Του Νίκου Τσούλια

 

      Είναι μια από τις μόνιμες απορίες μου, που μού έχει κολλήσει από τα γυμνασιακά μου χρόνια και από τότε δεν λέει να φύγει από τη σκέψη μου. Όχι, δεν είναι ερώτηση / απόρροια μιας κάποιας προγονοπληξίας. Ναι, υπάρχει ο θαυμασμός για τον πολιτισμό των αρχαίων Ελλήνων, που άλλωστε είναι παγκόσμιο στοιχείο. Η απορία μου μπορεί να έχει και στο θαυμασμό αυτό μια πηγή της, αλλά τον υπερβαίνει και παραμένει ατόφια και σε διαρκή εκκρεμότητα. Μπορεί να είναι απ’ αυτές τις απορίες που έχουν φιλοσοφικό σύμπαν και που δεν επιζητούν μια κάποια οριστική απάντηση, γι’ αυτό και δεν έχω αποπειραθεί να τη συζητήσω σε κάποια σχετική παρέα.

      Πώς μπόρεσαν οι αρχαίοι Έλληνες να σπάσουν τα πυκνά σκοτάδια του μύθου και του ανορθολογισμού και να απελευθερώσουν τη σκέψη του ανθρώπου; Κατά την ταπεινή μου γνώμη δεν ήταν καθόλου εύκολο να αμφισβητήσεις τη γενικευμένη μυθολογική (μη) ερμηνευτική σκέψη που απέδιδε τα πάντα στο θρησκευτικό και στο υπερφυσικό στοιχείο και να δώσεις εξηγήσεις με βάση τη λογική σκέψη και με τη βεβαιότητα ότι ο άνθρωπος μπορεί να εκλογικεύσει τον κόσμο. Όταν ο Αναξαγόρας ισχυρίστηκε ότι τον ήλιο πάνω από τον Υμηττό δεν τον σηκώνει ο Απόλλωνας με το άρμα του αλλά ότι είναι ένα φυσικό φαινόμενο– ισχυρισμός που αποτελεί το «σκίρτημα» της ανάδυσης του ορθολογισμού -, θεωρήθηκε ότι ήταν ύβρις και εκδιώχθηκε. Αλλά η συνέχεια ήταν απόλυτα διαφορετική…

      Πώς μπόρεσαν οι αρχαίοι Έλληνες να διαμορφώσουν μια θρησκεία πιο «γήινη» και πιο ανθρωπόμορφη αμφισβητώντας ουσιαστικά την απόλυτη κυριαρχία των θεϊκών / υπερφυσικών δυνάμεων, στοιχείο που ήταν απόλυτο σ’ όλους τους λαούς της Ανατολής με τους οποίους έρχονταν σε διαρκή επαφή και αλληλεπίδραση; Η επικράτηση των Ολυμπίων θεών μέσα από την αφήγηση της Τιτανομαχίας δεν αντιστοιχεί συμβολικά απλά και μόνο στην επικράτηση των ήπιων φυσικών φαινομένων έναντι των παλιότερων πιο ανατρεπτικών γεωλογικών αναταραχών της Γης αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύει και την ηπιότητα του θρησκευτικού στοιχείου στη ζωή των ανθρώπων. Στο κλασικό ερώτημα «αν ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο ή ο Θεός τον άνθρωπο» οι αρχαίοι το άφηναν ανοιχτό ζήτημα, και αυτό δεν ήταν καθόλου τυχαίο. Οι θεοί έχουν και ανθρώπινη σύσταση και συμμετέχουν στη ζωή των ανθρώπων άλλοτε συμμεριζόμενοι την ανθρώπινη φύση και άλλοτε όχι. Στα Ομηρικά έπη βλέπουμε την επιρροή των θεών επί των ανθρώπων μέσα από μια ποικιλία συμπεριφορών. Δεν υπάρχει η έννοια του δεσποτικού Θεού – που προφανώς παραπέμπει και στον απολυταρχισμό των καθεστώτων – που κυριαρχεί στους λαούς της Ανατολής. Και τελικά θα φτάσουμε στο Σωκράτη της μόνιμης απορίας που θα μιλήσει για έναν άγνωστο θεό θέτοντας την όλη συζήτηση σε νέες βάσεις.

      Πώς μπόρεσαν οι αρχαίοι Έλληνες να επινοήσουν τη Δημοκρατία, την αξία του διαλόγου και μια μορφή «ανοιχτής κοινωνίας»; Δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση. Σε κανένα σύγχρονό τους λαό δεν υπήρχε ούτε καν μια χαραμάδα αμφισβήτησης του βασιλιά ή του άρχοντα και του πανίσχυρου συστήματος εξουσίας και δεν ετέθη το ζήτημα ενός μη αυταρχικού πολιτεύματος ακόμα και για χιλιάδες χρόνια στη συνέχεια της Ιστορίας. Προφανώς οι ρωγμές που έγιναν στα ακλόνητο εποικοδόμημα του ανορθολογισμού και η ανάδυση του ορθού λόγου έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Η ανατέλλουσα ελευθερία του πνεύματος ήταν βέβαιο ότι θα φώτιζε και τη συγκρότηση των κοινωνιών τους. Ωστόσο, το άλμα από τη σκλαβιά του απολυταρχισμού μέχρι τη φοβερή ελευθερία της άμεσης δημοκρατίας δεν ήταν εύκολο και δεν μπορεί να ερμηνευτεί επίσης εύκολα.

      Πώς μπόρεσαν οι αρχαίοι Έλληνες να θέσουν τις βάσεις του στοχασμού επί των βασικών ερωτημάτων του ανθρώπου μέσα από τη σφαίρα της φιλοσοφίας αρχικά και της επιστήμης στη συνέχεια; Είναι γνωστό ότι δανείστηκαν πολλά στοιχεία από την Ανατολή. Αλλά ήταν στοιχεία επιμέρους τομέων του «επιστητού» (κυρίως της αστρονομίας), χωρίς να έχουν τεθεί τα θεμέλιά τους και τα «συνεκτικά σημεία» του συνολικού σώματος της γνώσης. Έτσι, η Ατομική Θεωρία του Δημόκριτου ήταν απόρροια του πρωταρχικού ερωτήματος περί της συνεχούς ή μη διαιρετότητας της ύλης, ένα ερώτημα κατά βάση φιλοσοφικό. Ήταν άραγε η απελευθέρωση του πνεύματος από τα ανορθολογικά σκοτάδια τόσο δυναμική που γεννοβόλησε τα κρίσιμα ερωτήματά μας;

      Πώς μπόρεσαν οι αρχαίοι Έλληνες να δώσουν στην Τέχνη και στο Θέατρο (τονίζω την ιδιαιτερότητά του στην έννοια της τέχνης) αυτό το φωτεινό Σύμπαν; Προφανώς υπάρχει διαλεκτική σχέση μεταξύ λειτουργίας της Δημοκρατίας και του κόσμου της Τέχνης. Η αντιπαράθεση ιδεών και απόψεων, ο δημιουργικός ανταγωνισμός (η ιερή έριδα), ο πλουραλισμός των θεσμών της πολιτείας, ο διάλογος με τη ρητορεία του και η υπέρτατη Αγορά άνοιγαν διαρκώς νέους ορίζοντες στη σκέψη και στην πράξη των αρχαίων Ελλήνων. Αλλά αρκεί αυτή η θεώρηση; Προφανώς δεν είχαν καμιά τέλεια κοινωνία – άλλωστε οι συνεχείς πόλεμοι μεταξύ των (η κακή έριδα) δεν αφήνουν περιθώρια για την όποια εξιδανίκευσή τους. Ωστόσο, η δημιουργία ενός φοβερού πολιτισμού, της ελεύθερης σκέψης και της «ανοιχτής κοινωνίας» σε εκείνους τους καιρούς υπερβαίνουν κάθε σκιά.

      Εκείνο που παραμένει σε εκκρεμότητα είναι να δώσουμε μια πειστική ερμηνεία στο πώς αναδύθηκε αυτό το «θαύμα». Επίσης, μπορούμε να μιλάμε ότι ο πολιτισμός τους αποτέλεσε τη βάση για το Δυτικό πολιτισμό αλλά υπάρχει ένα ανοιχτό ζήτημα. Ο σημερινός δυτικός πολιτισμός (το εποικοδόμημα των αρχαίων Ελλήνων) έχει διαμορφώσει τις δικές του κορυφώσεις; – και φυσικά δεν αναφέρομαι στο τεχνολογικό μέρος και στα υλικά αγαθά…

anthologio.wordpress.com

 

Αρθρογραφία: Κριτική θεώρηση

 

 

https://www.facebook.com/manolis.manos.311/

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.