Του Νίκου Τσούλια

      Η βαθιά, πολύπλευρη και μακρόχρονη – από ό,τι διαφαίνεται – κρίση της χώρας μας θα επηρεάσει αναπόφευκτα πολλές σταθερές αναφορές της σύγχρονης ιστορίας μας και θα μετασχηματίσει και αρκετά πολιτισμικά μας στοιχεία. Και επειδή η κρίση δεν αφορά μόνο τη χώρα μας αλλά και την ευρύτερη υπερεθνική δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.)., έχει νόημα και αξία να συζητήσουμε και αυτή τη διάσταση της πολιτικής μας.

      Η ευρωπαϊκή στρατηγική της Ελλάδας προκύπτει από ιστορικά, εθνικά, πολιτισμικά, γεωπολιτικά και οικονομικά στοιχεία. Είναι μια «ολιστική επιλογή» των μεγάλων συμφερόντων του λαού και του έθνους μας και δεν αφορά μια απλή τρέχουσα συγκυρία. Το μεγάλο μέρος του πολιτικού μας κόσμου αλλά και η ελληνική κοινωνία επιθυμούν – όσο τίποτα άλλο – την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας μας. Είναι μια μεγάλη εθνική επιταγή η συνοδοιπορία μας με τις άλλες χώρες της Ευρώπης.

      Έχουμε εδώ μια προνομιακή αναφορά, τη μεγάλη μας πολιτισμική συνεισφορά σε ό,τι σήμερα προσδιορίζεται όχι μόνο ως ευρωπαϊκός αλλά και ευρύτερα ως δυτικός πολιτισμός. Είναι επομένως η έννοια και το σχήμα της Ευρώπης και δικό μας συνδημιούργημα και καμιά αλλότρια σκοπιμότητα – είτε δική μας είτε ξένη – δεν μπορεί να αναιρέσει αυτή την ιστορική πραγματικότητα. Πρόκειται για μια κεντρική συνεισφορά, για τη συμμετοχή μας στον πυρήνα διαμόρφωσης αυτής της γεωγραφικής / πολιτισμικής / πολιτικής ενότητας, αρκεί να αναλογιστούμε μόνο μια διάσταση αυτού του γεγονότος αφού «ο δυτικός πολιτισμός ήδη από την εποχή που αναπτύσσεται η ελληνική σκέψη, έτεινε προς τον ορθολογισμό, επομένως προς την απομάκρυνση από τη θρησκευτική ζωή»[i]. Και αυτό συνιστά μια βασική παράμετρο των σημερινών εξελίξεων.

      Σε καμιά περίπτωση και υπό το βάρος μιας πρόσκαιρης ιστορικά κρίσης δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η ευρωπαϊκή εικόνα της Ελλάδας. Σε μια περίοδο όπου οι αβεβαιότητες και η διακινδύνευση παραμένουν σε υψηλά επίπεδα όσον αφορά το διεθνές σκηνικό, όπου οι χώρες τείνουν να συνασπιστούν σε ευρύτερα υπερεθνικά πεδία και «ολοένα και περισσότερο το εθνικό κράτος παρακάμπτεται από την περιφερειακότητα (πυροδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα[ii], όπου τα κράτη της περιοχής μας επιδιώκουν την πάση θυσία ένταξή τους στην ευρωζώνη, η Ελλάδα δεν μπορεί να κουβεντιάζει ούτε καν σαν υποψία την έξοδό της από την ευρωπαϊκή κοινότητα. Και φυσικά μπορεί η ευρωζώνη να μην ταυτίζεται απόλυτα με την ευρωπαϊκή ιδέα, αλλά μια πορεία απομάκρυνσής μας από το ενεργό κέντρο των αποφάσεων του μέλλοντος της Ευρώπης θα σημαίνει – κατά τη γνώμη μου – μείζονα εθνική καταστροφή! Και αυτό όχι μόνο για γεωπολιτικούς λόγους και μόνο. Αρκεί να σκεφτούμε την εξής «εφιαλτική» εικόνα, να είναι στην ευρωζώνη η Τουρκία, η Αλβανία και η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας – για να μείνω στα κράτη τα οποία εμφανίζουν και αναθεωρητικές εθνικές τάσεις – και η Ελλάδα να ζει με τη δραχμή της και με την απομόνωσή της…

      Ως εκ τούτου, η κυβέρνησή μας όχι μόνο οφείλει να εγκαταλείψει τη δημαγωγία περί εξόδου μας από την ευρωζώνη, αλλά και να διακηρύξει με τον πιο σαφή και κατηγορηματικό τρόπο ότι απορρίπτει κάθε ιδέα αποκόλλησής της από τον ευρωπαϊκό δρόμο. Αλήθεια έχουμε αναλογιστεί ποια είναι η εικόνα του σημερινού διεθνούς σκηνικού και τι άλλο υπάρχει ως επιλογή υπερεθνικής αναφοράς για τη χώρα μας; Υπάρχουν ο μουσουλμανικός κόσμος, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Μέση Ανατολή, οι Αραβικές χώρες, το Ισραήλ, η Ρωσία, η Κίνα, το Ιράν, η Ινδία, η Ιαπωνία κτλ. Πού μπορούμε να έχουμε κάποιου είδους προνομιακή αναφορά πέραν της Ευρώπης, όταν μάλιστα «η μεγάλη μάχη του 21ου αιώνα θα θέσει αντιμέτωπους το φονταμενταλισμό εναντίον της κοσμοπολίτικης ανοχής;»[iii].

      Σ’ αυτό το ζήτημα δεν διακυβεύονται απλά και μόνο τα εθνικά μας συμφέροντα αλλά και η πολιτισμική μας ταυτότητα. Η Ευρώπη – παρά τα προβλήματά της – παραμένει εδώ και αρκετούς αιώνες η πρωτοπόρος δύναμη για τη δημοκρατία και για τον πολιτισμό. Η Ευρώπη είναι μια μεγάλη αφήγηση της ιστορίας του ανθρώπου. «Σχηματίστηκε, όπως και ο κορμός των δέντρων, από διαδοχικά στρώματα, διαφορετικής ηλικίας το καθένα. Είναι ταυτόχρονα ενότητα και ποικιλία. Και οι διάφορες εθνικές ενότητες δεν αποτελούν άρνηση της ευρωπαϊκής πραγματικότητας»[iv].

[i] Braudel, F. (2002), Η γραμματική των πολιτισμών, Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας, σ. 78

[ii] Drucker, P. (2000), Μετακαπιταλιστική κοινωνία, Αθήνα: Cutenberg, σ. 193

[iii] Γκίντενς, Α. (2002), Ο κόσμος των ραγδαίων αλλαγών, Αθήνα: Μεταίχμιο, σ. 37

[iv] Braudel, F. (2002), Η γραμματική των πολιτισμών, Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας, σ. 479, 535

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.