Του Νίκου Τσούλια

Το βλέμμα όλων μας είναι πάνω τους. Γονείς, συγγενείς, φίλοι, εκπαιδευτικοί εστιάζουν τις σκέψεις τους επί του μεγάλου γεγονότος: των πανελλαδικών εξετάσεων για την είσοδο των υποψηφίων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Οι μαθητές και οι μαθήτριες της τρίτης τάξης δεν το ξέρουν απλά και μόνο, το βιώνουν με έντονο, συχνά με δραματικό τρόπο. Δεν βιώνουν μόνο τη δική τους προσπάθεια και αγωνία, βιώνουν προσδοκίες και όνειρα γονέων. Το μυαλό τους πάει συνέχεια στην ενδεχόμενη αποτυχία, τους βαραίνει η σκιά της αποτυχίας. Η αποτυχία απλώνεται στην αγωνία των παιδιών ακόμα και όταν δεν τεκμηριώνεται ότι το παιδί πρέπει να ανησυχεί. Και οι καλοί, οι άριστοι μαθητές γεύονται και αυτοί έναν προοιμιακό Γολγοθά που εν τοις πράγμασι δεν θα τον περάσουν!

Φοιτούν σε δύο σχολεία, το κανονικό και το φροντιστήριο. Προσπαθούν να διαβάζουν και για τα δύο. Προσπαθούν να ανταποκριθούν ακόμα και σε ό,τι δεν θα είναι στην κρίσιμη περίοδο των εξετάσεων· υπάρχει και το απολυτήριο του λυκείου. Στριμώχνουν το χρόνο του ύπνου τους, εξουθενώνονται, δεν έχουν φυσικές δυνάμεις, εξαντλούν την πνευματική τους διαύγεια, εξουθενώνονται ψυχικά. Στιγμές – στιγμές νιώθουν ότι δεν θυμούνται τίποτα· το άγχος έχει σκεπάσει το κατακτημένο μαθησιακό πεδίο, εμφανίζεται η σκιά της στενοχώριας, ότι δεν πάω καλά, δεν θα τα καταφέρω.

Αλλά γιατί η όλη δραματοποίηση; Γιατί αυτός ο εθνικός συναγερμός, η οικογενειακή ένταση, ο σχολικός και ο φροντιστηριακός παροξυσμός και η ψυχική καθήλωση; Δεν είναι πλέον οι παλιότερες εποχές, όπου η εισαγωγή στο πανεπιστήμιο σήμαινε και σίγουρη επαγγελματική προοπτική. Τότε είχε ενδεχομένως νόημα η ένταση. Τώρα γιατί; Τώρα η ανεργία βαραίνει και τους πτυχιούχους σχεδόν στον ίδιο βαθμό όπως και στους άλλους νέους. Τώρα ένα μεγάλο ποσοστό φοιτητών και σπουδαστών εγκαταλείπει για διάφορους λόγους τις σπουδές του. Τώρα η επιτυχία για μια καλή επαγγελματική εξέλιξη θα βασιστεί στο τι θα κάνουμε μετά το πτυχίο: σε νέα πρόσθετα προσόντα (μεταπτυχιακά, διδακτορικό, επιπλέον της μιας ή και των δύο ξένες γλώσσες κλπ). Από πού τεκμηριώνεται, λοιπόν, αυτή η ένταση;

Η ελληνική κοινωνία, για άλλη μια φορά, δεν μπορεί να δει την πραγματικότητα, δεν μπορεί να διερευνήσει και να κατακτήσει τους δρόμους του συμφέροντός της. Ερμηνεύει λανθασμένα την κατάσταση, κινείται με αδρανειακές δυνάμεις και προπάντων δεν σχεδιάζει ορθολογικά. Και να γιατί. Αρκετοί μαθητές και μαθήτριες δεν έχουν σαφή επαγγελματικό προσανατολισμό, δεν ξέρουν τις κλίσεις τους και τα ενδιαφέροντά τους, δεν ξέρουν την αγορά εργασίας. Σε αυτά βέβαια τα σημεία η κύρια ευθύνη ανήκει σε εμάς τους εκπαιδευτικούς, στο σχολείο, σε όσους οργανώνουν θεσμικά την εκπαίδευση. Η πρότασή μου επ’ αυτών είναι: α) Αν δεν είμαστε αποφασισμένοι να σπουδάσουμε, δεν χρειάζεται όλη αυτή η περιπέτεια που δοκιμάζει και εξαντλεί την ψυχική υγεία των νέων. Αν τελικά δίνουμε εξετάσεις σήμερα και μετά εγκαταλείπουμε τις σπουδές, διαπράττουμε ένα φοβερό λάθος. β) Οφείλουμε να ξαναδούμε τη σχέση μας με τη χειρωνακτική εργασία. Η νοοτροπία της απαξίωσης της χειρωνακτικής εργασίας αλλά και η εγκατάλειψη της χειρωνακτικής εργασίας, ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες, τροφοδότησε τη σημερινή κρίση και σε κάθε περίπτωση έβλαψε και βλάπτει τα πραγματικά συμφέροντα των νέων.

Για να επανέλθουμε στους μαθητές /μαθήτριές μας. Υπάρχει ένα ερώτημα. Πώς μια διαδικασία μάθησης και αξιολόγησης που ανοίγει – έστω με τους περιορισμούς που προαναφέρθηκαν – δρόμους για το μέλλον των νέων αντί να είναι μια περίοδος αισιόδοξης στάσης, δημιουργικότητας και πνευματικής ανάτασης, μετασχηματίζεται σε μια βαρυσυννεφιά άγχους και στεναχώριας; Μήπως υστερεί η παιδαγωγική μας λειτουργία στο σχολείο; Μήπως βλέπουμε μόνο τα γνωστικά αντικείμενα και δίνουμε τη μάχη επί της ύλης και μόνο, παραβλέποντας το συναισθηματικό κόσμο και τον κόσμο των ευαισθησιών και των ανησυχιών των μαθητών / τριών μας;

Όταν ως λαός και ως χώρα ζούμε μια πρωτόγνωρη για τα μεταπολιτευτικά χρονικά κρίση, οφείλουμε να ξαναδούμε τις θεμελιώδεις λειτουργίες των κύριων θεσμών της κοινωνίας μας. Οφείλουμε να ξαναδούμε το ρόλο του σχολείου, να ξαναδούμε το ρόλο της αγωγής. Όσο συρρικνώνουμε τη συζήτηση στα δήθεν επίμαχα σημεία, στις τεχνικές (γιατί το σύστημα πρόσβασης μια τεχνική είναι), στα επιμέρους και στα εξωτερικά στοιχεία του εκπαιδευτικού συστήματος και όχι στα ουσιώδη, απλώς διαιωνίζουμε το εκπαιδευτικό πρόβλημα. Το κύριο εκπαιδευτικό πρόβλημα δεν οριοθετείται στα τεχνικά χαρακτηριστικά του ούτε στις υποδομές του σχολικού συστήματος. Το κύριο εκπαιδευτικό πρόβλημα εντοπίζεται στην έννοια της διαπαιδαγώγησης, στο περιεχόμενο και στο αξιακό πεδίο της μόρφωσης και της μάθησης. Όσο αυτά δεν τίθενται καν στην ατζέντα συζήτησης, μοιραίοι και άβουλοι θα παρακολουθούμε τα αδιέξοδα και θα βλέπουμε τους μαθητές / -τριές μας να δοκιμάζονται σε ένα σκληρό πεδίο χωρίς νόημα.

Η Τρίτη λυκείου είναι η τάξη – πεδίο που μπορεί να «θέσει» το ουσιαστικό ζήτημα του ρόλου του σημερινού σχολείου, τον χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Να δούμε το σχολείο με τις συνθήκες του μέλλοντος και όχι με την αδράνεια του παρελθόντος. Αν το νέο σύστημα πρόσβασης ανακυκλώσει τα παλιά χαρακτηριστικά, θα έχει χαθεί μια σημαντική ευκαιρία. Και πάντως είναι φοβερά ανώφελο να ασχολούμαστε κάθε τόσο με το σύστημα πρόσβασης για να βάζουμε μια νέα ετικέτα σε μια γνωστή και διαρκώς επαναλαμβανόμενη σταθερή δομή.

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.