Διδάσκουμε με ό,τι είμαστε!

Του Νίκου Τσούλια

Η εποχή της εκβιομηχάνισης αλλάζει το πολιτιστικό παράδειγμα της ιστορίας του Δυτικού Κόσμου. Νέες ανάγκες και προτεραιότητες αναπτύσσονται. Η μαζική παραγωγή στην οικονομία αρχίζει να μετασχηματίζει την κοινωνία με κύρια χαρακτηριστικά τη «μαζικότητα» σε κάθε οικονομική διεργασία και τον «καταναλωτισμό» σε κάθε πτυχή της ζωής του ανθρώπου. Τώρα οι ευρύτερες εξελίξεις προσαρμόζουν κατάλληλα και τους ποικίλους θεσμούς της εκπαίδευσης και της μόρφωσης. «Εμφανίζεται η μονόπλευρη νοησιαρχική κατεύθυνση της κοσμοθεωρίας, η μηχανοποίηση και ο κατακερματισμός της ζωής και η παιδαγωγική θεωρία εμπλουτίζεται από την πειραματική ψυχολογία και την νεο-καντιανή φιλοσοφία»[i].

      Στις απαρχές του 20ου αιώνα έχουμε νέα έκρηξη των φυσικών επιστημών και εμφανίζεται η Σχολή της Φραγκφούρτης (Κριτική Θεωρία) που ανάγει σε κεντρικό στόχο της αγωγής τη χειραφέτηση του ανθρώπου. Αναπτύσσεται η Κριτική θεωρία – κριτική παιδαγωγική κατά τη δεκαετία του ’60. Εμπνευστές της Σχολής της Φραγκφούρτης είναι οι νεομαρξιστές M. Horkheimer, Th. Adorno, H. Marcuse, J. Habermas. Μία από τις βασικές της θεωρήσεις είναι και η εξής. «Η επιστήμη δεν μπορεί να μένει ουδέτερη σε σχέση με την κοινωνία και οφείλει να οδηγήσει τον άνθρωπο στη χειραφέτηση. Ως μέθοδος προτείνεται η διαλεκτική, βάση της οποίας αποτελεί η ιδεολογική – κριτική προσέγγιση της κοινωνίας. Η κοινωνική θεωρία και κριτική έχει ως στόχο την κοινωνική αλλαγή»[ii]. Στην Ελλάδα αρκετοί εμπνευσμένοι παιδαγωγοί και δη εκείνοι του Εκπαιδευτικού Ομίλου θα βρεθούν στην πρώτη γραμμή των θεωριών για κοινωνικές αλλαγές και για εκδημοκρατισμό των κοινωνιών. Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι τα ρεύματα αυτά είναι ρεύματα μιας κουλτούρας αμφισβήτησης αφού «επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους στην χειραφέτηση του ατόμου και στην απελευθέρωσή του από κάθε μορφή καταπίεσης»[iii].

      Παράλληλα αναπτύσσονται και άλλα ιδεολογικά ρεύματα και η Νέα Παιδαγωγική καλλιεργεί νέες ελπίδες για να γίνει η εκπαίδευση θεσμός κοινωνικών αλλαγών και δημοκρατικών μετασχηματισμών. «Οι οπαδοί της θεωρίας του πραγματισμού προσανατολίζονται περισσότερο στο παρόν και στο μέλλον και λιγότερο στο παρελθόν… Με την προοδευτική αγωγή σχετίζεται άμεσα το κίνημα της νέας αγωγής (J. Dewey κλπ), της οποίας θεμελιώδεις αρχές ήταν η ανάπτυξη των έμφυτων ικανοτήτων και ενδιαφερόντων του παιδιού, η εγκατάλειψη της αυταρχικής αγωγής, η παροχή περισσότερης ελευθερίας στο παιδί και η διεξαγωγή της σχολικής εργασίας κατά τέτοιο τρόπο, ώστε το παιδί να νοιώθει πιο κοντά στη ζωή»[iv]. Αυτή η μορφωτική και εκπαιδευτική δυναμική συμβαδίζει με τα ευρύτερα κοινωνικά ρεύματα του Γαλλικού Μάη και με τη ριζοσπαστικοποίηση της μεσαίας τάξης που θα δημιουργήσει και το Κοινωνικό κράτος και το Κράτος δικαίου στη Δυτική Ευρώπη. Είναι η περίοδος όπου τα κοινωνικά κινήματα αλλάζουν την πολιτική ατζέντα και αναγκάζουν το κεφαλαιοκρατικό σύστημα στις αναπτυγμένες χώρες να προχωρήσει σε σημαντικές παραχωρήσεις στον κόσμο της εργασίας και να εφαρμόσει μια πολιτική «κοινωνικής αλληλεγγύης».

      Αλλά η πορεία εκδημοκρατισμού και κοινωνικής προόδου αρχίζει να ανακόπτεται με τις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού στη δεκαετία που έχουν ως έμβλημά τους το Θατσερισμό στο Ηνωμένο Βασίλειο και θα επεκτείνονται σ’ όλη την Ευρώπη˙ στη δε χώρα μας η τάση του νεοφιλελευθερισμού θα αρχίζει να απλώνεται στη δεκαετία του 1990. Έκτοτε η πολιτική του νεοφιλελεθερισμού και η επικυριαρχία των δυνάμεων της αγοράς θα διευρύνουν την ατζέντα τους. Η σημερινή κυρίαρχη πολιτική της διεθνοποιημένης οικονομίας, της παγκοσμιοποίησης και της ισχυροποίησης του χρηματιστηριακού κεφαλαίου θα περιστείλει όλες τις βασικές όψεις του κοινωνικού κράτους, θα περιορίσει τα δικαιώματα των εργαζομένων και θα αρχίσει να ιδιωτικοποιεί όλο και μεγαλύτερα κομμάτια της θεσμικής εκπαίδευσης με αιχμή αρχικά τον τομέα της Κατάρτισης και στη συνέχεια την Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση.      

      Αυτή η όλη εξέλιξη επιφέρει και σημαντικές αλλαγές στο χαρακτήρα της Παιδαγωγικής αφού «με την παγκοσμιοποίηση αυξάνεται η ευρύτερη παιδαγωγική δύναμη της κοινωνίας σε βάρος της αντίστοιχης του σχολείου»[v]. Αλλά η εν λόγω τάση δεν παραπέμπει σε μια αντίληψη εκδημοκρατισμού της εκπαίδευσης αλλά σε μια ακόμα πιο εργαλειακή θέση της στην παραγωγική διαδικασία, γιατί η παιδαγωγική δύναμη της κοινωνίας επικαθορίζεται από την «αντιπαιδαγωγική δύναμη της οικονομίας».

      Σήμερα η Παιδαγωγική δεν έχει ως κύριο πρόβλημά της την επιστημονική της καθιέρωση ή την κοινωνική της νομιμοποίηση, όπως συνέβαινε σε παλιότερες εποχές. Σήμερα αμφισβητείται και αποδομείται ο βαθύτερος πυρήνας της, το αξιακό της πεδίο. Τα μεγάλα σύμβολα – προτάγματά της: η αλληλεγγύη, η συνεργασία, η αγάπη, η κοινωνικότητα διαβρώνονται από τα ιδεολογικά εργαλεία της αγοράς: το κέρδος, την ιδιώτευση, την ατομικότητα, τον ανταγωνισμό, τον οικονομισμό. Σήμερα η Παιδαγωγική αντιλαμβάνεται ότι το πνεύμα της έχει μια πλασματική επιρροή, ασκείται δηλαδή μόνο εντός των «σχολικών συνόρων». Και όλο αυτό το σκηνικό της μεγάλης πολιτισμικής αντίφασης το γεύεται και το βιώνει κάθε γονέας με έναν ανάγλυφο τρόπο στο ερώτημα: «με βάση ποιες αξίες να διαπαιδαγωγήσω τα παιδιά μου, με εκείνες του σχολείου ή με εκείνες της αγοράς»;

[i] Albert Reble (1990), Ιστορία της Παιδαγωγικής, Αθήνα: Δ. Παπαδήμας

[ii] Albert Reble (1990), Ιστορία της Παιδαγωγικής, Αθήνα: Δ. Παπαδήμας

[iii] Η. Μετοχιανάκης (1997), Οι επιδράσεις της φιλοσοφικής σκέψης στη σύγχρονη παιδαγωγική αντίληψη, στο: Παιδαγωγική επιστήμη στην Ελλάδα και στην Ευρώπη: Τάσεις και προοπτικές, Αθήνα: Ελληνικά γράμματα, σ. 134

[iv] Η. Μετοχιανάκης (1997), Οι επιδράσεις της φιλοσοφικής σκέψης στη σύγχρονη παιδαγωγική αντίληψη, στο: Παιδαγωγική επιστήμη στην Ελλάδα και στην Ευρώπη: Τάσεις και προοπτικές, Αθήνα: Ελληνικά γράμματα, σ. 137, 138

[v] Ι. Πυργιωτάκης, Εισαγωγή στην παιδαγωγική επιστήμη

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.