Του Δημήτρη Χρυσόπουλου, Φιλόλογου – Ιστορικού  

Οι ερχόμενες μόνιμες προσλήψεις εκπαιδευτικών σίγουρα αποτελούν ένα θέμα το οποίο έρχεται να δημιουργήσει συζητήσεις επί συζητήσεων ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί η όλη διαδικασία… Κι αυτό διότι ο καθένας μας θα δει το ζήτημα από την οπτική γωνία που πιθανότατα τον συμφέρει! Είναι μια πραγματικότητα, λυπηρή μεν, αληθινή δε!

Αρχικά το πρώτο δεδομένο που έχουμε είναι ότι οι προσλήψεις δεν θα γίνουν με γραπτό διαγωνισμό ΑΣΕΠ, όπως αναμέναμε, αλλά με πίνακες κατάταξης. Έτσι κάθε υποψήφιος, εφόσον κατέχει τα γενικά και απαιτούμενα προσόντα διορισμού / συμμετοχής, κατατάσσεται, κατά κλάδο ή ειδικότητα, σε πίνακες κατάταξης κατά φθίνουσα σειρά συνολικής βαθμολογίας, όπως αυτή προκύπτει από την αθροιστική βαθμολόγηση των κριτηρίων.

Άραγε, όμως, είναι δίκαιο όλο αυτό διερωτώμαι; Σίγουρα, πιστεύω, ότι θα ήταν πιο δίκαιο να υπάρξει γραπτός διαγωνισμός και μια πριμοδότηση σε όσους έχουν μεγάλη προϋπηρεσία ως αναπληρωτές. Με τον γραπτό διαγωνισμό θα μπορούσαμε -εν μέρει- να ανταγωνιστούμε άπαντες επί ίσοις όροις. Και λέω εν μέρει διότι και γραπτός διαγωνισμός να γινόταν κάποιοι θα αδικούνταν και πάλι!

Ωστόσο, ένας διαγωνισμός συνεπάγεται επαρκή χρόνο διοργάνωσης (να βγει νέο νομοσχέδιο, να κατατεθεί στη βουλή, να ψηφιστεί, να γίνουν οι επιτροπές που θα ορίσουν την ύλη και τον τρόπο εξέτασης, να βγουν τα θέματα και τουλάχιστον ένα εύλογο χρονικό διάστημα μεταξύ ανακοίνωσης και διοργάνωσης) και χρήμα διότι οι διορθωτές των γραπτών θα πρέπει να πληρωθούν επιπλέον και φυσικά δεν θα είναι και λίγοι. Επομένως, ένας διαγωνισμός στην καλύτερη θα γινόταν το 2021, θα κόστιζε αρκετά και πιθανότατα γι’ αυτό δεν επιλέχθηκε…

Ένα ακόμη ζήτημα που έρχεται επίσης να τεθεί αφορά τα μοριοδοτούμενα σεμινάρια και τα μεταπτυχιακά… Πραγματικά, ώρες – ώρες με τρελαίνει να μπαίνω σε εκπαιδευτικά σάιτ και να μου πετάει ατέλειωτες διαφημίσεις για μοριοδοτούμενα σεμινάρια και μεταπτυχιακά, στα περισσότερα εκ των οποίων δεν αποκτάς καμία γνώση, παρά μόνο σου δίνουν ένα χαρτί επί πληρωμή. Δεν έχει σχέση με τίποτα από όσα ονειρευόμουν, όταν αποφάσισα να ασχοληθώ με την εκπαίδευση και να εμβαθύνω στο γνωστικό μου αντικείμενο που τόσο αγαπώ. Το κριτήριο, πλέον, για να αποκτήσει κανείς τους τίτλους αυτούς, δεν είναι ούτε οι ακαδημαϊκές επιδόσεις ούτε και η όρεξη για δουλειά και γνώση, αλλά το μόνο που μετράει είναι αν διαθέτει το κατάλληλο αντίτιμο για να λάβει το χαρτί. Λυπάμαι πολύ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είμαι υπέρ της εμβάθυνσης των γνώσεών μας και της απόκτησης περαιτέρω εφοδίων, με την υποσημείωση, όμως, ότι αυτά δεν πρέπει να είναι αποκλειστικά χρησιμοθηρικά, όπως ακριβώς δηλαδή συμβαίνει στην πλειονότητα σήμερα! Τις επιπρόσθετες γνώσεις πρέπει να τις αποκτούμε για να γίνουμε καλύτεροι στο αντικείμενό μας, να εξελισσόμαστε, να προοδεύουμε, να ανοίγουμε νέους ορίζοντες γνώσης και δημιουργίας και όχι, αποκλειστικά και μόνο, για να κερδίσουμε μια θέση στο δημόσιο.

Συνεχώς το κράτος ζητάει μεταπτυχιακά και διδακτορικά. Πόσοι άραγε από τους ήδη διορισμένους διαθέτουν αυτά τα προσόντα; Και γιατί ένα δεύτερο πτυχίο ή ένα μεταπτυχιακό να κάνει κάποιον περισσότερο ικανό από έναν εκπαιδευτικό που δουλεύει χρόνια σε ένα φροντιστήριο και γνωρίζει πολύ καλά το αντικείμενό του; Νομίζω, λοιπόν, ότι ήταν καλύτερα τα παλαιότερα χρόνια με την επετηρίδα διότι ήξερες ότι κάποτε θα διοριστείς.

Ναι, ήταν ένα τρόπος κατάλληλος, σε μια άλλη εποχή βέβαια, που οι απόφοιτοι Φιλολογίας δεν ήταν τόσες χιλιάδες. Με τα σημερινά δεδομένα, που οι αδιόριστοι πτυχιούχοι φιλόλογοι μπορεί να φτάνουμε και εξαψήφιο αριθμό, η μόνη πιθανότητα που θα είχε κάποιος να μπει στο σχολείο μέσω επετηρίδας θα ήταν στα 60 του! Το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο και ξεκινά από τον τρόπο εισαγωγής στις σχολές. Πολλές θέσεις και πολλά τμήματα. Δεν θα επεκταθώ, όμως, διότι τα έχουμε επισημάνει σχετικά σε προηγούμενο άρθρο μέσω της πάντα φιλόξενης στήλης του «www.filologikos-istotopos.gr».

Καλά όλα αυτά, στο κρίσιμο, όμως, ερώτημα «υπάρχει ακριβοδίκαιος τρόπος διορισμού εκπαιδευτικών» ποια είναι η απάντηση; Η απάντηση σαφώς και είναι «όχι», κατά τη γνώμη μου, όμως, αν γινόταν ένας συνδυασμός κινήσεων με περιορισμό των φιλολογικών τμημάτων, την τοποθέτηση πλαφόν στις βάσεις εισαγωγής και παράλληλα ακολουθούνταν η επετηρίδα, ίσως τα πράγματα να γινόταν καλύτερα για όλους… Και φυσικά να μην ξεχνάμε την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, την οποία και σχολιάσαμε την προηγούμενη εβδομάδα…

Το μόνο σίγουρο είναι πάντως… πέρα από τον τρόπο διορισμού (γιατί αυτή η κουβέντα είναι μεγάλη και δυστυχώς οι αντίρροπες δυνάμεις πολλές) ότι πρέπει σαν εκπαιδευτικοί να βρίσκουμε τρόπους να βελτιωνόμαστε και να προσφέρουμε στην εκπαίδευση όσο περισσότερο μπορούμε και με άλλους τρόπους. Άλλωστε η μόνη απασχόληση για τους εκπαιδευτικούς σίγουρα δεν είναι μόνο το δημόσιο ελληνικό σχολείο (και δεν αναφέρομαι σώνει και καλά στα φροντιστήρια). Υπάρχουν και άλλες δομές που μπορούμε να συμβάλλουμε και να βάλουμε και εκεί το λιθαράκι μας. Θέληση να υπάρχει και σωστός προγραμματισμός από όλα τα συμβαλλόμενα μέρη…

Συμπερασματικά, θεωρώ ότι οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί είμαστε άνθρωποι του καθήκοντος, που μοχθούμε και ενδιαφερόμαστε όχι μόνο για την εκπαίδευση και για τη σωστή επιτέλεση του έργου μας, αλλά και για την κατάρτισή μας. Επομένως, όλοι μας έχουμε δικαίωμα να επιζητούμε ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση, στην εργασία και σε ένα καλύτερο μέλλον. Δυστυχώς, λίγοι είναι εκείνοι που θα το καταφέρουν, οι υπόλοιποι θα πορευτούμε και θα παλέψουμε, όπως έχουμε μάθει να το κάνουμε όλα αυτά τα χρόνια. Εύχομαι το νέο έτος να δώσει δύναμη σε όλο τον κόσμο να αντεπεξέλθει σε όσα άσχημα συμβαίνουν και πάνω απ’ όλα υγεία… Δίχως υγεία, όλα τα υπόλοιπα είναι άχρηστα!

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.