Του Νίκου Τσούλια

π. Πρόεδρος της ΟΛΜΕ (1996-2003)

     Εισαγωγικά, πρέπει να τονίσουμε ότι η όποια μορφή «Αναγέννησης» της εκπαίδευσης θα συνδέεται αναγκαστικά με κοινωνικούς μετασχηματισμούς, με ευρείες δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, με την ανάπτυξη ισχυρών κοινωνικών κινημάτων, με τη δυναμική μορφωτικού ρεύματος.

     Μόνο μέσα από μια αλλαγή στο σημερινό «εκπαιδευτικό παράδειγμα» θα έρθει το τέλος του μεσαίωνα των εκπαιδευτικών. Προφανώς σήμερα σε συνθήκες άγριου καπιταλισμού και ισχυροποίησης των δυνάμεων της αγοράς δεν υπάρχουν αντικειμενικές συνθήκες για ευρείες προοδευτικές κοινωνικές αλλαγές και επομένως για την «Αναγέννηση» της εκπαίδευσης.

     Με δεδομένο όμως ότι υπάρχει ιστορική ανάγκη για να ανατραπεί το καθεστώς της εκμετάλλευσης και της χειραγώγησης του ανθρώπου, το κρίσιμο ερώτημα είναι το εξής: Θα πρέπει να αγωνιζόμαστε για τη συνολική ανατροπή του συστήματος ή να προκρίνουμε επιμέρους δημοκρατικές αλλαγές στο υπάρχον σύστημα; Οι αναλύσεις των απόλυτων ταξικών θεωριών ισχυρίζονται ότι ισχύει μόνο το πρώτο σκέλος του ερωτήματος, γιατί το παρόν κεφαλαιοκρατικό σύστημα δεν μπορεί να δεχθεί βελτιώσεις. Αλλά σε μια τέτοια περίπτωση πέφτουμε σε αντίφαση, αφού το «γενικό» δεν μπορεί να προκύψει από τη μια στιγμή στην άλλη χωρίς τη συνέργεια των «επιμέρους» ούτε και καμιά επανάσταση είναι προ των πυλών.

     Ισχυρίζομαι ότι ο αγώνας για εκδημοκρατισμό της κοινωνίας και της εκπαίδευσης μπορεί και πρέπει να καλλιεργηθεί στις σημερινές συνθήκες, για να ενισχύσει το συνολικότερο αίτημα για κοινωνική αλλαγή. Αντλώ ιστορικό επιχείρημα από την αντίληψη και την πρακτική των μεγάλων παιδαγωγών της χώρας μας και του Εκπαιδευτικού Ομίλου, που σε συνθήκες πολιτικής και ιδεολογικής σκληρής δίωξης αγωνίζονταν για τον εκδημοκρατισμό του εκπαιδευτικού συστήματος, για προοδευτική αλλαγή στο περιεχόμενο του σχολείου και στο χαρακτήρα της παιδαγωγικής.

     Αλλά πώς μπορεί να αναπτυχθεί δυναμική ενός Μορφωτικού Ρεύματος; α) Το σημερινό εκπαιδευτικό κίνημα υπολείπεται των αναγκών της δημόσιας εκπαίδευσης και των μορφωτικών αναγκών της κοινωνίας μας. Οφείλει να δει το όλο «παράδειγμα» του ιστορικού του ρόλου. Δεν μπορεί να εξαντλείται στο συνδικαλιστικό και κλαδικό πεδίο ούτε και στις τρέχουσες ανάγκες μόνο. Δεν μπορεί να επιμένει στον ακτιβισμό και στις μάχες στους δρόμους θεωρώντας πως αυτά είναι οι αυθεντικές μορφές ταξικής πάλης και αγνοώντας παντελώς την πρώτιστη ανάγκη καλλιέργειας και προαγωγής ελεύθερων συνειδήσεων και χειραφετημένων πολιτών.

     Αν δεν διαμορφώσει ιδεολογικά και πολιτικά αφηγήματα, αν δεν δράσει μαζί με την κοινωνία, τότε έχει αποτύχει οριστικά. Προς τούτο οφείλει να αναπτύξει εκπαιδευτικούς και μορφωτικούς θεσμούς ή έστω συγκροτημένες πρωτοβουλίες ευρείας αναφοράς με τη σύμπραξη των Διδασκαλικών Συλλόγων, των ΕΛΜΕ, των Κέντρων Μελετών των εκπαιδευτικών Ομοσπονδιών (ΔΟΕ, ΟΛΜΕ, ΟΙΕΛΕ), των πολιτιστικών συλλόγων, των κοινωνικών φορέων με ατζέντα που θα περιλαμβάνει όλα τα σχετικά ζητήματα από τη λαϊκή επιμόρφωση και τον τοπικό πολιτισμό μέχρι τα μείζονα μορφωτικά προτάγματα. Στόχος είναι η διαμόρφωση ενός πολίτη που θα έχει διαρκή σχέση με τη γνώση και θα αγωνίζεται για τα δικαιώματά του.

     β) Στην άλλη άκρη του φάσματος είναι οι εκπαιδευτικοί, η οργανική και πάντα ζώσα δύναμη της διανόησης της χώρας μας μέσα στις σχολικές αίθουσες και στις πολιτισμικές πρωτοβουλίες των σχολείων. Η «κορυφή» της διανόησης στη χώρα μας δυστυχώς είναι κρατικοδίαιτη και εξουσιοχειραγωγημένη με τελευταίο δείγμα εκείνο της συριζαίικης εκδοχής, το οποίο δεν είχε τίποτα να πει για τα αριστερά μνημόνια και τη νεοφιλελεύθερη πολιτική του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.

Οι εκπαιδευτικοί μπορούν και πρέπει να μην οριοθετούνται στις κίβδηλες εμπορευματικού χαρακτήρα αξίες της αγοράς ούτε στη χρησιμοθηρική και επαγγελματοποιημένη προσέγγιση της εκπαίδευσης και της παιδείας. Αν δεν διαπαιδαγωγούν στα ανθρωπιστικά ιδεώδη και στις πανανθρώπινες αξίες της ειρήνης, της δημοκρατίας κλπ, τότε έχουν μεταπέσει σε αντηχεία στείρων γνώσεων και οδηγούν την εκπαίδευση όχι προς τα σύνορα της παιδείας και της μόρφωσης αλλά προς εκείνα της κατάρτισης. Τότε έχουν χάσει την ψυχή τους και η όλη υπόθεση για μια δημοκρατική και προοδευτική παιδεία εγκαταλείπεται.

     Οι εκπαιδευτικοί πρώτα είναι παιδαγωγοί, μετά εκπαιδευτικοί και μετά επιστήμονες – αν μπορούσαμε θεωρητικά να διακρίνουμε τις τρεις όψεις του ενιαίου ούτως ή άλλως και πολυσύνθετου κοινωνικού ρόλου τους. Πολλά ζητήματα, που φαίνονται σήμερα πρωτόγνωρα, έχουν απαντηθεί από την ιστορία της εκπαίδευσης, από τις φωτεινές εποχές της. Ας μη μένουμε μόνο στα γυαλισμένα «καθρεφτάκια» των νέων τεχνολογιών και του διαδικτύου. Η εκπαίδευση και το σχολείο είναι μια «συνάντηση» ανθρώπων μοναδική και κορυφαία, με σκοπό την αγωγή στην ελευθερία και στην ανεξαρτησία του πνεύματος, στη χειραφέτηση του ανθρώπου. Ο βασικός στόχος του σχολείου δεν επαναπροσδιορίζεται από τις κατασκευασμένες επιλογές των δυνάμεων της αγοράς με την επίκληση του φόβου της ανεργίας, η οποία άλλωστε είναι συστατικό στοιχείο της σημερινής παραγωγικής διάρθρωσης.

     Ο Ε. Παπανούτσος, στο έργο του «Α. Δελμούζος» έχει δώσει το κρίσιμο περιεχόμενο της παιδείας και της εκπαίδευσης. «Τα μαθήματα, να μορφώσουν στο παιδί «ένα καθολικό έθος του σκέπτεσθαι»… Ο ανθρωπισμός δεν είναι ιδανικό εμπνευσμένο από εύκολη αισιοδοξία, παρά κλείνει μέσα του πολλή τραγικότητα. Την πίεση της επιστήμης κάτω από τον ωφελιμιστικό όγκο της μηχανής δεν την ανέχεται, γιατί πνευματική είναι η ουσία του ανθρωπισμού, και οι δρόμοι του πνεύματος πολλοί και ατέλειωτοι… Το ανθρωπιστικό ιδανικό είναι εσωτερική ανάγκη της ανθρωπότητας και όχι ουτοπία, είναι ανάγκη ιστορική που ανοίγει μακρινή προοπτική για το μέλλον».

Στόχος είναι η διαμόρφωση νέου περιεχομένου σε έναν ουμανισμό των σημερινών καιρών, που θα λαμβάνει υπόψη του τις νέες γενιές δικαιωμάτων, την ετερογένεια και τη διαφορετικότητα στη συγκρότηση των συλλογικών ταυτοτήτων, που θα τροφοδοτείται από τα προτάγματα των μεγάλων παιδαγωγών (Ντιούι, Φρέιρε, Μοντεσόρι, Γληνού, Δελμούζου, Κουντουρά…), που θα διαμορφώσει κουλτούρα κατά των ανισοτήτων, που θα προάγει την κοινωνική δικαιοσύνη και τη συναδέλφωση των ανθρώπων μέσα από τη χειραφέτησή τους από κάθε πηγή εξουσίας.

Υ.Γ.

Μια αποτελεσματική πολιτική για το εκπαιδευτικό επάγγελμα δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει όλες τις όψεις του: επιστημονικές, παιδαγωγικές, εργασιακές. Και επ’ αυτού θα επανέλθουμε.

anthologio.wordpress.com

 

https://www.vivliopoleiopataki.gr/product/611895/vivlia-ekpaideush-ellhnikh-ekpaideush-geniko-lukeio/Neoellhnikh-Glossa-_-Logotexnia-G΄-GEL-Krithria-aksiologhshs/
Προηγούμενο άρθροΜάχη ή ανοιχτά παράθυρα;
Επόμενο άρθροΟ Υπουργός Κ. Γαβρόγλου στην 91η Σύνοδο Πρυτάνεων στην Κέρκυρα
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.