Του Νίκου Τσούλια

     Έδενα το σκοινί του αλόγου ή της γίδας από τη μέση μου και το τραβούσα έχοντας τα χέρια μου ελεύθερα για να κρατώ το βιβλίο που διάβαζα περπατώντας και άμα σταματούσαν γιατί έβρισκαν βοσκή στη γράνα δίπλα στο δρόμο, ήταν η καλύτερή μου αφού εξυπηρετούσαμε παράλληλα τις ανάγκες μας και τις επιλογές μας.

     Περιμένω πώς και πώς θα βρεθώ στο κρεβάτι μου για το μεσημεριανό ή το νυχτερινό ύπνο μου, για να βυθιστώ στις σελίδες του μυθιστορήματός μου, γιατί το βιβλίο του μυθιστορήματος δεν διαβάζεται στο γραφείο – εκεί είναι χώρος για γράψιμο και για διάβασμα δοκιμίων – αλλά θέλει χαλάρωση της νοητικής θεώρησης και καλλιέργεια της αισθητικής απόλαυσης, γιατί θέλει μετά κάτι να ονειρευτείς ανακατεύοντας τα δικά σου όνειρα με την αφήγηση του συγγραφέα και πιο πολύ με τις ανησυχίες και τις αναζητήσεις του βασικού ήρωα.

     Ο κύριος αν όχι ο μοναδικός λόγος που παίρνω λεωφορείο ή μετρό και δεν επιλέγω το Ι.Χ. ή την πεζοπορία είναι η δυνατότητα να διαβάζω το βιβλίο του δοκιμίου μου. Όχι, εδώ δεν γίνεται να διαβάσεις λογοτεχνικό βιβλίο, η προσοχή αποσπάται από τα διάφορα που συμβαίνουν στα μέσα μαζικής μεταφοράς και ιδιαίτερα από τις αδιάκριτες συνομιλίες στα κινητά τηλέφωνα που είναι τόσο δυνατές που νομίζεις ότι μιλάνε σε όλους τους παρόντες. Αλλά – δεν ξέρω πώς και γιατί…- στο διάβασμα ενός δοκιμιακού βιβλίου διαμορφώνω ένα περίβλημα ηχητικής απομόνωσης και δεν παίρνω χαμπάρι τίποτα!

     Μα δεν γίνεται να διαβάζεις ένα βιβλίο μόνο κάθε φορά. Είναι μέγα λάθος. Διαβάζω πάντα ένα λογοτεχνικό για να τρέφω και να προάγω το συναίσθημά μου, για να γαληνεύω αλλά και να φουντώνω την ονειροπλασία μου και ένα βιβλίο επιστημονικό ή φιλοσοφικό ή πολιτικό ή ιδεολογικό κλπ για να διευρύνω τις γνώσεις μου, για να κατανοώ τις εξελίξεις, για να προάγω την παιδεία μου και την κουλτούρα μου, να οξύνω την κριτική μου σκέψη. Και τα δύο βιβλία έχουν τις δικές τους ώρες στη διάρκεια της ημέρας και τους δικούς τους χώρους εντός του σπιτιού ή εκτός αυτού. Και έτσι ικανοποιείται η όλη προσωπικότητά μου με πλούσιες και «ολοκληρωμένες» γνώσεις και αναζητήσεις…

     Α, το διάβασμα έχει δικό του ρυθμό. Δεν μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις. Δεν μπορείς να διαβάζεις επιπόλαια χωρίς να αφομοιώνεις την ουσία και το μεδούλι, τις προεκτάσεις και τις αναζητήσεις του αναγνώσματος αλλά ούτε και να διαβάζεις όποτε το θυμηθείς ή όταν δεν έχεις τι να κάνεις, γιατί τότε έχεις χάσει όχι τη συνέχειά του και τους συνδέσμους του αλλά γιατί απλώς περιδιαβαίνεις τις γραμμές του βιβλίου χωρίς να ….τρέχει και τίποτα για σένα. Καλύτερα άφησέ το. Και όταν το βιβλίο είναι απαιτητικό, δεν επιτρέπει να μεσολαβούν έξω από αυτό πολλά ερεθίσματα της καθημερινότητας.

     Μα το διάβασμα απαιτεί ολοκληρωτικό δόσιμο. Να μπεις στις γραμμές του, να ανιχνεύσεις τα νοήματά του, να ζευγαρώσεις τις σκέψεις σου με εκείνες του συγγραφέα και των ηρώων του, να μετασχηματίσεις το νοητικό σου σύμπαν, να πας ένα βήμα πιο πέρα τις αναζητήσεις σου, να νιώσεις διέγερση και αντάριασμα στο συναίσθημά σου, να συνειδητοποιήσεις και να παραδεχτείς ότι κάτι άλλαξε στον εαυτό σου. Αλλιώς δεν διάβασες ποτέ το βιβλίο – απλώς χάζεψες μαζί του.

     Δεν γίνεται αλλιώς. Το διάβασμα δεν είναι μια συνηθισμένη λειτουργία. Είναι μια δοκιμασία του πνεύματος και της ψυχής. Θέλει ολόκληρο τον εαυτό σου. Αν δεν το νιώθεις, πρέπει να μάθεις και να ασκηθείς στο διάβασμα, να κατακτήσεις την κουλτούρα του…

anthologio.wordpress.com


Αρθρογραφία: Κριτική θεώρηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.