Του Νίκου Τσούλια

     Ήταν φυσικό και επόμενο, καταπώς λέμε σε τέτοιες περιπτώσεις, στις οποίες η εξέλιξη των πραγμάτων προκαθορίζεται με σχεδόν απόλυτο τρόπο. Αν αθροίζεις συνεχώς αντικείμενα σε έναν συγκεκριμένο χώρο, κάποια στιγμή θα δημιουργηθεί αδιαχώρητο και άλυτο πρόβλημα. Αλλά δεν είναι μόνο πρόσθεση φυσικών αντικειμένων στην περίπτωσή μας. Αν σχεδόν κάθε ημέρα μπαίνουν στο σπίτι μου βιβλία, θα υπάρξει και ένα άλλο πρόβλημα – θα το ονομάσω ηθικό.

     Γιατί πώς μπορείς να απολογηθείς για μια πνευματική σου κίνηση, που την ακυρώνεις εσύ ο ίδιος; Κάθε βιβλίο που αγόραζα ή μου έκαναν δώρο – και ευτυχώς που έχω μια καλή φίλη που με φροντίζει γενναιόδωρα επ’ αυτού – έμπαινε σε μια σειρά αξιολόγησης για διάβασμα, για ρούφηγμα του περιεχόμενού του, για αφομοίωση της μεγαλύτερης δυνατής μάθησης.

     Αλλά ούτε ο χώρος του βιβλιόσπιτού μου αρκεί πλέον (αφού οι βιβλιοθήκες είναι από το δάπεδο μέχρι την οροφή, καλύπτουν σχεδόν όλους τους τοίχους και στα ράφια τους είναι διπλοφορτωμένες) ούτε (και το πιο σημαντικό) ο ρυθμός του διαβάσματός μου μπορεί να είναι ίσος με το ρυθμό εισόδου των βιβλίων.

     Φτάνουμε λοιπόν στον αποχωρισμό· σε σκληρό αποχωρισμό γιατί δεν κράτησα την υπόσχεσή μου και προς αυτά και προς τον εαυτό μου, στα σχέδια και στις φιλοδοξίες μου, γιατί κάθε βιβλίο είναι ένα παράθυρο στη ζωή, μια απόπειρα ανίχνευσης και δημιουργίας του μέλλοντός μου. Στην αρχή τα προς αποχώρηση βιβλία τα έβαζα στο γραφείο μου, για να τα δω για τελευταία φορά, για να μη νιώσουν ότι φεύγουν χωρίς συναίσθημα, χωρίς να τους ρίξω μια ματιά. Αλλά και πάλι δεν μπορούσα να κρατήσω αυτή την κάπως παρηγορητική λύση.

     Έκανα και πάλι επιλογή γι’ αυτή την ιεροτελεστία και κάποια πήραν την άγουσα της εξόδου χωρίς ειδική αντιμετώπιση. Μετρίασα τη βαρβαρότητά μου προς αυτά. Φρόντισα να πάνε σε καλά χέρια και μάλιστα με τη διαβεβαίωση ότι δεν θα πάνε αδιάβαστα, όπως συνέβη στην περίπτωσή μου. Και έτσι κάπως καταλάγιασα.

     Αλλά το πρόβλημα εξακολουθεί να υπάρχει και να απλώνεται και στο μέλλον, αφού βιβλία εισέρχονται συχνά στο σπιτικό μου και ο ρυθμός διαβάσματός των και πάλι υπολείπεται και θα υπολείπεται του ρυθμού εισόδου των στην επικράτειά μου. Ξέρω ότι τα βιβλία δεν είναι κυρίως φυσικά αντικείμενα· είναι πνευματικά έργα που κουβαλάνε στοχασμό, συναίσθημα, γνώση, καλλιέργεια πνευματική, είναι δηλαδή παρουσία ανθρώπων! Πώς μπορώ να φερθώ ανόητα, όταν δεν τους δίνω σημασία, αν και είναι επιλογή μου; Από την άλλη πλευρά, δεν πρόκειται να αγοράζω βιβλία με την πρoϋπόθεση να διασφαλίσω πρώτα και το φυσικό τους χώρο, γιατί πολύ απλά νιώθω ανασφάλεια να μην υπάρχει πάντα αρκετό πλεόνασμα βιβλίων στο προσωπικό μου σύμπαν.

     Κι όμως έχω βρει και τη λύση του μελλοντικού προβλήματος, ακόμα και αν τα βιβλία μου δεν «κληρονομηθούν» με βιβλιοφιλικό οίστρο και φιλαναγνωσιακό πόθο από τα παιδιά μου. Υπάρχουν ήδη στο συγγενικό μου περίγυρο παιδιά με έρωτα στα βιβλία. Μόνο που βλέπω το χαμόγελό τους και τη λάμψη του προσώπου τους κάθε φορά που τους δίνω βιβλία, νιώθω μια ψυχική αγαλλίαση. Συνειδητοποιώ ότι τα αδικημένα από μένα βιβλία θα βρουν αλλού τη ζεστασιά του ξεφυλλίσματός των από τα ανθρώπινα χέρια, τη δικαίωση του ταξιδιού τους από την ανάσα των αναγνωστών που διψάνε να συζητήσουν μαζί τους…

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.