Του Δημήτρη Χρυσόπουλου, Φιλόλογου – Ιστορικού  

Τα παιδιά άρχισαν σιγά – σιγά να επιστρέφουν στα σχολεία, στα Λύκεια πρώτα και στα Γυμνάσια μετέπειτα, και πλέον ήρθε η σειρά των Δημοτικών αλλά και των παιδικών σταθμών. Αν κρίνουμε τουλάχιστον από τα όσα είδαν το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες ημέρες, η κυβέρνηση βρίσκεται κοντά στην απόφαση για άνοιγμα και των δύο αυτών βαθμίδων… Παρατηρώ, όμως, ότι όλο και περισσότεροι είναι εκείνοι που διαφωνούν με μία τέτοια εξέλιξη.

Κυριακή κοντή γιορτή, λέει ο θυμόσοφος λαός μας… Από Δευτέρα και αφού η κυβέρνηση εξετάσει όλα τα σενάρια για την επιστροφή των μαθητών του Δημοτικού στα σχολεία συνεκτιμώντας την πορεία της πανδημίας του κορωνοϊού και τα αποτελέσματα των πρώτων φάσεων της άρσης των μέτρων, μεταξύ αυτών και της επιστροφής στα θρανία των μαθητών Γυμνασίου και Λυκείου, θα αποφασίσει οριστικά για το τι μέλλει γενέσθαι και για τα Δημοτικά.

Τα σενάρια είναι δύο και αφορούν επιστροφή είτε την 1η Ιουνίου είτε την 1η Σεπτεμβρίου, την ώρα που το υπουργείο Παιδείας δηλώνει έτοιμο για την επαναλειτουργία των Δημοτικών, με όποια επιλογή προκριθεί. Σημειώνεται σε κάθε περίπτωση ότι αν τα δημοτικά ανοίξουν την 1η Ιουνίου, τα παιδιά θα κάνουν μαθήματα έως τις 30 Ιουνίου.

Η συγκεκριμένη, όμως, απόφαση, όποια κι αν είναι, σίγουρα θα έχει θετικά και αρνητικά. Αν υποθέσουμε, λοιπόν, ότι τα Δημοτικά σχολεία μπορούν να λειτουργήσουν ξανά στο άμεσο επόμενο διάστημα, θαρρώ ότι η επάνοδος των μαθητών θα γίνει όχι τόσο για εκπαιδευτικούς λόγους, καθώς η πρόοδος σε λίγες ημέρες διδασκαλίας θα είναι μικρή, όσο για λόγους κοινωνικότητας και ευρύτερου παιδαγωγικού χαρακτήρα, με την εκμάθηση των κανόνων υγιεινής και ατομικής προστασίας.

Αν ανοίξουν τα δημοτικά, έχοντας ήδη επιστρέψει σε μεγάλο βαθμό στις υπόλοιπες καθημερινές υποχρεώσεις και δραστηριότητές μας, σίγουρα δημιουργείται η αίσθηση μιας κάποιας «κανονικότητας», όσο φυσικά είναι εφικτό να χρησιμοποιηθεί αυτός ο όρος. Παράλληλα, το άνοιγμα των Δημοτικών θα επιτρέψει στους γονείς μικρών παιδιών να επιστρέψουν στην εργασία τους, ενώ φυσικά θα υπάρξει ξανά επαφή των παιδιών με την εκπαιδευτική διαδικασία καθώς όλοι γνωρίζουμε πως η τηλεκπαίδευση σ’ αυτές τις ηλικίες δεν έχει τα αποτελέσματα που θα θέλαμε, λόγω φυσικά και της μικρής ηλικίας των παιδιών.

Στην αντίπερα όχθη, όμως, γνωρίζουμε καλά πως τα μικρά παιδιά δεν μπορούν να κρατάνε αποστάσεις, όλη την ώρα τρέχουν προς κάθε κατεύθυνση, σπρώχνονται, πιάνει το ένα το άλλο, μαλώνουν, πιάνονται από τα χέρια, αγκαλιάζονται… Οι δάσκαλοι θα πρέπει συνεχώς να τους λένε να κρατάνε αποστάσεις, εκείνα δύσκολα θα ακούν αφού σύντομα θα ξεχνιούνται και στο τέλος ίσως ακόμη και να αγανακτήσουν με όλες αυτές τις απαγορεύσεις από τους δασκάλους. Θα νιώθουν και τα ίδια τα παιδιά πίεση που δε θα μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα. Όλο αυτό πιστεύω θα τους γεμίσει άγχος και φόβο και θυμό. Επίσης, ας μην λησμονούμε και τις υψηλές θερμοκρασίες που πιθανώς θα δημιουργήσουν ένα δύσκολο σκηνικό για όλους όσοι εμπλέκονται στη συγκεκριμένη διαδικασία.

Όλοι ξέρουμε καλά πως τα παιδιά του δημοτικού και θα παίξουνε και θα πέσουν το ένα πάνω στο άλλο και θα πλησιάσουν τον δάσκαλό τους από κοντά για να του πουν κάτι. Αυτό είναι το φυσιολογικό. Έτσι είναι τα παιδιά και οτιδήποτε άλλο θα ήταν αντίθετο στη φύση τους. Δεν ξέρω κατά πόσο είναι εύκολο να τηρηθεί στενή παρακολούθηση στα παιδιά των μικρών τάξεων του δημοτικού. Όσες φορές κι αν τους μιλήσεις αυτά θα πάρουν το μολύβι του διπλανού, θα πιουν νερό από ξένο μπουκάλι, θα φάνε μπισκότα και τσιπς δύο τρία μαζί, θα βάλουν το χέρι στο στόμα και άλλα πολλά!

Κι επειδή όλα αυτά γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά ότι ισχύουν, ίσως θα ήταν καλύτερο σε μια ενδεχόμενη επιστροφή των μαθητών την 1η Ιουνίου αυτό να ίσχυε μόνο για τα παιδιά της Ε’ και της ΣΤ’ Δημοτικού που είναι σε θέση να προσέχουν περισσότερο. Επιπρόσθετα, μία τέτοια λύση θα επιτρέψει τη λειτουργία καθημερινών τάξεων με έως 15 μαθητές, αφού θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και οι αίθουσες των υπόλοιπων τάξεων. Παράλληλα, τα παιδιά αυτά ίσως χρειάζονται περισσότερο την επιστροφή τη δεδομένη χρονική στιγμή αφού οι απαιτήσεις των δύο αυτών τάξεων σαφώς και είναι αυξημένες σε σχέση με τις υπόλοιπες, ειδικά η ΣΤ΄ Δημοτικού που βρίσκεται προ των πυλών του Γυμνασίου…

Αν, πάντως, τα παιδιά επιστρέψουν στις σχολικές αίθουσες ήδη δόθηκαν οδηγίες από το υπουργείο για τα μαθήματα όλων των τάξεων και ειδικά στο μάθημα της γλώσσας, μεταξύ άλλων, επισημαίνεται να δοθεί έμφαση στην ανάπτυξη της αναγνωστικής ικανότητας και την κατανόηση του κειμένου, στην παραγωγήγραπτού λόγου βάση των κειμενικών ειδών που έχουν προλάβει να διδαχτούν και σε αρκετά γραμματικά και συντακτικά φαινόμενα.

Όπως και να έχει, οι συνθήκες δεν επιτρέπουν τον παραμικρό εφησυχασμό για κανέναν. Γονείς και εκπαιδευτικοί δικαίως ανησυχούν… Η απόφαση δεν είναι εύκολη σε καμία περίπτωση. Το καλύτερο για κάθε γονιό είναι να βλέπει το παιδί του να μορφώνεται ολόπλευρα μέσα σε ένα υγιές και ασφαλές σχολικό περιβάλλον. Ας ελπίσουμε ότι όλα θα πάνε κατ’ ευχήν…

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.