Του Νίκου Τσούλια

 

     Το σχολείο και συνολικά οι θεσμοί της εκπαίδευσης είναι πολυπαραγοντικά συστήματα. Παράλληλα η όλη λειτουργία της αγωγής εμπεριέχει σε σημαντικό βαθμό τον παράγοντα του ανθρώπου – και ως εκπαιδευόμενου και ως εκπαιδευτικού – και αυτό σημαίνει ότι ανακύπτουν εκ των πραγμάτων προβλήματα στην άσκησή της.

     Επιπρόσθετα η επιστήμη της παιδαγωγικής έχει μεν ισχυρές αξίες, αταλάντευτες αρχές και βασικές θέσεις αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει και αβεβαιότητες και πολλαπλές ερμηνείες στην υλοποίηση των αρχών της. Είναι, ως εκ τούτου φυσικό αλλά και αναγκαίο λόγω της πολυμέρειας, της πολυπλοκότητας και της συνθετότητας των εκπαιδευτικών ζητημάτων να υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις στα ζητήματα του σχολείου.

     Οι διενέξεις μεταξύ των εκπαιδευτικών έχουν αφετηρία διαφορές σε πολιτικό-ιδεολογικό επίπεδο, σε εκπαιδευτικές θεωρίες και σε παιδαγωγικές αντιλήψεις και πρακτικές, στη λειτουργία του σχολείου και προφανώς και σε προσωπικό πεδίο. Εκτός από τις προσωπικές διενέξεις που δεν έχουν κανένα ουσιαστικό περιεχόμενο και οι οποίες δεν ενδιαφέρουν το σχολείο – αν δεν εκδηλώνονται σε αυτό -, οι υπόλοιπες μπορεί να έχουν επιπτώσεις στη σχολική ζωή γενικότερα. Ο Διευθυντής είναι υποχρεωμένος εκ του νόμου να ενισχύει διαρκώς την εύρυθμη λειτουργία του σχολείου αλλά παράλληλα έχει και παιδαγωγική ευθύνη να επιλύει τις διαφορές στο βαθμό που μπορεί και να προάγει το κατάλληλο παιδαγωγικό κλίμα, που θα ενισχύει το μαθησιακό περιβάλλον των μαθητών / μαθητριών.

     Ο Διευθυντής είναι υποχρεωμένος τυπικά και ουσιαστικά να επιλύει τις διαφορές μεταξύ των εκπαιδευτικών. Καλεί τους ενδιαφερόμενους σε ένα κλίμα ουσιαστικού διαλόγου μεταξύ των, για να αναπτύξουν την επιχειρηματολογία τους και να σχετικοποιήσουν τις θέσεις τους. Τους τονίζει τη σημασία του θετικού παιδαγωγικού κλίματος για τη δημιουργία του απαραίτητου μαθησιακού περιβάλλοντος για ένα γνωσιοκεντρικό σχολείο. Παράλληλα, οφείλει να εισάγει αυτές στο Σύλλογο Διδασκόντων σε περίπτωση μη επίλυσής τους ή σε περίπτωση που χρήζουν ιδιαίτερης αναφοράς. Ο Σύλλογος Διδασκόντων αποτελεί μαζί με τον Διευθυντή όργανο διοίκησης σύμφωνα με τον σχετικό Νόμο 1566/1985.

     Είναι φανερό ότι οι όποιες διενέξεις των εκπαιδευτικών – και ιδιαίτερα εκείνες που έχουν έντονο προσωπικό ή κομματικό και ιδεολογικό περιεχόμενο – μεταφέρονται εύκολα και στον μαθητόκοσμο και φυσικά λειτουργούν απαξιωτικά όχι μόνο για τους συγκεκριμένους εκπαιδευτικούς αλλά και για το σύνολό τους – αφού οι σχετικές αναφορές των μαθητών στο περιβάλλον τους είναι του τύπου: «ένας εκπαιδευτικός…» και όχι το ονοματεπώνυμο του εκπαιδευτικού. Γίνονται μάλιστα έντονα ορατές αυτές οι διενέξεις στις σχολικές εκδρομές, όπου η συμμετοχή ενός εξαρτάται από τη μη συμμετοχή του άλλου…

     Η καλύτερη λύση είναι η πλήρης και ειλικρινής επίλυση των διενέξεων με τη μεσολάβηση είτε του Διευθυντή του σχολείου είτε ενός κοινού φίλου και σε τελευταία εκδοχή η παραπομπή τους στο Σύλλογο Διδασκόντων. Η δηλητηρίαση των διαπροσωπικών σχέσεων στο σχολείο είναι διαβρωτική για τη συνολική εκπαιδευτική λειτουργία. Βέβαια σε καμιά περίπτωση, δεν μπορεί να μεταφέρονται απαξιωτικές αναφορές ή και γκρίζοι υπαινιγμοί από εκπαιδευτικό σε εκπαιδευτικό στη σχολική αίθουσα. Σε αυτή την περίπτωση, διαπράττεται μείζον παιδαγωγικό λάθος και φυσικά ο πρώτος που δέχεται την ειρωνεία και την απόρριψη των μαθητών είναι ο προσβάλλων εκπαιδευτικός.

     Οι διενέξεις μεταξύ των εκπαιδευτικών καταδεικνύουν το παιδαγωγικό και το πολιτισμικό τους έλλειμμα. Αλλοιώνουν την προσωπικότητά τους και το όποιο αξιακό τους φορτίο, αφού η διαφορετικότητα και η αντιπαράθεση ιδεών και απόψεων γίνονται πεδία εχθροπραξίας και όχι πεδία διαλόγου και αλληλοσεβασμού. Και φυσικά δεν μπορεί ένας εκπαιδευτικός να ισχυρίζεται ότι μπορεί να διαπαιδαγωγήσει, όταν ο ίδιος αποτελεί χαρακτηριστικό αντιπαιδαγωγικό παράδειγμα. Αν τονίζεται ιδιαίτερα ότι το πρώτιστο στοιχείο ενός εκπαιδευτικού είναι η αγάπη του προς τους μαθητές και προς το σχολείο, δεν μπορεί αυτό το στοιχείο να αντικαθίσταται από το αντίθετό του – το μίσος ή την έχθρα – στις σχέσεις μεταξύ των εκπαιδευτικών.

     Ο Paulo Freire στο βιβλίο του «Δέκα Επιστολές προς εκείνους που τολμούν να διδάσκουν» επισημαίνει μεταξύ άλλων τα εξής. «Απαιτείται ταπεινοφροσύνη, χωρία να υπονοείται με κανένα τρόπο η έλλειψη αυτοσεβασμού, η μοιρολατρία ή η δειλία. Αντίθετα, η ταπεινοφροσύνη προϋποθέτει θάρρος, αυτοπεποίθηση, αυτοσεβασμό και σεβασμό για τους άλλους. Η ταπεινοφροσύνη μας βοηθά να καταλάβουμε μια προφανή αλήθεια: κανείς δεν τα ξέρει όλα. Κανείς δεν τα αγνοεί όλα. Όλοι ξέρουμε κάτι. Όλοι αγνοούμε κάτι». Εδώ, στην ταπεινοφροσύνη, βρίσκεται και η πηγή της επίλυσης των όποιων διενέξεων μεταξύ των εκπαιδευτικών.

anthologio.wordpress.com

 

http://www.patakis.gr/viewshopproduct.aspx?id=748940

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.