Αναπληρωτές - ωρομίσθιοι

Του Νίκου Τσούλια

π. Πρόεδρος της ΟΛΜΕ (1996-2003)

     Προφανώς δεν μπορεί να υπάρξει μονομερής αντιμετώπιση του κλαδικού ζητήματος των εκπαιδευτικών ούτε και ανεξάρτητα από τη γενικότερη πολιτική για τη δημόσια εκπαίδευση. Μπορεί όμως να τεθεί σε μια ιεράρχηση στη συνολικότερη προτεραιότητα για την παιδεία που πρέπει να δοθεί ως πρώτιστη πολιτική επιλογή.

     Το δημογραφικό είναι η νέα μεγάλη απειλή του δημόσιου σχολείου και του μέλλοντος των εκπαιδευτικών. Ήδη στα Δημοτικά σχολεία έχουμε σοβαρή μείωση των μαθητών, που πρόχειρα υπολογίζεται σε 20%. Αυτή η δυσμενής εξέλιξη αγγίζει πλέον τα Γυμνάσια και φυσικά θα ακολουθήσουν τα Λύκεια. Απειλούνται έτσι αρκετές οργανικές θέσεις των εκπαιδευτικών και παράλληλα παγώνουν οι μεταθέσεις. Προοπτικά και αν συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις, η ανάγκη για διορισμούς θα μηδενιστεί.

     Αυτό σημαίνει ότι πολλοί αναπληρωτές, που θα έχουν οργώσει τις ακρώρειες της χώρας, δεν θα διοριστούν ποτέ. Σημαίνει επίσης ότι μεγάλο μέρος του εκπαιδευτικού σώματος δεν θα πάρει ποτέ μετάθεση και θα παραμείνει μακριά από την οικογένειά του. Για παράδειγμα στην Ευρυτανία – που είναι μία από τις σχετικές περιπτώσεις – , το ποσοστό των εκπαιδευτικών που έκανε αίτηση για μετάθεση την προηγούμενη χρονιά είναι πάνω από 70%!

     Οι αδιόριστοι εκπαιδευτικοί δεν είχαν να αντιμετωπίσουν μόνο την αδιοριστία ως σύμπτωμα της κρίσης αλλά και τον εμπαιγμό της συγκυβέρνησης ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ., της οποίας οι αρμόδιοι Υπουργοί δημαγωγούσαν ότι θα διόριζαν κάθε χρόνο 20.000, με αποτέλεσμα να τρέχουν για απόκτηση όλο και πιο πρόσθετων προσόντων (στην ειδική αγωγή, στις νέες τεχνολογίες, στη διαπολιτισμική εκπαίδευση κλπ) αλλά και να υφίστανται τη σκληρή ματαίωση των ελπίδων τους. Ο εμπαιγμός και ο λαϊκισμός του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. συνεχίζονται με πανηγυρικές υποσχέσεις για ένα κυβερνητικό μέλλον που προφανώς δεν τον αφορά.

          Για την αντιμετώπιση του σύγχρονου μεσαίωνα των εκπαιδευτικών πρέπει, πρώτα από καθετί, να δούμε τη «μεγάλη εικόνα» του εκπαιδευτικού προβλήματος, τη συρρίκνωση του μορφωτικού περιεχομένου του σχολείου. Να δούμε στη συνέχεια τη «μεγάλη εικόνα» του όλου προβλήματος των εκπαιδευτικών (αδιοριστία, ανασφάλεια, χαμηλοί μισθοί, πάγωμα των μεταθέσεων, συνταξιοδοτικό κλπ). Και τέλος, επίσης πρέπει να δούμε επίσης τη «μεγάλη εικόνα» της αδιοριστίας. Ο κύριος αγώνας δεν είναι στο ποιοι θα διοριστούν στην επόμενη φάση, αλλά στο πώς θα συνεχιστεί η ανάγκη διορισμών στο μέλλον με στόχο την ανανέωση του εκπαιδευτικού σώματος. Και αυτό δεν συνδέεται πρωτίστως με καμιά όψη κλαδικού προβλήματος αλλά με την ανάπτυξη της δημόσιας εκπαίδευσης.

     Η ανανέωση του εκπαιδευτικού πληθυσμού πρέπει να λάβει υπόψη της ότι επηρεάζει σημαντικά στοιχεία στην όλη μορφωτική και παιδαγωγική λειτουργία. Να ποια είναι η σημερινή αποκαρδιωτική εικόνα, όπως αποτυπώνεται σε σχετική αναφορά του Α. Παπαδαντωνάκη, Ειδικού Γραμματέα του Δ.Σ. της ΟΛΜΕ. «Σήμερα η μέση τιμή ηλικίας των εκπαιδευτικών στη Β/θμια εκπαίδευση είναι 49,2 έτη. Την πρωτιά μάλιστα κατέχουν οι μαθηματικοί με μέσο όρο ηλικίας τα 52 χρόνια! Ακολουθούν οι φυσικοί , χημικοί, βιολόγοι και γεωλόγοι με μέσο όρο ηλικία τα 51,2. Ενδεικτικά μόνον το 1% των ελλήνων εκπαιδευτικών είναι κάτω από 35 ετών».

     Υπάρχει τάση ανανέωσης σήμερα με βάση την κινητικότητα των μόνιμων εκπαιδευτικών; Εδώ πέφτει βαριά η σκιά της επερχόμενης πλήρους απαξίωσης των συντάξεων που ψήφισε η συγκυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. από την αρχή του ερχόμενου έτους, για ακόμα μια φορά μετά τον περίφημο Νόμο Κατρούγκαλου. Και να ποια είναι η άμεση επίπτωση. «Η μείωση των συντάξεων οδήγησε στο να έχουμε πλέον ελάχιστες αποχωρήσεις από την υπηρεσία: Τα προηγούμενα χρόνια είχαμε 3.500 έως 4.000 παραιτήσεις κάθε χρόνο. Το 2017 έχουμε μόνον 460 παραιτήσεις συνολικά»!

     Πώς μπορεί να προσδιοριστεί η όποια μεταρρύθμιση στην εκπαίδευση με έναν γερασμένο εκπαιδευτικό πληθυσμό, που έχει βιώματα και αναφορές σε άλλους καιρούς και άλλες εποχές; Τονίζει λοιπόν ο ίδιος συνάδελφος τη δυσοίωνη εξέλιξη που προδιαγράφεται με νομοτελειακό τρόπο. «Με την τάση που έχει ο αριθμός των συνολικών παραιτήσεων, αρκετοί εκπαιδευτικοί σε λίγα χρόνια θα έχουν σχεδόν 50 χρόνια διαφορά ηλικίας με τους μαθητές τους!

     Η ανανέωση του εκπαιδευτικού πληθυσμού είναι απόλυτη επιταγή για το διαρκή εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης. Η διεθνής και ελληνική επιστημονική βιβλιογραφία είναι απόλυτη ως προς αυτό το σημείο. Δεν μπορούν να γίνονται αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στο σχολείο με εκπαιδευτικούς που έχουν σπουδάσει σχεδόν μισό αιώνα πριν. Και αν λάβουμε υπόψη μας ότι με έναν νέο νόμο της συγκυβέρνησης ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. καταργήθηκαν και οι επιμορφωτικές δομές που υπήρχαν, το όλο πρόβλημα καθίσταται ακόμα πιο οξύ και πιο δυσεπίλυτο.

     Η έστω θεωρητικά διακηρυσσόμενη προτεραιότητα για την εκπαίδευση από τις κυβερνήσεις δεν σχετίζεται μόνο με την ανάπτυξη του κοινωνικού κράτους· αυτή είναι η μια όψη του ζητήματος. Αφορά την ανάπτυξη της οικονομίας και την μορφωτική ανέλιξη της κοινωνίας και συνολικά την πρόοδο της χώρας. Και με δεδομένο ότι οι συζητήσεις αυτό τον καιρό εστιάζουν στο πεδίο των επενδύσεων, θα πρέπει να ειπωθεί – αυτό που τονίζουν οι διεθνείς μορφωτικοί οργανισμοί, όπως π.χ. η UNESCO – ότι η καλύτερη επένδυση είναι αυτή στην παιδεία!

     Μεταρρύθμιση στη δημόσια εκπαίδευση, εισαγωγή του ελληνικού σχολείου στις νέες εποχές των κοινωνιών της γνώσης με τρόπο δυναμικό και ολοκληρωμένο, ενίσχυση των εκπαιδευτικών στο πολυσύνθετο έργο τους είναι η επιταγή των σημερινών καιρών, το «κάλεσμα» ενός δημιουργικού μέλλοντος της χώρας μας. Μπορούν να γίνουν αυτά στις σημερινές πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες; Θα συνεχίσουμε…

anthologio.wordpress.com

 

 

https://www.facebook.com/manolis.manos.311/

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.