Η θεωρία του αφηγηματικού λόγου του Gérard Genette

Του Δημήτρη Χρυσόπουλου, φιλόλογου

Τα τελευταία χρόνια βιώνουμε μία μεγάλη κρίση, στον πολιτικό, πολιτιστικό, οικονομικό,

και κοινωνικό τομέα, επομένως ούτε η λογοτεχνία μπορεί να μείνει ανεπηρέαστη από αυτές τις συνθήκες. Δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία χρόνια κάνουμε λόγο για «λογοτεχνία της κρίσης», για ποιητές, δηλαδή, και πεζογράφους που χρησιμοποιούν κατά κάποιο τρόπο την κρίση ως πρωτογενές υλικό για το έργο τους. Δεν μπορεί άλλωστε να γίνει διαφορετικά… Ένα ξεχωριστό «θεατρικό έργο» Η λογοτεχνία όμως, παρά την κρίση, συνεχίζει να μοιάζει με ένα ξεχωριστό «θεατρικό έργο». Ο αναγνώστης, έστω και για λίγο, γίνεται ο άρχοντας της ανάγνωσης. Είναι ο σκηνοθέτης της παράστασης που λέγεται ανάγνωση στο μεγάλο θέατρο της ζωής. Σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί σε ένα έργο που έχει γράψει κάποιος άλλος. Προσαρμόζει το κοστούμι στα δικά του μέτρα. Δεν ταυτίζεται και δεν υποδύεται μηχανικά το ρόλο του. Αντίθετα αναπλάθει τις εικόνες με το δικό του υλικό, τις δικές του εμπειρίες και τις δικές του προσδοκίες.

Η λογοτεχνία οδηγεί τον αναγνώστη σε ένα ανεξερεύνητο κομμάτι του εαυτού του, και τον μεταφέρει σε κόσμους που δεν θα μπορούσε ποτέ να επισκεφθεί. Παράλληλα είναι ο ισχυρότερος πολέμιος της πληκτικής και πεζής πραγματικότητας και παράλληλα ένας καθρέπτης της κοινωνικής πραγματικότητας. Η λογοτεχνία είναι μια αντίληψη ζωής, ένας χώρος που κουβαλάει με τρόπο αυθεντικό και εναργή όλη την περιπέτεια της πολύπαθης ιστορικής μας διαδρομής. Όσοι λοιπόν επιμένουμε ακόμα να διαβάζουμε λογοτεχνία στην εποχή μας είναι γιατί πιστεύουμε σε αυτό που μας προσφέρει. Δε θα καταφέρουμε ποτέ να αλλάξουμε τον κόσμο με την ποίηση και τα μυθιστορήματα, αξίζει όμως τον κόπο να δοκιμάσουμε την ευεργετική επίδρασή τους στη ζωή και στον χαρακτήρα μας. Και φυσικά, αξίζει να μυήσουμε και τα παιδιά από μικρή ηλικία με τη λογοτεχνία, ώστε αυτή η σπουδαία παρακαταθήκη που υπάρχει να καταφέρει στο μέλλον να πολλαπλασιαστεί, όχι μόνο αριθμητικά, αλλά και ποιοτικά.

Η λογοτεχνία μέσα από το σχολείο Αναντίρρητα η χρησιμοθηρική αντίληψη του εκπαιδευτικού μας συστήματος και η ωφελιμιστική σχέση μας με τη γνώση αλλοιώνουν την ψυχή και την ουσία της Παιδείας. Η μάθηση θεωρείται ως μια σχεδόν αποκλειστική σχολική λειτουργία και όχι ως μια βασική και δια βίου συνιστώσα της υπαρξιακής αγωνίας του εαυτού μας και της κοινωνικής μας ολοκλήρωσης. Μέσα σε όλα αυτά όμως η λογοτεχνία μπορεί να δώσει άλλη διάσταση στη λειτουργία της γνώσης, όπου ο μαθητής θεωρείται ως ενεργό υποκείμενο και δεν είναι δέκτης μιας εγκιβωτισμένης γνώσης στην οποία μάλιστα θα δοκιμαστεί μέσω της απομνημονευτικής του ικανότητας. Καλλιεργεί πολλαπλά τη φαντασία του παιδιού, στοιχείο απαραίτητο για την προσωπική μαθησιακή ανέλιξή του. Ίσως η πιο θετική επιρροή της λογοτεχνίας στο σχολικό γίγνεσθαι είναι ότι αναθεωρεί την κλασική αντίληψη της δόμησης της γνώσης, η οποία επιχειρεί μέσω της στείρας μετάδοσης εννοιών και μηνυμάτων να διαπαιδαγωγήσει τους νέους.

Η λογοτεχνία με την αυθεντικότητα και τη ζωντάνια του αφηγηματικού λόγου, με την πολλαπλότητα των σχηματικών παραστάσεων της μυθιστορηματικής ή μη υφής της αλλά και με τις ποιητικές και συμβολικές εικόνες της θεμελιώνει τη μόρφωση όχι μέσω μιας ψυχαναγκαστικής αντίληψης αλλά μέσω του δημιουργικού ταξιδιού της στις ατέλειωτες πτυχές του κόσμου… Τα χρόνια όμως περνάνε και δεν πρέπει μονίμως να διδάσκουμε κατά κόρον βασιζόμενοι στον «κανόνα». Είναι αναγκαίο όσο ποτέ άλλοτε να γίνει υπέρβαση του κανόνα που διαχωρίζει την «υψηλή» λογοτεχνία από την παραλογοτεχνία, με την έννοια ότι πρέπει να είμαστε ανοιχτοί και προς αυτά τα κείμενα τα οποία οι ίδιοι οι μαθητές θεωρούν λογοτεχνία – αστυνομικά, κόμικς, επιστημονική φαντασία κ.ά. ώστε να αποστιγματιστούν οι ιδιαίτερες αναγνωστικές προτιμήσεις τους. Λόγω της δημοτικότητάς τους αυτά τα αναγνώσματα επηρεάζουν τους μαθητές. Με την ένταξή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία όμως τους δίνεται η ευκαιρία να διερευνήσουν τη σχέση μαζί τους και τελικά να εκφράσουν τις προσωπικές εμπειρίες τους στον χώρο του σχολείου. Δεν χρειάζεται να τους επιβάλλουμε τι να διαβάσουν, χρειάζεται όμως να τους κατευθύνουμε σωστά ώστε να βρουν μόνοι τους αυτό που πραγματικά τους αρέσει να διαβάσουν και να γίνουν συνειδητοί αναγνώστες ώστε να συνδιαλέγονται με τα κείμενα, να τα ερμηνεύει και φυσικά να τα αξιολογούν…

Συμπερασματικά πιστεύω ότι η λογοτεχνία πρέπει να αρδεύεται από τις συνθήκες και τα ρεύματα της εποχής της, αλλά να μην πλημμυρίζει από αυτά. Η λογοτεχνία είναι το σταυροδρόμι όπου ο συγγραφέας διασταυρώνεται με τον τόπο, τον χρόνο και την αιωνιότητα. Συνεπώς, είναι χρέος του συγγραφέα να παλεύει να συναιρέσει το «εδώ» και το «τώρα» με την αιωνιότητα – δηλαδή με το ήθος και τις αξίες που κρατάνε την ανθρώπινη ψυχή ζωντανή και φλέγουσα παρά τις αμέτρητες κρίσεις που έζησε, ζει και θα ζήσει. Και φυσικά μέσα σε όλα αυτά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η περιπέτεια της λογοτεχνίας είναι ένα ισχυρό αντιστάθμισμα στη χρησιμοθηρική αντίληψη της εκπαίδευσης αλλά και στην τεχνοκρατική πρακτική της κοινωνίας. Η αποστολή είναι, αναμφίβολα, δύσκολη και επώδυνη. Η επιτυχία δεν είναι πάντοτε δεδομένη. Αλλά έτσι πρέπει να είναι η λογοτεχνία που αγαπάμε: για τα δύσκολα…

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.