Ο συντηρητισμός διαβρώνει διδασκαλία και εκπαιδευτικό

Του Νίκου Τσούλια

     Παράδειγμα πρώτο. Ας φανταστούμε την εξής σκηνή. Είναι ο εκπαιδευτικός στη σχολική αίθουσα και βρίσκεται στη φάση αξιολόγησης των μαθητών του για να σταθμίσει το βαθμό αφομοίωσης των γνώσεων του προηγούμενου (και όχι μόνο) μαθήματος. Στο πίσω μέρος της αίθουσας κάθεται ο σχολικός σύμβουλος και αξιολογεί τον εκπαιδευτικό που αξιολογεί τους μαθητές σημειώνοντας τις παρατηρήσεις του στο «φύλλο – φόρμα» που έχει ετοιμάσει με βάση το σχέδιο του Π.Δ. του Υπουργείου Παιδείας!

     Ας αναρωτηθούμε τι εντύπωση διαμορφώνουν οι μαθητές για τον εκπαιδευτικό που βρίσκεται περίπου στην ίδια μοίρα με αυτούς, που κρίνεται στο αν μπορεί να κάνει καλό μάθημα ή όχι. Πού θα είναι το ενδιαφέρον τους και ουσιαστικά τι θα τους απασχολεί;

     Ας συνεχίσουμε την σκέψη μας και ας δούμε τη συνέχεια. Ένας εκπαιδευτικός μπορεί να χαρακτηριστεί «ελλιπής»: 0 έως 30 βαθμοί, β) «επαρκής»: 31 έως 60 βαθμοί γ) «πολύ καλός»: 61 έως 80 βαθμοί και δ) «εξαιρετικός»: 81 έως 100 βαθμοί. Οι εκθέσεις των σχολικών συμβούλων δημοσιοποιούνται και επομένως γίνονται γνωστοί και στους μαθητές. Στη συνέχεια οι μαθητές και κυρίως οι γονείς τους θα επιδιώκουν να έχουν στο τμήμα τους τους «εξαιρετικούς» εκπαιδευτικούς και σε καμιά περίπτωση τους «ελλιπείς». Αλλά τι θα σημαίνει αυτό στην πράξη;

     Προφανώς οι μαθητές έχουν τη δική τους ματιά αξιολόγησης των εκπαιδευτικών τους και αρκούνται σ’ αυτή. Όμως για τους γονείς τα πράγματα αλλάζουν. Θα μπορούν να ισχυριστούν ότι αφού επίσημα ο τάδε εκπαιδευτικός δεν κάνει καλά τη δουλειά του, δεν τον θέλουμε να διδάσκει στα παιδιά μας και μάλιστα θέλουμε τον «τάδε». Αν ένας εκπαιδευτικός κριθεί ελλιπής, τι προβλέπεται; Να επιμορφωθεί. Ωραία, και πού και πώς θα συμβεί αυτό, όταν ξέρουμε δεκαετίες και δεκαετίες ακόμα σε εποχές οικονομικής δυνατότητας ότι δεν υπήρξε ποτέ στοιχειωδώς ικανοποιητικό σχήμα επιμόρφωσης; Η επιμόρφωση αφορά μόνο τους κακούς εκπαιδευτικούς ή το σύνολο των εκπαιδευτικών; Υπάρχει καμιά συστηματική επιμόρφωση στους εκπαιδευτικούς όλα αυτά τα χρόνια; Ο «ελλιπής», που βρίσκεται μακριά από τα αστικά κέντρα, θα φύγει από το σχολείο του και σε ποιο κέντρο επιμόρφωσης θα πάει;

     Ας αναρωτηθούμε ποιοι άλλοι κλάδοι του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα υφίστανται αυτή τη δοκιμασία, να εξετάζονται και να βαθμολογούνται κατά τη διάρκεια της άσκησης της εργασίας τους. Αν αυτή η δοκιμασία, μπορεί να κάνει πιο καλούς τους δασκάλους και τους καθηγητές δημοτικών και γυμνασίων και λυκείων, γιατί δεν επεκτείνεται και στους καθηγητές των πανεπιστημίων;

     Σε μια συγκεκριμένη ημέρα προκαθορισμένη από αξιολογούμενο και αξιολογητή λαμβάνει χώρα η σκηνή που περιγράψαμε. Προφανώς οι μαθητές θα έχουν ενημερωθεί σχετικά – γιατί να μην έχουν άλλωστε – και θα βάλουν τα δυνατά τους να ανταποκριθούν όσο το δυνατόν καλύτερα στην εξέταση του εκπαιδευτικού τους. «Μια μέρα είναι και θα περάσει», θα σκεφτούν όλοι και μετά επανερχόμαστε στην καθιερωμένη μας λειτουργία. Το όλο σκηνικό είναι μια εικόνα από τα πολύ παλιά χρόνια – εκείνα του επιθεωρητισμού, μόνο που τώρα δεν θα τίθενται στην ατζέντα τα πολιτικά φρονήματα.

     Παράδειγμα δεύτερο. Ο Σύλλογος Διδασκόντων του σχολείου μετασχηματίζει τη σημερινή παραδοσιακή και εν πολλοίς «παγιοποιημένη» λειτουργία του και εντάσσει την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου συνολικά ως μια βασική συνιστώσα της σχολικής ζωής. Συγκεκριμένα, αξιοποιεί την πρόταση της ΟΛΜΕ για την εσωτερική αξιολόγηση αφενός προσαρμόζοντάς την στις ιδιαίτερες συνθήκες του σχολείου και αφετέρου εξειδικεύοντάς την με βάση τη δική του κουλτούρα, συλλογική και προσωπική (των εκπαιδευτικών).

     Στην αρχή της σχολικής χρονιάς κάνει τον απαραίτητο προγραμματισμό σε όλα τα επίπεδα: γενικό μαθησιακό, παιδαγωγικό, πολιτισμικό. Στη συνέχεια προσδιορίζει τους στόχους του σχολείου σε ομάδες μαθημάτων (που αντιστοιχούν στους κλάδους των εκπαιδευτικών), σε κάθε μάθημα χωριστά και κάθε εκπαιδευτικός χωριστά. Σε αυτό το διάλογο λαμβάνονται υπόψη: τα αναλυτικά προγράμματα, η μαθησιακή ύλη, τα σχολικά βιβλία, οι υποδομές (εργαστήρια, ειδικές αίθουσες, τεχνολογικός εξοπλισμός κλπ). Γύρω από όλο αυτό το συνολικό – γενικό και ειδικό – εκπαιδευτικό πλαίσιο γίνεται διάλογος, ανταλλαγή απόψεων και προτάσεων και τελικά καταλήγουν σε ένα συγκεκριμένο σχέδιο υλοποίησης.

     Στη μέση της σχολικής χρονιάς γίνεται μια πρώτη αξιολόγηση – διαμορφωτικού και διορθωτικού χαρακτήρα. Γίνεται αποτίμηση της πορείας σε γενικό επίπεδο, σε ομάδες μαθημάτων, σε κάθε μάθημα και από κάθε εκπαιδευτικό. Αξιολογούνται όλες οι όψεις αυτού του πολυσύνθετου έργου με κριτική αλλά και με αυτοκριτική διάθεση για συνολική βελτίωση των παραγόντων που εξαρτώνται από τις δυνατότητες του Συλλόγου Διδασκόντων και των εκπαιδευτικών.

     Στο τέλος της σχολικής χρονιάς γίνεται διεξοδικός διάλογος με οργανωμένο σχέδιο για τα συνολικά αποτελέσματα του εκπαιδευτικού έργου. Καταγράφονται οι επιτυχίες, οι ελλείψεις, οι αδυναμίες, οι σχετικές προτάσεις. Η συγκεκριμένη έκθεση αποτελεί πεδίο διαλόγου με τους σχολικούς συμβούλους και με βάση αυτό το διάλογο οι σχολικοί σύμβουλοι προτείνουν τις δικές τους απόψεις. Κάθε χρόνο η όλη εμπειρία αποτελεί ένα καινούργιο βήμα για την επόμενη χρονιά. Οι εκπαιδευτικοί μέσα από όλη αυτή τη διαδικασία διαμορφώνουν ένα επιπλέον πεδίο μάθησης και άσκησης της εργασίας των.

 

Υ.Γ.

Θα συνεχίσουμε στο β΄ μέρος.

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.