Του Νίκου Τσούλια

      Τόσο στην επιστημονική βιβλιογραφία, ελληνική και διεθνή, όσο και στην ίδια τη ζωή του σχολείου διαπιστώνεται ότι η εκπαιδευτική πράξη στο σύνολό της αλλά και ο βασικός πυρήνας της,

η λειτουργία της σχολικής αίθουσας, είναι πολυσύνθετα και πολυπαραγοντικά συστήματα. Τα «σταθερά σημεία» είναι λίγα, ενώ οι αβεβαιότητες και τα ανοιχτά ζητήματα υπερχειλίζουν κάθε παιδαγωγική δεξαμενή που θέλει να συλλέξει πολύτιμα στοιχεία κανόνων.

      Κάθε παιδί και ένας κόσμος, κάθε εκπαιδευτικός και άλλος ένας κόσμος, κάθε ώρα διδασκαλίας έχει τη δική της μοναδικότητα αλλά και κάθε σχολείο διαμορφώνει το δικό του ιδιαίτερο μορφωτικό και παιδαγωγικό σκηνικό. Η ρευστότητα στην εκπαιδευτική ζωή δεν είναι απλά και μόνο μια ζωντανή και πολλαπλά σύνθετη πραγματικότητα, αλλά είναι μια μόνιμη πρόκληση για τους εκπαιδευτικούς να βρίσκουν κάθε φορά καινούργια μονοπάτια μαθησιακών και μορφωτικών επιλογών.

      Οι εκπαιδευτικοί είναι μόνο αυτοί «μπροστά» από τους μαθητές. Όλοι οι άλλοι συντελεστές: Υπουργείο Παιδείας, εκπαιδευτική πολιτική και εκπαιδευτικό σύστημα στο σύνολό του είναι απλά και μόνο ένα «σκηνικό». Τα δρώντα πρόσωπα είναι οι μαθητές και οι εκπαιδευτικοί. Και είναι η μεταξύ τους συνολική λειτουργία που διαμορφώνει κατ’ ουσία την εκπαιδευτική πράξη.

      Αλλά αφού και ο κόσμος των εκπαιδευτικών είναι ένα πολυσύνθετο σύμπαν, πώς θα συλλειτουργεί σε ένα ενιαίο πλαίσιο για να διαμορφώνει την κουλτούρα και το μορφωτικό στίγμα του σχολείου; Όταν κάθε εκπαιδευτικός έχει τις δικές του ξεχωριστές παιδαγωγικές αντιλήψεις, τα ιδιαίτερα ιδεολογικά και κοσμοθεωρητικά πεδία αναφοράς, τα ειδικά «εργαλεία» διδασκαλίας, αξιολόγησης και βαθμολογίας, πώς όλα αυτά θα συναιρούνται σε μια σύνθεση που είναι ως ένα βαθμό απαραίτητη για να διαμορφώνει στους μαθητές το τι τελικά θέλει το σχολείο απ’ αυτούς;

      Υπάρχει λύση˙ αρκεί να προκαθορίσουμε ότι οι τόσες και τόσες ξεχωριστές κουλτούρες των εκπαιδευτικών είναι πλούτος και συνθέτουν την ομορφιά και την ποικιλομορφία του σχολικού γίγνεσθαι. Η λύση είναι «κρυμμένη» στις συνεδριάσεις του Συλλόγου Διδασκόντων αλλά και στις καθημερινές συζητήσεις που τόσο εύκολα γίνονται μέσα στο Γραφείο των καθηγητών με την παραμικρή αφορμή. Προφανώς κάθε απόπειρα συζήτησης είτε οργανωμένης στις εν λόγω συνεδριάσεις είτε στις αυθόρμητες ευκαιρίες δεν μπορεί να αποβλέπει στην επιβολή μιας άποψης έναντι της άλλης. Αντίθετα, η αντιπαράθεση παιδαγωγικών και επιστημονικών θέσεων και ιδεών από μόνη της οδηγεί σε ορίζοντες αλληλοεπηρεασμού των προσωπικών προσεγγίσεων και παράλληλα δημιουργεί ουσιαστικά πεδία συνθέσεων και συναντίληψης, που δεν ισοπεδώνουν την ιδιαιτερότητα του καθενός αλλά προσδίνουν ένα ξεχωριστό χρώμα και εμπλουτίζουν κάθε πτυχή του επισκοπούμενου πεδίου.

      Μετά από μια συζήτηση επί ενός εκπαιδευτικού θέματος κανένας εκπαιδευτικός δεν είναι όπως πριν από τη συζήτηση. Έχει μετασχηματίσει ένα μέρος των απόψεών του, έχει ενισχύσει κάποιες πεποιθήσεις του, έχει απομειώσει κάποιες άλλες. Είναι διαφορετικός, ακόμα και αν δεν το συνειδητοποιεί ο ίδιος σε πρώτη φάση. Ισχυρίζομαι, ότι κάθε φορά που άναβαν συζητήσεις ακόμα και για το πιο επιμέρους και πιο ταπεινό παιδαγωγικό ζήτημα ανακάλυπτα μέσα από την αντιπαράθεση των απόψεων πτυχές του θέματος εντελώς άγνωστες στη σκέψη μου και ένιωθα τη σχετικότητα των κατ’ αρχήν αντιλήψεών μου. Και ποτέ δεν ένιωθα κανενός είδους ταπείνωση γι’ αυτό το μετασχηματισμό μου – αντίθετα ένιωθα φοβερά όμορφα, γιατί πάντα πίστευα ότι η αλήθεια και ο ορθολογισμός, δεν βρίσκονται φωλιασμένες στη σκέψη ενός ανθρώπου αλλά πάντα καλλιεργούνται και προάγονται μέσα από το διάλογο, από την πραγματική «συνάντηση» του λόγου των ανθρώπων.

      Δεν υπάρχει εκπαιδευτικός που δεν έχει στο πιο ενδόμυχο και πιο ιερό μέρος της παιδαγωγικής του θεωρίας σκέψεις και απόψεις άλλων εκπαιδευτικών είτε μέσα από τυχαίες είτε μέσα από οργανωμένες συζητήσεις. Δεν υπάρχει εκπαιδευτικός που δεν νιώθει μέχρι και τη τελευταία του ημέρα στο φοβερό αυτό επάγγελμα ότι διαρκώς θα μαθαίνει από τους μαθητές και από τους συναδέλφους του και ότι πρέπει να είναι ταπεινός για να μπορεί να ακούει και να σκύβει με σεβασμό στην άλλη άποψη, για να μπορεί να δοκιμάζει την αντοχή της δικής του άποψης και στη συνέχεια να τη σμιλεύει ή να την ενισχύει ή να την αποδιώχνει.

      Θεωρώ ότι δεν υπάρχει άλλος εργασιακός χώρος που να δίνει τέτοιες φοβερές δυνατότητες, στην άσκηση της κριτικής σκέψης και της ελευθερίας του πνεύματος. Δεν υπάρχει άλλος θεσμός σαν το σχολείο που να συνορεύει με τον πιο βασικό πυρήνα μιας κοινωνίας, αφού η λειτουργία του ταυτίζεται με το ιερό πεδίο της αγωγής του ανθρώπου. Το σχολείο είναι διαμορφωμένο καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας για να αναζητεί μονοπάτια εξανθρωπισμού και πνευματικής καλλιέργειας. Ως προς αυτό οι εκπαιδευτικοί μπορεί να είναι τυχεροί αλλά είναι και φοβερά υπεύθυνοι. Γι’ αυτό η διαρκής αναζήτηση και η ανταλλαγή απόψεων είναι το πιο ουσιώδες πεδίο της αφετηρίας για να ανοίξουν τους δικούς τους παιδαγωγικούς δρόμους.

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθροΛατινικά: Η χρήση της αιτιατικής
Επόμενο άρθροΜουσική διαπολιτισμική διαπαιδαγώγηση
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.