Του Δημήτρη Χρυσόπουλου, Φιλόλογου – Ιστορικού

 

 Καταναλωτισμός δεν σημαίνει επιβεβαίωση!

 

Δευτέρα πρωί… Άλλη μια εβδομάδα ξεκινάει και στα μπροστινά καθίσματα του αστικού λεωφορείου κάθονται δύο νέοι άνθρωποι… Στο επίκεντρο της κουβέντας τους ένα και μόνο ζήτημα: «τι ρούχα πρέπει να αγοράσουν ώστε να είναι φινετσάτοι στο πάρτι του ερχόμενου Σαββάτου, όπου άπαντες θα δηλώσουν παρών»… Φανταστική ιστορία του γράφοντος, σίγουρα όμως μια καλή αφετηρία για το σημερινό μας προβληματισμό.

 

Ένα κύριο χαρακτηριστικό των ανθρώπων της σημερινής εποχής είναι ο υπέρμετρος καταναλωτισμός. Ο άνθρωπος, ανεξαρτήτως ηλικίας, νιώθει μια συνεχή και ακόρεστη ανάγκη να καταναλώνει ολοένα και περισσότερα αγαθά, στην προσπάθειά του να καλύψει τα εσωτερικά κενά και να ικανοποιήσει τις ψυχολογικές ανάγκες του. Αν και ο καταναλωτισμός δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, επεκτάθηκε ευρέως τον 20ό αιώνα και ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες, υπό την επίδραση της παγκοσμιοποίησης.

 

Αρχικά θα ήθελα να σταθώ σε μια νέα τάση που ολοένα και περισσότερο κάνει την εμφάνισή της στη ζωή του σύγχρονου έφηβου και φυσικά αναφέρομαι στην «ανάγκη» για επιβεβαίωση μέσω του καταναλωτισμού. Όπως γνωρίζουμε η εφηβεία είναι ένα ευαίσθητο διάστημα, κατά το οποίο το άτομο μεταβαίνει από την παιδική ηλικία στην ενήλικη ζωή. Σε αυτό το διάστημα, ο έφηβος χτίζει την ταυτότητά του, την αυτοεικόνα και αυτοεκτίμησή του προσπαθώντας να ενταχθεί ισάξια στο κοινωνικό σύνολο. Έτσι λοιπόν η κατοχή πληθώρας αγαθών -πολλές φορές χωρίς καμία χρησιμότητα- είναι για τον ίδιο ένας τρόπος εδραίωσης της θέσης του ανάμεσα στους άλλους (φίλοι, σχολείο).

 

Κι αν κατακρίνουμε σήμερα τη νεολαία για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τη ζωή, νομίζω πως δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να ασκούμε τέτοια καταλυτική κριτική. Ίσως πολλοί θα λέγαμε κοιτάζοντας μ’ ένα βλέμμα επιείκειας τους νέους πως το υλιστικό πνεύμα της εποχής μας διάβρωσε τη συμπεριφορά των νέων. Και δεν είναι μόνο αυτό, προκάλεσε σύγχυση και αναστάτωση στη ψυχή τους γιατί ο κόσμος που τους παραδίνουμε είναι ένας κόσμος διαβρωμένος εξαιτίας της υπερκατανάλωσης και του τεχνοκρατικού πνεύματος. Έχει λοιπόν και η κατανάλωση τις επιπτώσεις της πάνω στους νέους.

Αρχικά, η προσωπικότητα του ατόμου διαβρώνεται σε επίπεδο ηθικό, πνευματικό και ψυχικό καθώς χρειάζεται να αλλάξει τις συνήθειές του για την ικανοποίηση πλασματικών αναγκών. Η αδυναμία κάλυψής τους οδηγεί σε δύο δρόμους. Ο πρώτος είναι η εύρεση δεύτερης εργασίας ώστε να αυξηθούν τα έσοδα και τελικά να ικανοποιηθούν κάποιες επιθυμίες με αποτέλεσμα, όμως τη μείωση του χρήσιμου ελεύθερου χρόνου. Η δεύτερη οδός είναι η πρόκληση αρνητικών συναισθημάτων, όπως ο φθόνος, το άγχος και η μειονεξία.

 

Οι πολίτες με το να θέτουν ως κύριο στόχο τους τον υλικό πλουτισμό έρχονται από νωρίς αντιμέτωποι με την ανάγκη να περιορίσουν τις ηθικές αντιστάσεις τους, προκειμένου να γίνουν πιο «αποτελεσματικοί» στον ιδιαίτερα ανταγωνιστικό χώρο της ελεύθερης αγοράς. Παρατηρείται, έτσι, ενίσχυση αρνητικών πτυχών της ανθρώπινης προσωπικότητας, όπως είναι ο εγωκεντρισμός και ο τυχοδιωκτισμός, αφού πολλοί είναι πρόθυμοι να κάνουν ό,τι χρειαστεί για να πετύχουν τους στόχους τους.

 

Επίσης, η συνεχής έκθεση του καταναλωτή στα υλιστικά πρότυπα της διαφήμισης οδηγεί στον υλισμό. Έπειτα, καθώς το άτομο σπεύδει να καλύψει τις ανάγκες του αδιαφορεί για τις κοινωνικές σχέσεις και τις φιλίες και για τη συμμετοχή στα κοινά. Έτσι υπονομεύονται οι δημοκρατικές αξίες όπως η αλληλεγγύη και η αλληλοβοήθεια, ενώ το άτομο χειραγωγείται ευκολότερα αφού έχουν αποδυναμωθεί οι ηθικές άμυνές του λόγω της διαφήμισης.

 

Η υπερκατανάλωση είναι, επιπλέον, σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη για την κρίση της κοινωνίας. Πρώτα απ’ όλα, αυξάνονται φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας όπως η βία, η εγκληματικότητα και η χρήση ναρκωτικών αφού μέρος του πληθυσμού αδυνατεί να υπερπληρώσει τις ανάγκες του. Απόρροια αυτού είναι η αύξηση κοινωνικών ανισοτήτων αφού πλέον έχουμε δύο ομάδες, τους έχοντες και τους μη έχοντες αγαθά. Επιπροσθέτως, ο υλικοτεχνικός πολιτισμός υπεραξιολογείται έναντι του ηθικοπνευματικού.

 

Κι ενώ η ανταγωνιστική διάθεση, ακόμη και παρά το γεγονός ότι αλλοιώνει την ηθική υπόσταση των ατόμων, μπορεί να θεωρηθεί ανεκτή, το κυνήγι του χρήματος οδηγεί συχνά ακόμη και σε τελείως παραβατικές και άνομες συμπεριφορές. Πολλοί είναι εκείνοι που θέλοντας να πλουτίσουν με κάθε κόστος επιλέγουν, όχι τη συστηματική και κοπιώδη εργασία, αλλά την παρανομία και την απάτη, που τους επιτρέπει να αποκτήσουν όσα επιθυμούν εις βάρος των συμπολιτών τους.

 

Η οικονομική κρίση, όμως, ίσως τελικά καταφέρει να κάνει καλό τουλάχιστον σε αυτό τον τομέα. Να πάψουμε δηλαδή να είμαστε ματαιόδοξοι και να χάνουμε τον εαυτό μας σε ανούσια πράγματα. Ο υγιής καταναλωτισμός οδηγεί σε μία πιο ισορροπημένη, μη αντιφατική εικόνα που συνάδει με την πραγματικότητά μας.  Μας οδηγεί στο να διαχωρίσουμε την προσωπική μας αξία από την προβολή της εικόνα μας. Ένα ακριβό αυτοκίνητο και ένα επώνυμο ρούχο δεν ισοδυναμεί με δύναμη, εξουσία ή σεβασμό. Δεν είμαστε τίποτα λιγότερο χωρίς αυτά σαν άνθρωποι. Ο υγιής καταναλωτισμός αυξάνει την ικανοποίηση που λαμβάνουμε καθώς αγοράζουμε πράγματα που αξίζουμε, που έχουμε εργαστεί για να τα αποκτήσουμε, προερχόμενα από την δική μας προσπάθεια και κόπο, χωρίς να στηριζόμαστε στις «πλάτες» άλλων δίνοντας μας την ψευδή αίσθηση ότι προέρχονται από την δική μας αξία.

 

Εν κατακλείδι ο καταναλωτισμός είναι ένας τρόπος αντίληψης του κόσμου και παράλληλα μία στάση ζωής για μεγάλη μερίδα του κόσμου. Θεωρείται απότοκο της ελευθερίας του να επιλέγουν τα άτομα όλα εκείνα που τους παρέχουν ευχαρίστηση και –υλική έστω-ηδονή. Δυστυχώς όμως κάθε προσπάθεια κριτικής ή αμφισβήτησης αυτής της «ελευθερίας» είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, εφόσον δε συνοδεύεται από πνευματική ανύψωση και πολιτιστική καλλιέργεια.

 

 

 

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.