Η πανδημία της Έμφυλης Βίας

H  Βία δε γεννιέται στο δρόμο, η βία δε γεννιέται στο σχολείο, ούτε στους χώρους φοίτησης ή εργασίας . Η βία γεννιέται στην οικογένεια και εκκολάπτεται στους κόλπους της μέσα από την αναπαραγωγή στερεότυπων και συνακόλουθα τη μίμηση επιθετικών – παραβατικών συμπεριφορών σε ένα μεταγενέστερο στάδιο στα πλαίσια της κοινωνίας διαταράσσοντας την κοινωνική ισορροπία  και προκαλώντας το κοινό αίσθημα περί σεβασμού της ανθρώπινης υπόστασης.

                Στη Θεογονία του Ησίοδου, αλλά και στον Πλατωνικό Πρωταγόρα η Βία αποτελούσε μαζί με το Κράτος τους φύλακες του Δία, τα όργανα εξουσίας του, που συμβόλιζαν τη δυσκολία του ανθρώπου να αποκτήσει την πολιτική τέχνη, τις γνώσεις δηλαδή για την οργάνωση των κοινωνιών και την ανάπτυξη του πνευματικού πολιτισμού. Δυστυχώς, στις σημερινές «προηγμένες» κοινωνίες της επιτηδευμένης, στρεβλής και εφήμερης ηθικής η Βία έχει ενδυθεί νέο ρόλο και εμφανίζεται όχι ως φρουρός της κοινωνικοπολιτικής ηθικής αλλά  ως στρατευμένος υπονομευτής της.

                Οι σύγχρονες εκδηλώσεις  του φαινομένου έχουν ως θύματα ως επί το πλείστον γυναίκες , οι οποίες με  την ανοχή  μιας κοινωνίας που στρουθοκαμηλίζει, μιας παιδείας που μηρυκάζει γνώσεις χωρίς να ποιεί ήθος και μιας πολιτείας που συγκαλύπτει το έγκλημα , αδυνατούν να διεκδικήσουν τον αυτονόητο σεβασμό που υπαγορεύεται στα πλαίσια κάθε ευνομούμενης και πρωτίστως πολιτισμένης κοινωνίας. Η μήτρα όμως της βίας είναι το γονεϊκό περιβάλλον,  στο οποίο από νωρίς υπονομεύεται η  ομαλή λειτουργία των σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων μέσα από διαιώνιση κυρίαρχων – πλην παρωχημένων– αντρικών  συμπεριφορών και την απενοχοποίηση   ενός καθεστώτος ανισοτήτων, που πολύ γρήγορα οδηγεί στην εκδήλωση έμφυλης βίας όχι μόνο λεκτικής αλλά και σωματικής. Αυτές οι επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές και η προστατευτικότητα της οικογένειας που τις επικροτεί και τις ενισχύει, σύντομα μετατρέπονται σε έξεις δυνητικά επικίνδυνες για τη διάρρηξη του κοινωνικού ιστού, στο βαθμό που η πραγματικότητα αυτό μαρτυρεί.

                 Οι πρόσφατες συνθήκες εγκλεισμού με την αναγκαστική συμβίωση  και τη αναπόδραστη   αύξηση των κρουσμάτων της ενδοοικογενειακής βίας ενίσχυσαν το φαινόμενο και έφεραν στην επιφάνεια τα τρωτά μιας κοινωνίας που αδυνατεί να εκσυγχρονιστεί και το σημαντικότερο να πατάξει πρωτόγονες συμπεριφορές ή  να θεραπεύσει τον άρρωστο ψυχισμό ανθρώπων, που η αρρενωπότητα ή ο ανδρισμός εξαντλείται στα βίαια ξεσπάσματα εναντίον του γυναικείου φύλου, αλλά και υποθάλπεται  παράλληλα από ένα κράτος  ένοχης ανοχής  και ανέντιμης αναλγησίας  απέναντι  στον  εξευτελισμό της προσωπικότητας στη βάση μιας προβληματικής – στρεβλής διαμόρφωσης των φύλων και των  στερεοτύπων που τα συνοδεύουν.

                Η παιδεία μπορεί να συνδράμει προς την κατεύθυνση αυτή μέσα από την άρση του σεξιστικού λόγου αρχικά και  τη σταδιακή ορθή εσωτερίκευση των ταυτοτήτων,  ώστε και τα δύο φύλα να συνειδητοποιήσουν τις διαφορές τους, που συνιστούν ταυτόχρονα δυνάμεις και αδυναμίες,  και κατ’ επέκταση  να εκλείψουν οι βίαιες κανονικότητες απέναντι στο γυναικείο φύλο. Η διαμόρφωση των έμφυλων ταυτοτήτων αποτελεί μια καλή αρχή για την άρση των διακρίσεων που αφορούν τα δύο φύλα και εξισορροπητικό κοινωνικό παράγοντα. Βέβαια, απαιτείται μια παιδεία υψηλού περιεχομένου και δομημένη στην αρχή της ισότητας, του ανθρωπισμού και του αλληλοσεβασμού, που απαιτεί εκπαιδευτικούς απαλλαγμένους από στερεότυπα και εξοπλισμένους με ένα αντιρατσιστικό ιδεολογικό φορτίο, εφόσον η ευάλωτη συναισθηματικά και πνευματικά  νεανική ψυχή αποτελεί ένα εύπλαστο υλικό προς διαμόρφωση.  Οι αλλαγές δεν πρέπει να άπτονται μόνοι του μορφολογικού, γραμματικού ή σημασιολογικού επιπέδου της γλώσσας, αλλά και της στενής συνάφειας μεταξύ γλώσσας και σκέψης, σκέψης και δράσης. Πρόκειται για ένα ολόκληρο σύστημα αλληλοεμπλεκόμενων σχέσεων που μπορούν σε βάθος χρόνου να επιβάλουν νέες νόρμες συμπεριφοράς και να απαλλάξουν από μισογυνικά σύνδρομα.  Γόνιμες συζητήσεις με τους γονείς ως συμμέτοχους στην εκπαιδευτική αντιρατσιστική διαφώτιση, αλλά και η άσκηση κριτικής στα Μέσα Μαζικής ενημέρωσης που προβάλλουν τη βία ως αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης καθημερινότητας θα συνιστούσαν σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή.

Αυτό είναι βέβαια το αισιόδοξο σενάριο, εφόσον οι κοινωνικές αντιλήψεις που αναγνωρίζουν την εξουσία του άντρα και προβάλλουν το αντρικό πρότυπο  εμμονικά ως  το ισχυρότερο στα πλαίσια μιας ανδροκρατούμενης κοινωνίας είναι αρκετά ισχυρές και πολύ δύσκολα κλονίζονται ειδικά σε συντηρητικές και δυσανεκτικές σε αλλαγές  κοινωνίες, όπως η ελληνική. “Tὴν δὲ πρὸς ἀρετὴν ἐκ παίδων παιδείαν” (Παιδεία είναι εκείνη που γυμνάζει τον άνθρωπο από την παιδική ηλικία στην αρετή) έλεγε ο Πλάτων στους Νόμους του και εδώ ακριβώς πρέπει να εστιάσει η Πολιτεία, στη διαμόρφωση μιας πολιτικά ορθής συμπεριφοράς που θα εκπορεύεται από το υψηλό αίσθημα δικαιοσύνης,  που μόνο η ανθρωπιστική μόρφωση μπορεί να προσδώσει. Είναι αυτή  η παιδεία που μπορεί να μετριάσει κάθε μορφή εξουσιαστικής συμπεριφοράς στα πλαίσια μιας κοινωνίας και να ξεθεμελιώσει ιδεολογικά ζιζάνια που εμποδίζουν τη σκέψη να αναπτυχθεί δημιουργώντας συμπλέγματα που γεννούν τη βία και τα παράγωγά της .

Η πάλη της γνώσης με γερά ριζωμένες πεποιθήσεις αιώνων συνήθως είναι άνιση. Οφείλει όμως η Πολιτεία να δώσει έναν μεγάλο αγώνα και εδώ, εφόσον η διαμόρφωση και η εξέλιξη των κοινωνικών σχέσεων, αλλά και η αντιμετώπιση της βίας στη ρίζα της είναι – όπως και να το κάνουμε – θέμα Παιδείας. Πριν, λοιπόν,  οδηγηθεί στην εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων κοινωνικής πολιτικής και προγραμμάτων οικογενειακού προγραμματισμού, που οπωσδήποτε είναι απαραίτητα δεδομένης και της εύθραυστης  πλέον  προοπτικής του θεσμού της οικογένειας, προκρίνεται μία ριζική αλλαγή της νοοτροπίας και του διαταραγμένου  τρόπου σκέψης, γονιμοποιού των σχέσεων εξουσίας και προαγωγού  της βίας. Πρόκειται για ένα εγχείρημα που επιβάλλεται να αντιμετωπιστεί με τη δέουσα σοβαρότητα  από όλους τους εκπαιδευτικούς φορείς,  ώστε  το πολιτικά και ηθικά ορθό να οριστεί με γνώμονα τον άνθρωπο και όχι το φύλο και σαφώς προτού φτάσαμε στην επιβολή ποινών τιμωρητικών  μεν, αλλά όχι διορθωτικών ή θεραπευτικών του προβλήματος.

Νικολέτα Θάνου 

Εκπαιδευτικός – Φιλόλογος

               

Προηγούμενο άρθροΠανελλαδικές 2020: Ορισμός των Εξεταστικών Κέντρων
Επόμενο άρθροΑδίδακτο κείμενο: Ξενοφῶντος Κύρου Παιδεία, 7.5.72-76
Είμαι πτυχιούχος του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ. Ιδιωτεύω ως εκπαιδευτικός από το 1998.Με χαρακτηρίζει η αφοσίωση στη δουλειά μου και στην οικογένειά μου. Διαβάζω πολύ, κυρίως ελληνική και ξένη λογοτεχνία ενώ παρακολουθώ με ενδιαφέρον και την ελληνική αρθρογραφία. Αγαπημένος μου συγγραφέας ο Νίκος Καζαντζάκης. Θαυμάζω οποιαδήποτε μορφή Τέχνης και λατρεύω τα ταξίδια. Και τα δύο, κατά τη γνώμη μου, επιδρούν στην προσωπικότητα θετικά και διαμορφώνουν χαρακτήρα, αποτελώντας προεκτάσεις μιας πολυδιάστατης μόρφωσης. Ο αρχαιοελληνικός κόσμος με γοητεύει, γιατί αντλούμε από αυτόν και τους άξιους εκπροσώπους του πρότυπα ζωής και συμπεριφοράς, που δυστυχώς στις μέρες μας έχουν εκλείψει. Πρόσφατα συμπεριλήφθηκα στους συνεργάτες της ηλεκτρονικής εφημερίδας της Ημαθίας "Φαρέτρα"

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.