Υποτίθεται ότι κύριος στόχος της διπλωματίας μας ήταν η αντιμετώπιση του αλυτρωτισμού των Σκοπιανών. Αντ’ αυτού η «συμφωνία» των Πρεσπών επισημοποιεί τον αναθεωρητικό τρόπο που οι γείτονες αντιλαμβάνονται τα ιστορικά γεγονότα και προσφέρει μελλοντικά «πατήματα» να κλιμακώσουν, από νομικά και διαπραγματευτικά καλύτερη θέση, τις διεκδικήσεις τους. Αυτό συμβαίνει τόσο διά της μεθόδου της αναγνωρίσεως όσο και διά της μεθόδου της παραλείψεως.

Με την αναγνώριση της «μακεδονικής» εθνικότητας, ιθαγένειας, γλώσσας και ταυτότητας οι πολίτες της Fyrom(ακόμα και όσοι είναι αλβανικής, βουλγαρικής ή άλλης καταγωγής…) αποτελούν επίσημα «μακεδονικό» έθνος που δικαιωματικά μονοπωλεί τον μακεδονικό πολιτισμό και ζει μόνο σ’ ένα μέρος του φυσικού γεωπολιτικού του χώρου, που βαφτίστηκε «Βόρεια Μακεδονία». Ουσιαστικά το κείμενο των Πρεσπών αναγνωρίζει τους Σκοπιανούς ως ολόκληρο έθνος που ζει σε μισό κράτος και επικυρώνειdeiureτο ιδεολόγημα της «διαμελισμένης μακεδονικής πατρίδας» και το δικαίωμα των «Μακεδόνων» να επιδιώξουν τη γεωγραφική τους ολοκλήρωση. Επικοινωνιακά το πρόβλημα είναι εξίσου μεγάλο, διότι ο πλανήτης έχει γνωρίσει πολλές διχοτομήσεις εθνών για λόγους πολιτικής αναγκαιότητας. Όταν για παράδειγμα ακούει «Βόρεια και Νότια Κορέα» ή παλαιότερα «Βόρειο και Νότιο Βιετνάμ» ή «Ανατολική και Δυτική Γερμανία», ο πλανήτης καταλαβαίνει ότι πρόκειται για έθνη που διχοτομήθηκαν βίαια. Η ίδια εντύπωση θα σχηματίζεται και για τη «Βόρεια Μακεδονία». Ο πολίτης του κόσμου συνειρμικά θα αποδέχεται και ύπαρξη «Νότιας Μακεδονίας» που αποτελεί κοινό έθνος με τη «Βόρεια», θα αποδέχεται ότι οι δύο περιοχές είναι συγκυριακά χωρισμένες και ότι μελλοντικά είναι πιθανό να επανενωθούν! Αυτή η εκτρωματική εικόνα ενδέχεται να είναι ακόμα χειρότερη: μόλις συνειδητοποιείται ότι δεν υπάρχει «Νότια Μακεδονία» αλλά μόνο ελληνική περιφέρεια Μακεδονίας, θα σχηματίζεται η εντύπωση ότι η Ελλάδα κατέχει παράνομα αυτό το μέρος του «εθνικού μακεδονικού χώρου» και «καταπιέζει» τον ντόπιο πληθυσμό επιβάλλοντάς του να ομιλεί τα ελληνικά αντί για τη μητρική του… «μακεδονική γλώσσα». Αυτή τη γλώσσα δηλαδή που ανήκει στην κατηγορία των νότιων σλαβικών γλωσσών κατά τη «συμφωνία».

Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι το κρατίδιο της Fyromή «Βόρειας Μακεδονίας», αν κυρωθεί η «συμφωνία», μπορεί ν’ αποτελέσει στρατιωτική απειλή για την Ελλάδα. Ακόμα και να αποτελούσε, «αλύτρωτοι Μακεδόνες αδελφοί» του Ζάεφ, του Ιβάνοφ και του Γκρουέφσκι που «πρέπει να απελευθερωθούν» δεν υπάρχουν στη Βόρεια Ελλάδα. Όσο και να ονειρεύονται οι Σκοπιανοί, όσο και να δείχνουν το «μακεδονικό κράτος» των ονείρων τους να φτάνει μέχρι τον Βόλο, ο πληθυσμός της Βόρειας Ελλάδας έχει ελληνική συνείδηση και τις εδαφικές διεκδικήσεις των γειτόνων τις αντιμετωπίζει με χλευασμό και θυμηδία. Με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζει και τις ανακοινώσεις του «Ουράνιου Τόξου» που ζητά αναγνώριση «μακεδονικής μειονότητας» στη Βόρεια Ελλάδα. Απέναντι σ’ αυτές τις γελοίες απαιτήσεις δεν έχουν λόγο να αντιδρούν οι Έλληνες. Αντιδρούν όμως στην παραχάραξη της Ιστορίας και τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας που προσβάλλει την ελληνική Ιστορία και τα εθνικά μας ιδανικά. Αυτή ήταν η ουσία του προβλήματος στο παρελθόν. Αυτή θα είναι και στο μέλλον. Σε εθνικό επίπεδο υπάρχει από το 2009 απόφαση Αρείου Πάγου που απαγορεύει την ίδρυση σωματείου ή συλλόγου που σχετίζεται με «μακεδονικό έθνος» ή «μακεδονική γλώσσα». Σε διεθνές επίπεδο οι Σκοπιανοί μόνοι τους δεν θα γίνουν ποτέ απειλή για την Ελλάδα. Αλλά ο σουρεαλιστικός επεκτατισμός τους θα μπορούσε να αξιοποιηθεί από άλλους (Ευρωπαίους ή Τουρκία) που έχουν συμφέροντα στην περιοχή και επιθυμούν να τα εξυπηρετήσουν. Σ’ αυτή την περίπτωση ο κίνδυνος δεν θα ήταν εύκολα διαχειρίσιμος για τη χώρα μας. Όσοι επιχειρηματολογούν για την οικονομική ανόρθωση της Ελλάδας χωρίς να υπολογίζουν την εθνική ασφάλεια και σταθερότητα δυσκολεύονται να κατανοήσουν τη νέα πραγματικότητα που δημιουργούν οι Πρέσπες. Δυσκολεύονται να αντιληφθούν τη ζημιά που υφίσταται η Ελλάδα με την ένταξη ή την προσέγγιση της Fyromστους διεθνείς οργανισμούς. Από τη νέα τους θέση οι Σκοπιανοί θα διαθέτουν ένα ισχυρό διπλωματικό όπλο αποσταθεροποίησης εναντίον μας. Σε κάθε ευκαιρία θα δυσφημούν την Ελλάδα ως «επιθετικό κράτος» που κατέχει άδικα ένα μέρος της «Μακεδονίας» και το εμποδίζει να επανέλθει στον «εθνικό κορμό». Μέχρι σήμερα οι Σκοπιανοί ήταν αμετακίνητοι στην προπαγανδιστική τους πολιτική. Δεν εφάρμοσαν ποτέ τις σημαντικές δεσμεύσεις που ανέλαβαν στην Ενδιάμεση Συμφωνία. Γιατί να αλλάξουν πολιτική τώρα που νιώθουν ισχυρότεροι στο Ν.Α.Τ.Ο. και δικαιωμένοι λόγω της αναγνώρισης «μακεδονικού έθνους»;

Ισχυρίζονται ορισμένοι ότι το όνειρο των Σκοπιανών να προσαρτήσουν την ελληνική Μακεδονία είναι ανεδαφικό και ανέφικτο. Άραγε ποιος μπορεί να γνωρίζει πώς θα είναι οι διεθνείς ισορροπίες και τα συμφέροντα των μεγάλων χωρών σε 50 χρόνια ή σε ποια κατάσταση θα βρίσκεται η δική μας χώρα, αν συνεχιστεί ο σημερινός κατήφορος; Πόσο εφικτό είναι το όνειρο της δημιουργίας «μακεδονικού κράτους» με προσαρτήσεις περιοχών διαφορετικού εθνολογικού χαρακτήρα; Μάλλον είναι τόσο εφικτό, όσο εφικτό είναι να επιβιώνει από το 1991 – χάρη στον διεθνή παράγοντα – το αδύναμο κρατίδιο των Σκοπίων που από μόνο του παρουσιάζει τεράστιες εθνολογικές διαφορές! Είναι τόσο εφικτό, όσο εφικτό είναι αυτό που η διεθνής κοινότητα επιδιώκει, χρόνια τώρα, να δημιουργήσει στη μαρτυρική Κύπρο: ένα ομόσπονδο κράτος με πολίτες διαφορετικών εθνοτήτων! Είναι τόσο εφικτό, όσο εφικτό είναι να υπάρχει και να ευημερεί σήμερα στην Ευρώπη κράτος πολυεθνικό όπως το Βέλγιο! Δυστυχώς για εμάς τα Βαλκάνια έχουν μακραίωνη παράδοση στην ύπαρξη πολυεθνικών κρατών, όταν εξυπηρετούνται οι Μεγάλες Δυνάμεις. Ακόμα δυστυχέστερα τα Βαλκάνια έχουν παράδοση στην ευκολία που αλλάζουν τα σύνορα. Η δέσμευση της «συμφωνίας» για σεβασμό των συνόρων είναι ένα ωραίο καθησυχαστικό «πυροτέχνημα», δεδομένου ότι σε όλες τις διεθνείς συνθήκες τα συμβαλλόμενα μέρη δηλώνουν ότι θα σεβαστούν τα σύνορα, μέχρι αυτά ν’ αλλάξουν από πολιτική αναγκαιότητα και στις νέες συνθήκες θα καταγραφεί ξανά η δέσμευση του σεβασμού των νέων συνόρων. Όταν παραμονές των Πρεσπών το γερμανικό Deutsche Welle δημοσιεύει ιστορικά αυθαίρετο χάρτη της… «Σύγχρονης Μακεδονίας» (φωτογραφία), που εμφανίζει το κράτος της «Μακεδονίας» των Σκοπίων να περιλαμβάνει την ελληνική Μακεδονία και περιοχές από Αλβανία και Βουλγαρία, ποιος μπορεί να είναι ήσυχος για το μέλλον;

Ο αλυτρωτικός οραματισμός των Σκοπιανών ενθαρρύνεται από τις αναγνωρίσεις των Πρεσπών, αλλά ενθαρρύνεται και από τις παραλείψεις ή, καλύτερα, τις διφορούμενες διατυπώσεις της «συμφωνίας». Οι συντάκτες της έκριναν αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι η «Βόρεια Μακεδονία» δεν έχει σχέση με την ελληνική Ιστορία. Όσοι προώθησαν τη «συμφωνία» εμφανίστηκαν περιχαρείς ισχυριζόμενοι ότι οι Σκοπιανοί αποποιούνται τη σχέση τους με τον ελληνικό πολιτισμό και εγκαταλείπουν τις διεκδικήσεις τους. Όμως, η ίδια διατύπωση ικανοποίησε και τους Σκοπιανούς, για τους οποίους – και αυτό είναι ο πυρήνας του «μακεδονικού» αλυτρωτισμού, όπως διαμορφώθηκε τον 19οαιώνα – ο Αλέξανδρος και οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες, δεν αποτελούν μέρος της ελληνικής Ιστορίας. Για τους Σκοπιανούς οι αρχαίοι Μακεδόνες υπήρξαν φύλο μη ελληνικό που μεγαλούργησε στην περιοχή μέχρι τον έκτο αιώνα που ήρθαν οι Σλάβοι (οι πρόγονοι των σημερινών Σκοπιανών), κυριάρχησαν αριθμητικά και εθνολογικά των ντόπιων κατοίκων, αλλά αφομοιώθηκαν πολιτισμικά από αυτούς, με αποτέλεσμα οι ίδιοι (και όχι οι Έλληνες), όπως ισχυρίζονται, να είναι οι ιστορικά νόμιμοι κληρονόμοι της μακεδονικής παράδοσης. Για τους Σκοπιανούς αυτό που διδάσκεται σε όλα τα πανεπιστήμια του πλανήτη, ότι δηλαδή ο Αλέξανδρος και ο Αριστοτέλης μιλούσαν ελληνικά (μια δωρική διάλεκτο για την ακρίβεια), δεν ισχύει. Στο ψευτο-ιδεολόγημά τους μοναδικοί πολιτισμικοί επίγονοι της μακεδονικής Ιστορίας δεν είναι οι Έλληνες αλλά οι Σλάβοι.

Τα τελευταία χρόνια βέβαια ο Γκρουέφσκι επεχείρησε να παρουσιάσει τους συμπατριώτες του ως βιολογικούς απογόνους του Αλεξάνδρου γελοιοποιώντας τη σλαβική προπαγάνδα. Η Ελλάδα αποκόμισε ορισμένα διπλωματικά οφέλη, αλλά η «συμφωνία των Πρεσπών» έρχεται σήμερα να αποκαταστήσει «με τη βούλα» αυτό που από πολλές δεκαετίες αποτελεί τον πυρήνα της πιο αυθεντικής μορφής του «μακεδονικού» αλυτρωτισμού και εκφράστηκε επαναστατικά στο Ίλιντεν. Μέσα από τη διφορούμενη διατύπωση που ο καθένας αντιλαμβάνεται και «πουλάει» στην εκλογική του πελατεία όπως θέλει, η Ελλάδα υποτίθεται – για όσους ακόμα εδώ επιμένουν να αυταπατώνται ή εκουσίως να εξαπατώνται – ότι πέτυχε να «πιάσει κορόιδα» τους Σκοπιανούς και να τους βάλει να αποποιηθούν τον σφετερισμό της ελληνικής Ιστορίας. Ουσιαστικά όμως αναγνώρισε στους γείτονες το δικαίωμα να συνεχίσουν να αντιλαμβάνονται την Ιστορία με όποιον τρόπο εξυπηρετεί τα δικά τους συμφέροντα, ακόμα και αν αυτός ο τρόπος προσβάλλει τα ελληνικά δικαιώματα. Ήρθε και η αναγνώριση της γλώσσας των γειτόνων ως «μακεδονικής που ανήκει στις νότιες σλαβικές γλώσσες» και έδεσε ακόμα καλύτερα το γλυκό για τους «φίλους» μας από τη Fyrom! Διότι και αυτή αποτελεί μια άμεση αναγνώριση από μέρους μας ότι ο «μακεδονικός» πολιτισμός στη σημερινή του μορφή είναι σλαβικός και όχι ελληνικός. Προφανώς αυτές οι διατυπώσεις δεν υπήρξαν τυχαίες. Ενώ σε άλλα σημεία της «συμφωνίας» (π.χ. εθνικότητα, γλώσσα) βλέπουμε αστερίσκους και διευκρινίσεις, δεν συμβαίνει το ίδιο για το σημείο που οι Σκοπιανοί αποποιούνται την ελληνική Ιστορία. Γιατί άραγε δεν μπήκε και εδώ η διευκρίνιση ότι ο μακεδονικός πολιτισμός είναι μέρος του ελληνικού πολιτισμού και η μακεδονική Ιστορία μέρος της ελληνικής Ιστορίας;

Κι ενώ η «συμφωνία» μόνο κατ’ επίφαση περιορίζει τις αλυτρωτικές διαθέσεις των γειτόνων, από το πουθενά προκύπτει και αναγνώριση… «ελληνικού αλυτρωτισμού». Η «συμφωνία» προβλέπει τη σύσταση επιτροπής για την εξέταση του τρόπου διδασκαλίας της Ιστορίας στις δύο χώρες, ώστε να αρθούν οι όποιες προπαγανδιστικές αναφορές υπάρχουν. Κάπως έτσι η ελληνική διπλωματία αναγνώρισε εμμέσως ότι υπάρχει «ελληνικός αλυτρωτισμός». Υποτίθεται ότι οι διπλωμάτες μας θα έπρεπε να προσδιορίσουν ποιες αλλαγές οφείλουν να κάνουν οι Σκοπιανοί στο Σύνταγμα και τους νόμους τους. Αντ’ αυτού, βάσει του άρθρου 4, οι Σκοπιανοί θα υποδείξουν ποιες αλλαγές οφείλουμε (και) εμείς να κάνουμε στο δικό μας Σύνταγμα! Με άλλα άρθρα, θα μας υποδείξουν ποιες αλλαγές πρέπει να γίνουν στη σχολική ύλη του μαθήματος της Ιστορίας και απαγορεύουν συλλαλητήρια και δραστηριότητες που θα μπορούσαν να θεωρηθούν «προπαγανδιστικές». Οι ίδιοι δεν υποχρεώνονται να καθαιρέσουν τα αγάλματα του Γκρουέφσκι, που θα παραμείνουν στις θέσεις τους ως ένδειξη φιλίας των δύο λαών (!), αλλά εμείς υποχρεωνόμαστε να κηρύξουμε «αλυτρωτικό, εθνικιστικό», άρα και παράνομο, το σύνθημα «η Μακεδονία είναι ελληνική». Οι Σκοπιανοί άλλαξαν τα ονόματα ενός δρόμου και ενός αεροδρομίου, ίσως μόνο προσωρινά, για να «ρίξουν στάχτη στα μάτια», αλλά εμείς θα τους επιτρέπουμε να μπαίνουν σε μουσεία, υπηρεσίες και σχολεία, να κάνουν έλεγχο και υποδείξεις. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι «πήγαμε για μαλλί και βγήκαμε κουρεμένοι», αλλά εκ του αποτελέσματος δεν φαίνεται σίγουρο ότι η αντιπροσωπεία μας όντως «πήγε για μαλλί»…

Στις Πρέσπες η διπλωματία μας ουσιαστικά αναγνώρισε τις εκτρωματικές θέσεις των γειτόνων, βάσει των οποίων μελλοντικά σ’ όλα τα πανεπιστήμια και τα διεθνή φόρα θα ισχυρίζονται ότι η Βόρεια Ελλάδα αποτελεί μεν σήμερα περιοχή πληθυσμιακά ελληνική, όμως ιστορικά είναι δική τους! Στο πέρασμα του χρόνου οι Πρέσπες μετατρέπουν την ελληνική Μακεδονία σε περιοχή «κατεχόμενη» από τον ελληνισμό που «καπηλεύεται» τη μακεδονική Ιστορία που δεν του ανήκει! Είναι τραγικός ο τρόπος που μία και μοναδική υπογραφή ενός διορισμένου υπουργού Εξωτερικών καθιστά τον ελληνισμό, έστω και υπό την αίρεση της κύρωσης, από θύμα του ζητήματος σε θύτη. Οι Σκοπιανοί πράγματι δεν θα μπορούσαν να βρουν καλύτερη ευκαιρία για την προώθηση των συμφερόντων τους.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.