
Γλωσσικά υποθέματα: Σπαγγοραμμένος – σπάγγος
Φιλάργυρος, τσιγκούνης, σφιχτοχέρης, εξηνταβελόνης.
< ιταλ. spago=σπάγγος, αδύνατος, ψιλός (εξού και το σπαγγέτι)
Τα παλαιά χρόνια,οι κλωστές καλής ποιότητας (λινές, μεταξωτές, χρυσοκλωστές κλπ.) ήταν ακριβές. ‘Ο,τι ραβόταν με σπάγκο, ήταν πολύ φθηνό και, επειδή το φθηνό πράγμα το μεταχειρίζεται ο τσιγκούνης, η λέξη πήρε αυτήν τη σημασία.