Η πτώση των βάσεων εισαγωγής στα ΑΕΙ (2019-2020). Η περίπτωση των τμημάτων του κλάδου των φιλολόγων (ΠΕ02)

Η ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΑΕΙ) φέτος, για πρώτη φορά χωρίς να συμπεριλαμβάνονται στα μηχανογραφικά δελτία τα τμήματα των Ανωτάτων Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΤΕΙ), έπειτα από την εντελώς απρογραμμάτιστη κατάργηση ή συγχώνευση ή «πανεπιστημιοποίησή» τους από την προηγούμενη κυβέρνηση, έκρυβε πολλές εκπλήξεις, παρόλο που σε γενικές γραμμές ήταν αναμενόμενες, ιδίως για τους ειδικούς των εκπαιδευτικών / παιδαγωγικών θεμάτων. Χαρακτηριστική είναι η καθολική πτώση των βάσεων των πανεπιστημιακών τμημάτων, ακόμα και των παραδοσιακά περιζήτητων, όπως της Ιατρικής και της Νομικής σε όλες τις πόλεις, με κάποιες εξαιρέσεις: των τμημάτων Πληροφορικής σε Αθήνα, Πειραιά και Θεσσαλονίκη, των Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας, της Πυροσβεστικής Ακαδημίας, των τμημάτων του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, των περισσότερων τμημάτων του Πανεπιστημίου Πειραιώς και αρκετών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, αλλά και κάποιων μεμονωμένων, όπως των Ηλεκτρολόγων Μηχανικών & Μηχανικών Υπολογιστών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ), των Μηχανικών Πληροφορικής & Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής (το οποίο προήλθε από τη συνένωση των ΑΤΕΙ Αθηνών και Πειραιώς), της Επιστήμης Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Κρήτης, των Οικονομικών Επιστημών του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) και του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), των Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου, της Ιταλικής Γλώσσας & Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, της Γερμανικής Γλώσσας & Φιλολογίας του ΑΠΘ και άλλων.

Προβληματίζει φέτος έντονα το γεγονός ότι στην κατηγορία των ΓΕΛ ημερησίων (γενική σειρά), που θα μας απασχολήσει στη σύντομη αυτή μελέτη, η βάση εισαγωγής 153 πανεπιστημιακών πια τμημάτων από το σύνολο των 459 είναι κάτω από το όριο των 10.000 μορίων, ενώ πέρσι ήταν 120 από το σύνολο 463 τμημάτων ΑΕΙ και ΑΤΕΙ. Απογοητευτικά όμως για μια ακόμα χρονιά είναι και τα φετινά αποτελέσματα στην κατηγορία των ΓΕΛ εσπερινών (γενική σειρά), μιας και μόλις 67 από τα 363 τμήματα διαμορφώνουν τη βάση τους πάνω από τα 10.000 μόρια, ενώ οι χαμηλότερες βάσεις, οι οποίες προκαλούν αμηχανία, σημειώνονται στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ (500 μόρια), στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου (824 μόρια) και στο νέο Τμήμα Πληροφορικής & Ηλεκτρονικών Συστημάτων του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδας (924 μόρια). Αντιθέτως, στην κατηγορία των ΕΠΑΛ ημερησίων και εσπερινών (γενική σειρά) παρατηρείται μία σχετική άνοδος των βάσεων σε σχέση με πέρσι, αλλά η εικόνα αυτή δεν είναι ξεκάθαρη λόγω της δημιουργίας φέτος πολλών νέων τμημάτων (από τα οποία η βάση των περισσότερων βρίσκεται κάτω από τα 10.000 μόρια), που προέκυψαν από τη δίχως στοιχειώδη σχεδιασμό συγχώνευση ή / και «πανεπιστημιοποίηση» των ΑΤΕΙ.

Από τα παράδοξα του νέου «χάρτη» στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση αποτελούν το νέο Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδας (ΔΙΠΑΕ), με έδρα τη Θεσσαλονίκη και το νέο Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο (ΕΛΜΕΠΑ) στην Κρήτη, με έδρα το Ηράκλειο. Το πρώτο προέκυψε από τη συγχώνευση του ΔΙΠΑΕ με τα ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης, Κεντρικής Μακεδονίας και Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, ενώ το δεύτερο από την «πανεπιστημιοποίηση» του ΑΤΕΙ Κρήτης. Η βάση των 17 από τα 31 τμήματα του ΔΙΠΑΕ είναι κάτω από τα 10.000 μόρια, με χαμηλότερη αυτή του Τμήματος Διοικητικής Επιστήμης & Τεχνολογίας στην Καβάλα (4.643 μόρια), ενώ η υψηλότερη βάση σημειώνεται στο Τμήμα Φυσικοθεραπείας στη Θεσσαλονίκη (15.970 μόρια). Παρόμοια κατάσταση παρατηρείται και στη βάση των τμημάτων του ΕΛΜΕΠΑ, αφού 8 από τα 11 τμήματά του έχουν βάση εισαγωγής κάτω από τα 10.000 μόρια, με χαμηλότερη αυτή του Τμήματος Διοικητικής Επιστήμης & Τεχνολογίας στον Άγιο Νικόλαο (4.737 μόρια) και υψηλότερη αυτή του Τμήματος Κοινωνικής Εργασίας στο Ηράκλειο (13.920 μόρια).

Αξιοσημείωτη είναι και η πτώση των βάσεων σε όλα τα τμήματα του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, με μεγαλύτερη απώλεια μορίων στα Τμήματα Αγροτικής Ανάπτυξης (-3.508 μόρια) και Δασολογίας & Διαχείρισης Περιβάλλοντος & Φυσικών Πόρων (-3.388 μόρια) της Ορεστιάδας, διαμορφώνοντας τη βάση τους στα 7.297 και 6.537 μόρια αντιστοίχως. Επίσης, σημαντική πτώση των βάσεων παρατηρείται και σε όλα τα τμήματα του Παντείου Πανεπιστημίου, του Πολυτεχνείου Κρήτης και του Πανεπιστημίου Αιγαίου, του οποίου τα 15 από τα 18 τμήματα έχουν βάση εισαγωγής κάτω από τα 10.000 μόρια, με χαμηλότερη αυτή του Τμήματος Στατιστικής & Αναλογιστικών Χρηματοοικονομικών Μαθηματικών στη Σάμο (5.148 μόρια). Στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας μόλις τα 8 από τα 21 τμήματα κρατούν τη βάση τους πάνω από τα 10.000 μόρια· η χαμηλότερη σημειώνεται στο Τμήμα Περιφερειακής & Διασυνοριακής Ανάπτυξης στην Κοζάνη (4.092 μόρια). Στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου η βάση των μισών τμημάτων βρίσκεται κάτω από τα 10.000 μόρια, με χαμηλότερη εκείνη του Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων & Οργανισμών στην Καλαμάτα (5.422 μόρια), ενώ η βάση εισαγωγής των 7 από τα υπόλοιπα 11 τμήματά του κυμαίνονται μεταξύ των 10.000 και 12.000 μορίων. Τέλος, όλα τα τμήματα της Ανωτάτης Σχολής Παιδαγωγικής & Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΑΣΠΑΙΤΕ), αλλά και όλα τα Προγράμματα των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών (ΑΕΑ) Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Βελλάς Ιωαννίνων και της Πατριαρχικής ΑΕΑ Κρήτης διαμορφώνουν τη βάση τους κάτω από το όριο των 10.000 μορίων.

 

ΟΙ ΒΑΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΣΤΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΤΩΝ ΦΙΛΟΛΟΓΩΝ (ΠΕ02)

 

Πτωτικές είναι και οι βάσεις εισαγωγής στα πανεπιστημιακά τμήματα που ανήκουν στον κλάδο των Φιλολόγων (ΠΕ02) φέτος, με πολύ μεγάλες απώλειες, οι οποίες ξεκινούν από τα 1.000 περίπου μόρια και φτάνουν έως και τα 3.500 μόρια. Από τα 22 τμήματα (βλ. τον πίνακα παραπάνω) τα μισά διατηρούν τη βάση τους πάνω από τα 11.000 μόρια, με πρώτο στη λίστα το Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας Αθήνας (15.306 μόρια), ενώ από τα υπόλοιπα μισά η βάση εισαγωγής 5 τμημάτων πέφτει ακόμα και κάτω από τα 10.000 μόρια, με χαμηλότερη τη βάση του Τμήματος Ιστορίας Ιονίου (9.447 μόρια).

Αξιοσημείωτη είναι η τεράστια πτώση κατά 3.521 μόρια της βάσης του μετονομασμένου πια – ατυχώς και αστόχως, όπως αποδείχτηκε – Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής & Ψυχολογίας (ΦΠΨ) Ιωαννίνων σε Τμήμα Φιλοσοφίας Ιωαννίνων (παρόλο που ενσωματώθηκε η Παιδαγωγική στο μετονομασμένο τμήμα, χωρίς όμως να αναφέρεται στην ονομασία του), πέφτοντας από το όριο των 10.000 μορίων και διαμορφώνοντας τη βάση εισαγωγής του στα 9.798 μόρια. Επιπλέον, αν λάβουμε υπόψη ότι η περσινή βάση του αντίστοιχου Τμήματος ΦΠΨ στην Αθήνα ήταν 15.350 μόρια, το νέο Τμήμα Φιλοσοφίας Αθήνας, που προέκυψε από την – περιπετειώδη και άκαιρη, όπως φάνηκε – κατάτμηση του ΦΠΨ ΕΚΠΑ και τη μετεξέλιξη του Τομέα Φιλοσοφίας του, έχοντας ως βάση εισαγωγής του μόλις τα 12.831 μόρια, θα λέγαμε πως συνεχίζει την αυτόνομη ακαδημαϊκή πορεία του με απώλεια 2.519 μορίων. Αντίστοιχες, αν και μικρότερες σε σχέση με τις προηγούμενες, πτώσεις παρατηρούνται και σε άλλα τμήματα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής, Ιστορίας & Αρχαιολογίας ή Εθνολογίας.

Αξιοπρόσεκτο, πάντως, είναι και το γεγονός ότι για πρώτη φορά έπειτα από αρκετές δεκαετίες και τα 2 τμήματα Ιστορίας & Αρχαιολογίας σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη ξεπερνούν, όσον αφορά στη βάση εισαγωγής τους, τα τμήματα Φιλολογίας στις προαναφερθείσες πόλεις, τα οποία υποχωρούν στην τρίτη και την τέταρτη θέση αντιστοίχως. Το ίδιο συμβαίνει και στα τμήματα Ιστορίας & Αρχαιολογίας και Φιλολογίας της Κρήτης, ενώ στα Ιωάννινα η βάση του Τμήματος Φιλολογίας είναι κατά 111 μόλις μόρια πιο πάνω από εκείνη του Τμήματος Ιστορίας & Αρχαιολογίας.

Η κατακόρυφη «βουτιά» της βάσης εισαγωγής στα τμήματα Φιλολογίας Αθήνας και Θεσσαλονίκης (η οποία έκανε ιδιαίτερη αίσθηση, αφού τα τμήματα αυτά παραδοσιακά διατηρούσαν υψηλή τη βάση τους ακόμα και με περισσότερες, σε σχέση με τις φετινές, θέσεις εισακτέων), αλλά και στα υπόλοιπα τμήματα Φιλολογίας (ειδικά στο Ρέθυμνο, στην Καλαμάτα και την Κομοτηνή η βάση τους έπεσε στην κλίμακα των 10.000 – 11.000 μορίων, συγκεκριμένα: 10.572, 10.375, και 10.289 μόρια αντιστοίχως), σηματοδοτεί μία νέα τάση στις προτιμήσεις των νέων αναφορικά με τις σπουδές τους. Η αμείωτη, τα τελευταία χρόνια, απαξίωση των κλασικών σπουδών, η κατάργηση του μαθήματος των λατινικών στο Λύκειο, η μείωση ωρών σε άλλα φιλολογικά μαθήματα, η συγχώνευση αντικειμένων (ΝΕ Λογοτεχνία και ΝΕ Γλώσσα – Έκθεση), η αδιαφορία όσον αφορά στον εμπλουτισμό της ύλης και στην ανανέωση των διδακτικών εγχειριδίων και μεθόδων, σε συνδυασμό βεβαίως με τις επιδόσεις των ίδιων των μαθητών στα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, τις επιλογές (συνειδητές ή μη) και τις κλίσεις τους, αλλά και ποικίλους κοινωνικούς, οικονομικούς κλπ. παράγοντες, οδηγούν τους νέους σε άλλες επιστήμες και σε άλλα επαγγέλματα που θεωρούν πιο σύγχρονα, ενδιαφέροντα και με μεγαλύτερη ζήτηση (βλ. Πληροφορική, νέες τεχνολογίες κλπ.). Η ανεργία που μαστίζει τον χώρο της εκπαίδευσης, η οποία αποτελεί και τη βασικότερη επαγγελματική διέξοδο των Φιλολόγων, αλλά και η αδυναμία απορρόφησης των πτυχιούχων Φιλολογίας σε θέσεις έρευνας, λόγω της ανεπαρκούς χρηματοδότησης και της έλλειψης σχετικών ερευνητικών κέντρων (αποτελέσματα μιας ανεπιτυχούς εν πολλοίς εκπαιδευτικής και ερευνητικής πολιτικής επί σειρά δεκαετιών), αναγκάζει τους νέους να απομακρύνονται ολοένα και περισσότερο από τις κλασικές και εν γένει φιλολογικές σπουδές, προσπαθώντας να προσαρμοστούν στις νέες κοινωνικές και εργασιακές συνθήκες και απαιτήσεις.

Μπροστά στις νέες αυτές εξελίξεις, τα τμήματα Φιλολογίας ιδίως, αλλά και τα υπόλοιπα τμήματα των Ανθρωπιστικών Επιστημών, ενδεχομένως να χρειαστεί να τροποποιήσουν τα Προγράμματα Σπουδών τους, ώστε να ανταπεξέλθουν στα νέα δεδομένα. Η έλλειψη βασικών γνώσεων των μαθητών στο Λύκειο, όσον αφορά στο μάθημα των Λατινικών, σύμφωνα πάντα με το ισχύον Αναλυτικό Πρόγραμμα, απαραίτητων για τη φοίτηση στα τμήματα Φιλολογίας και στα υπόλοιπα των Φιλοσοφικών και συναφών σχολών, θα μεταφέρει το βάρος της κάλυψης των γνωστικών αυτών κενών στα πανεπιστημιακά τμήματα, δημιουργώντας ποικίλα προβλήματα και δυσκολίες ακόμα και στη λειτουργία τους. Επίσης, η μεγάλη ανεργία των αποφοίτων τους απαιτεί από τα τμήματα αυτά νέα ανοίγματα στον χώρο της εργασίας και της έρευνας, στο πλαίσιο της κοινωνίας της γνώσης, με διεπιστημονικές προσεγγίσεις και διατμηματικά προγράμματα, ώστε να καλυφθούν επαρκέστερα οι ανάγκες που υφίστανται και εκείνες που καθημερινώς προκύπτουν, καθιστώντας τα ελκυστικότερα στα μάτια των μαθητών. Έτσι, τα τμήματα των Φιλοσοφικών και των συναφών τους σχολών, συνδυάζοντας την υψηλή μορφωτική αξία των ανθρωπιστικών σπουδών με τις επιταγές και τα δεδομένα της σύγχρονης εποχής, θα έχουν την ευκαιρία να ξανακερδίσουν την προσοχή και το ενδιαφέρον των νέων μας.

 

28/08/2019

 

Γ.Μ.Γ.

Φιλόλογος, Παιδαγωγός (MAEd), Ερευνητής-Ιστορικός της Εκπαίδευσης.

 

https://www.facebook.com/manolis.manos.311/

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.