Μουσική διαπολιτισμική διαπαιδαγώγηση

Εργαλεία εκπαιδευτικών για τη διαπολιτισμική εκπαίδευση

 

Η παρούσα μελέτη αφορά τα στοιχεία μιας μεθοδολογίας ανάπτυξης τα διαπολιτισμικής ικανότητας των εκπαιδευτικών ώστε να βελτιώσουν τις δεξιότητες διαπολιτισμικής επικοινωνίας. Ένα τέτοιο πλαίσιο θέτει ως αναγκαίο όρο τη συναισθηματική ασφάλεια, το ειλικρινές ενδιαφέρον, τον ισότιμο διάλογο χωρίς προαπαιτούμενο της κατάληξη σε συμφωνία, την εμπλοκή και αλληλεπίδραση μέσα από βιωματικές δραστηριότητες που είναι άρρηκτα συνυφασμένες με την προσωπική, επαγγελματική και κοινωνική ταυτότητα (Ανδρούσου & Ασκούνη, 2004).

Μια μονοπολιτισμική εκπαίδευση έχει τη δυνατότητα να στερήσει από τα απιδιά τη γνώση αλλά και τον σεβασμό προς τη διαφορετικότητα. Αυτό σημαίνει ότι υφίστανται εύλογοι λόγοι ώστε μια ευρεία εκπαίδευση να θεωρείται απαραίτητα ως διαπολιτισμική. Το κυριότερο είναι όμως τα παιδιά των εθνικών μειονοτήτων να αποκτούν προσωπικές εμπειρίες και βιώματα μέσα από τα πολιτισμικά στοιχεία. Συνεπώς το αναλυτικό πρόγραμμα καλό είναι να εμπεριέχει μέσα του την πολιτισμική διαφορά (Ανδρούσου, 2005).  Η διαπολιτισμική εκπαίδευση θέτει ως απώτερο σκοπό την καθιέρωση μιας κοινωνίας με αλληλεπίδραση και αλληλεξάρτηση, με πνεύμα αμοιβαιότητας και ισότητας στα κοινωνικά μέλη, με αλληλοαποδοοχή των εκατέρωθεν αξιών και ακόμη την άποψη των κυριότερων δικαιωμάτων που έχουν τα κοινωνικά όντα με βάση τον Χάρτη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων γίνεται σημείο αναφοράς σε οικουμενικές αξίες οι οποίες καλό είναι να τεθούν σε ισχύ στις σύγχρονες κοινωνίες αλλά και στη σύγχρονη πολυπολιτισμική πραγματικότητα των κοινωνιών αυτών συλλήβδην (Τσιάκαλος, 2000).

Με βάση τον Οδηγό της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης ο όρος αυτός θα μπορούσε να επισημανθεί ως ένα μέσο δράσης και ως ένα εργαλείο το οποίο αποβλέπει στην καλλιέργεια των δεξιοτήτων αλλά και συμπεριφορών οι οποίες καθίστανται αναγκαίες για να επιτευχθεί η αποτελεσματική διάδραση μέσα σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία. Η διδακτική δραστηριότητα η οποία έχει ως σκοπό την αλλαγή των στάσεων επισύρει αμυντικές στάσεις στην περίπτωση εκείνη κατά την οποία οι εκπαιδευτικοί δε δύνανται να εμπεδώσουν και να κατανοήσουν εις βάθος τον τρόπο με τον οποίο δημιουργούνται αλλά και διατηρούνται οι διακριτικές αντιλήψεις και πρακτικές. Αυτό είναι εφικτό να πραγματοποιηθεί μέσα από μια συναισθηματική ένταξη η οποία επιτυγχάνεται μέσα από εμπειρική προσέγγιση (Τσιπλητάρης, 1998).

 Ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι πολύ σημαντικός καθώς καλό είναι να συνειδητοποιήσει ότι ο παραδοσιακός τρόπος απόκτησης των γνώσεων είθισται να νομιμοποιεί το status quo καθιστώντας τις αδύναμες εθνοπολιτισμικές ομάδες πολιτικά απαθείς αφού αποδέχονται τη χαμηλή κοινωνική τους θέση. Στην περίπτωση εκείνη κατά την οποία οι εκπαιδευτικοί επιθυμήσουν να γίνουν φορείς της αλλαγής χειραφέτησης τότε καλό είναι να αντιληφθούν τους τρόπους με τους οποίους συχνά χρησιμοποιείται η γνώση για να διατηρεί την καταπίεση και την περιθωριοποίηση των αδύναμων εθνοπολιτισμικών ομάδων (Ανδρούσου, 2005).

 Η φύση της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης δεν είναι να περιθωριοποιείται στην απόκτηση των γνώσεων σχετικά με τους άλλους πολιτισμούς αλλά να επεκτείνεται και στη διερεύνηση των γενεσιουργών αιτιών της δημιουργίας και της διατήρησης των προκαταλήψεων. Ίσως κάποιες αντιτιθέμενες θέσεις και συγκρούσεις δεν αποσιωπούνται, όμως οι αντιθέσεις αντιμετωπίζονται ως πραγματική αφορμή για έναν δημιουργικό διάλογο. Πρόκειται για συγκρούσεις που αποτελούν και πρέπει να αποτελούν περιεχόμενο της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών (Τσιάκαλος, 2000).

 Η διαπολιτισμική επικοινωνία η οποία περιλαμβάνεται στη διαπολιτισμική εκπαίδευση, είναι μια δυναμική διαδικασία κατά την οποία η ανθρώπινη συμπεριφορά γίνεται αντιληπτή από άτομα ή ακόμη κι από ομάδες οι οποίες ανήκουν σε διαφορετικές εθνοπολιτισμικές ομάδες δημιουργώντας πρόσφορο έδαφος που ανήκουν σε διαφορετικές εθνοπολιτισμικές ομάδες να ανταποκριθούν. Εξάλλου, η ανάπτυξη της διαπολιτισμικής ή πολυπολιτισμικής επικοινωνίας όπου ο πολιτισμός και η επικοινωνία συνενώνονται σε μια έγκυρη γνωστική περιοχή είναι η φυσική απόρροια της αναγνώρισης ότι η πολιτισμική διαφορετικότητα προκαλεί δυσκολίες στην αποτελεσματικότητα της επικοινωνίας (Borg&Mayo, 2008).  Από την άλλη, η πολυπολιτισμική επικοινωνία επισύρει την εξερεύνηση των πολιτισμικών εκείνων στοιχείων που περισσότερο από όλα επιδρούν όταν τα μέλη δύο διαφορετικών πολιτισμών έρχονται σε διαπροσωπική επαφή. Αυτό γίνεται όταν ένα μήνυμα το οποίο παράγεται σε έναν πολιτισμό πρέπει να μεταβιβαστεί σε έναν άλλο, διαφορετικό πολιτισμό (Τσιπλητάρης, 1998).

 Τόσο ο πολιτισμός, όσο η κοινωνία και η προσωπικότητα χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη ενός πλαισίου της διαπολιτισμικής και πολυπολιτισμικής επικοινωνίας. Η γνώση των στοιχείων της επικοινωνίας ανάγεται σε πραγματικό αρωγό για τη συνεργασία αλλά και για την πολιτισμική διαφοροποίηση. Τα τρία εκείνα σημαντικά στοιχεία τα οποία βρίσκονται σε αλληλεπίδραση κατά τη διαπολιτισμική επικοινωνία είναι η αντιληπτική διαδικασία και σε αυτό ακριβώς το σημείο γίνεται η διαπίστωση ότι η γλώσσα και ο πολιτισμός αποτελούν μέρη της ίδιας εξίσωσης (Borg&Mayo, 2008).  

Η διαπολιτισμική αγωγή αποτελεί το μοντέλο της εκπαιδευτικής πολιτικής στην απόπειρα αντιμετώπισης των προβλημάτων που δημιουργούνται στις σύγχρονες κοινωνίες από τη συνύπαρξη των διάφορων εθνοπολιτισμικών ομάδων. Τα διάφορα προβλήματα που παρουσιάζονται, όπως προβλήματα γλώσσας- εκπαίδευσης- κοινωνικής αποδοχής και ενσωμάτωσης τα οποία προέκυψαν από την πολυπολιτισμικότητα αλλά και την αλληλεπίδραση των διαφόρων μειονοτικών ομάδων μέσα στην ίδια τη χώρα δεν είχαν ενιαία και οικουμενική αντιμετώπιση (Ανδρούσου, 2005).  Στο επίπεδο εκπαιδευτικής αλλά και κοινωνικής πολιτικής, οι απόπειρες αντιμετώπισης αυτών των προβλημάτων των παιδιών από μειονοτικούς και μετακινούμενους πληθυσμούς μπορούν να ευδοκιμήσουν μέσα από τη διαπολιτισμική αγωγή και εκπαίδευση.

Στην κοινωνική ψυχολογία, η διαπολιτισμική εκπαιδευτική πολιτική σημαίνει εκπαίδευση για ενσυναίσθηση όπου κατανοούμε τους άλλους προσεγγίζοντας τα προβλήματα από τη δική τους σκοπιά εφόσον η εκπαίδευση οφείλει να ενθαρρύνει το άτομο να νοιάζεται για τους άλλους και τη διαφορετικότητά τους. Επίσης σημαίνει εκπαίδευση για αλληλεγγύη η οποία εκφράζει μια έκκληση για την καλλιέργεια μιας συλλογικής συνείδησης η οποία υπερβαίνει τα όρια των ομάδων, των φυλών και των κρατών αλλά και μια έκκληση για παραμερισμό της κοινωνικής ανισότητας και αδικίας. Σημαίνει διαπολιτισμικό σεβασμό και είναι χρήσιμο να εφαρμόζεται σε μια κοινωνία η οποία στερείται σεβασμού στην πολιτισμική ετερότητα. Ο σεβασμός για τον πολιτισμό του άλλου δύναται να εκφραστεί με το άνοιγμά μας προς τον δικό του πολιτισμό. Συνάμα αυτό νοείται και ως πρόκληση συμμετοχής του άλλου στον δικό μας πολιτισμό. Πρόκειται για μια εκπαίδευση εναντίον του εθνικιστικού τρόπου σκέψης, κάτι το οποίο σημαίνει εξάλειψη των εθνικών στερεοτύπων και προκαταλήψεων ώστε οι διαφορετικοί λαοί να έχουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν διάλογο για να καταστεί εφικτή η επικοινωνία μεταξύ τους (Ανδρούσου&Ασκούνη, 2004)

 Με βάση τα παραπάνω επιτυγχάνεται η διαπολιτισμική αγωγή η οποία νοείται ως μια νέα παιδαγωγική αντίδραση θεωρητικού και πρακτικού τύπου σε μια διαρκώς μεταβαλλόμενη πολιτισμική πραγματικότητα όπου η μετατόπιση των παραδοσιακών πολιτισμικών πλαισίων αλλά και η αναποτελεσματικότητα της λειτουργία των παραδοσιακών αξιών στις νέες διαπροσωπικές σχέσεις καθιστούν το γενικό πολιτισμικό πλαίσιο αδιαπέραστο για το άτομο και το εκθέτουν σε δυνατές δυσκολίες προσαρμογής αλλά και διαμόρφωσης της ταυτότητάς του (Τσιάκαλος, 2000).  Εδώ καθίσταται σαφές ότι η έννοια της διαπολιτισμικής αγωγής δεν αναφέρεται μόνο στην αγωγή και εκπαίδευση αλλά και στη νοοτροπία η οποία ασκεί τη δική της επίδραση στον χαρακτήρα και στη φύση αυτής της αγωγής αλλά και στις αντιλήψεις οι οποίες με τον τρόπο τους καθορίζουν τους εκπαιδευτικούς στόχους. Για τον λόγο ότι κάθε φορά που γίνεται αναφορά στις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες δε σημαίνει υποχρεωτικά μια προσκόλληση ή εμμονή στις εθνικές, γλωσσικές και θρησκευτικές διαφορές, αλλά ότι υπάρχει μια τάση αποδοχής και αναγνώρισης των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων στην ίδια ανθρώπινη κοινότητα μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών στρωμάτων και ομάδων. Διαπολιτισμική αγωγή είναι το σύνολο των παιδαγωγικών αρχών με τις οποίες ρυθμίζονται μέτρα και διαδικασίες οι οποίες απευθύνονται σε όλα τα μέλη του κοινωνικού συνόλου στο οποίο συναντώνται διαφοροποιήσεις ως προς την νοοτροπία, τις αντιλήψεις, τον τρόπο ζωής (Borg&Mayo, 2008).   Πιο συγκεκριμένα, ως διαπολιτισμική αγωγή δύναται να χαρακτηριστεί εκείνο το είδος της αγωγής και εκπαίδευσης το οποίο απορρέει από την πεποίθηση ότι όλοι ι άνθρωποι είναι ίσοι και θεωρεί ότι οι πολιτισμικές και γλωσσικές διαφορές δεν αποτελούν έναν παράγοντα αποδιοργανωτικό αλλά αξιολογούνται ως εμπλουτισμός και καλό είναι να συμπεριλαμβάνονται στα περιεχόμενα των εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Ο όρος αυτός αποσκοπεί στην ισότητα των ευκαιριών για όλους και είναι ενάντια σε κάθε είδους διάκριση (Borg&Mayo, 2008).  

Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο σκοπός της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης είναι η οργάνωση και η λειτουργία των αποτελεσματικών σχολικών μονάδων για την παροχή υποστηρικτικών μέτρων στους μαθητές εκείνους που αντιμετωπίζουν εμπόδια ισότιμης πρόσβασης στην εκπαίδευση λόγω των γλωσσικών και πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων τους. Τα εργαλεία των εκπαιδευτικών είναι η διαπολιτισμική ικανότητα να διαχειρίζονται την ταυτότητα και ετερότητα των μαθητών, η βιωματική μάθηση, η μετασχηματίζουσα μάθηση (συμμετοχή όλων σε γόνιμο διάλογο) και ο προσδιορισμός της προσωπικής δυναμικής των εκπαιδευτικών ως προς τη διαχείριση της ταυτότητας και της ετερότητας. Επίσης είναι η υποστήριξη εμπλοκής των εκπαιδευτικών σε βιωματικές δραστηριότητες διερεύνησης της ταυτότητας και των στάσεων εμφαίνοντας στη συναισθηματική ευελιξία και ενσυναίσθηση αλλά και η ενθάρρυνση της ανάληψης συνεργατικών δραστηριοτήτων των μαθητών σε ομάδες εργασίας (Ανδρούσου & Ασκούνη, 2004).  

 

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

  • Ανδρούσου, Α. &Ασκούνη, Ν. (2004). Ετερογένεια και σχολείο, Αθήνα, Κλειδιά και Αντικλείδια, ΥΠΕΠΘ/ Πανεπιστήμιο Αθηνών
  • Ανδρούσου, Α. (2005). Πώς σε λένε; Διεργασίες μιας επιμορφωτικής παρέμβασης στη μειονοτική εκπαίδευση. Αθήνα: Gutenberg
  • Τσιάκαλου, Γ. (2000). Οδηγός Αντιρατσιστικής εκπαίδευσης. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
  • Τσιπλητάρη, Α. (1998). Ψυχοκοινωνιολογία της σχολικής τάξης. Αθήνα: Εκδόσεις Εκπαιδευτικών: Περιβολάκι
  • Borg, C., Mayo, P. (2008). Για ένα αντιρατσιστικό πρόγραμμα στην εκπαίδευση. Η περίπτωση της Μάλτας στο D. Macedo και P. Gounari. Η παγκοσμιοποίηση του ρατσισμού. Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο

 

https://www.facebook.com/manolis.manos.311/
Προηγούμενο άρθροΤρόπος διαχείρισης της γλωσσικής ετερότητας της μειονότητας της Θράκης από το ελληνικό κράτος
Επόμενο άρθροΚοινωνική πολιτική στη συμπερίληψη των ομογενών που επαναπατρίστηκαν μετά την ανταλλαγή πληθυσμών (1923)
Η Σωτηρία Καρακώστα είναι πτυχιούχος της Θεολογικής σχολής (τμήμα Θεολογίας) του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 2009 εισήχθη στη Φιλοσοφική σχολή της Αθήνας όπου τελείωσε με άριστα το μεταπτυχιακό της με ειδίκευση στην «Ιστορία της Φιλοσοφίας» του τμήματος Φ.Π.Ψ ( Φιλοσοφίας , Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας ), κάτι που της έδωσε το προβάδισμα να υποβάλλει το υπόμνημά της για τη διδακτορική της διατριβή με τίτλο « Ανθρώπινα δικαιώματα : ιδεολόγημα της Δύσης ή Οικουμενική προοπτική;» . Από το 2006 αναλαμβάνει ιδιαίτερα φιλολογικά μαθήματα σε μαθητές γυμνασίου όπως επίσης Έκφραση – έκθεση και Φιλοσοφία θεωρητικής κατεύθυνσης στο Λύκειο. Υπήρξε επιστημονικός συνεργάτης σε συγγραφή μελετών και στατιστικών ερευνών στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών ( ΑΣΟΕΕ ) και είναι ιδιοκτήτρια της σελίδας « τα διδακτικά μας άρθρα» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Επίσης βοηθάει τους φοιτητές στη συγγραφή των εργασιών τους οι οποίες άπτονται ιστορικού, κοινωνικού , φιλοσοφικού και παιδαγωγικού χαρακτήρα.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.