίκτυο! Αλλά δεν είπα ακόμα την τελευταία μου λέξη και θα πάρω …αντεκδίκηση στην αντεκδίκηση. Θα την φανερώσω άλλη φορά. Έχω μια βεβαιότητα: Το μέλλον θέλει πολλή γνώση, οπότε…

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθροΤελικοί αξιολογικοί πίνακες των Προκηρύξεων 3ΕΑ/2019 και 4ΕΑ/2019 του ΑΣΕΠ
Επόμενο άρθροΕπιβάλλεται υπευθυνότητα!
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.