Από μικρός σκεπτόμουνα ζωηρά τις επόμενες στιγμές απ’ αυτές που ζούσα. Και ήταν τόσο έντονη αυτή η φαντασίωσή μου που νόμιζα ότι ζούσα παράλληλα και το παρόν και το μέλλον. Ίσως γιατί ονειρευόμουνα πολύ. «Όταν θα είμαι στα χωράφια μόνος μου, θα εμφανιστεί εκεί κάτω στην άκρη του δρόμου η Πατρούλα η συμμαθήτριά μου στο Γυμνάσιο που την είχα ερωτευτεί και τη σκεπτόμουνα συνέχεια… Μπορεί να είναι πρώτη στην προφορική βαθμολογία η Πελαγία αλλά εγώ θα γράψω 20 Μαθηματικά, 20 Αρχαία, 20… και θα έλθω πρώτος… Αν θα περάσει η πέτρα που θα κλωτσήσω ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο σημάδια / δοκάρια, τότε θα κερδίσει ο ομάδα μου το απόγευμα στο ποδόσφαιρο».

      Ίσως ήταν ανάγκες πραγματικές ή περίεργες. Όταν σκάβαμε στη σταφίδα και η κούραση γινόταν πολύ μεγάλη, όλο σκεπτόμουνα το πώς θα αισθάνομαι όταν ο ήλιος θα έχει αρχίσει να γέρνει προς τη δύση και ξαλάφρωνα… Όταν πήγαινα φαγητό και πράγματα φορτωμένος για τον πατέρα μου στα μακρινά χωράφια μέσα στο καταμεσήμερο και κουραζόμουνα, σκεπτόμουνα ξανά και ξανά ότι είμαι πιο κοντά στα χωράφια, ότι έχω ανέβει στο ύψωμα και μετά να τα χωράφια μας θα τα βλέπω… Έτρωγα το ψωμοτύρι αλλά έτρωγα λίγο – λίγο το τυρί και φρόντιζα οι τελευταίες μπουκιές να έχουν περίσσεια τυριού για να μου μένει η γεύση του…

      Έπαιζα με το μέλλον. Ίσως γιατί μού άρεσε να φαντάζομαι το πώς θα είναι αυτό που …έρχεται. Και με πείραζε πολύ η ιδέα ότι αυτό που θα ακολουθούσε μπορεί να μην είχε και τα δικά μου σχέδια. «Από πού ως που, δεν θα επηρεάζω τα πράγματα που με αφορούν; Και από πού τα φέρνει τα γεγονότα ο χρόνος;», έλεγα ξανά και ξανά και μερικές φορές το έλεγα και δυνατά, γιατί θεωρούσα ότι έτσι γινόταν πιο πιστευτό στον εαυτό μου. «Ωραία εδώ ο δρόμος διακλαδίζεται και ποιος ξέρει εκτός από μένα ποιο δρόμο θα πάρω»; Και ξεγελούσα ακόμα και τον εαυτό μου, γύριζα πίσω και έπαιρνα τον άλλο δρόμο για να δείξω στον εαυτό μου ότι εγώ αποφάσιζα στο τι θα γίνει την επόμενη στιγμή και κανένας άλλος… Και κάπως έτσι επεκτεινόμουνα όλο και πιο πολύ σ’ αυτό που λέμε μέλλον. Κάθε κομμάτι του μέλλοντος που το σκεπτόμουνα πολύ γινόταν σαν παρόν και μετά πήγαινα στο μέλλον του μέλλοντος που είχε γίνει παρόν και πάει λέγοντας.

      Στην τελευταία τάξη που ήμουνα υποψήφιος για τις Εισαγωγικές Εξετάσεις τα πράγματα του μέλλοντος στη σκέψη μου φούντωσαν για τα καλά. «Και αν δεν περάσω, τι θα απογίνω, θα κάτσω στα χωράφια; Λεφτά δεν υπάρχουν για να ξαναδώσω. Όχι, δεν γίνεται. Θα περάσω. Και πώς θα είναι όταν περάσω στο Πανεπιστήμιο; Θα μάθω εύκολα να κυκλοφορώ στη Αθήνα; Θα μπορώ εκεί να είμαι στους πρώτους φοιτητές όπως είμαι στο Γυμνάσιο; Πώς να είναι το γήπεδο Καραϊσκάκη, θα είναι πολύ μεγάλο…»; Δεν έμενα ποτέ στα ερωτήματα˙ έφτιαχνα και τις απαντήσεις, αλλά δεν έμενα ούτε και σ’ αυτές˙ ζούσα τις περιγραφές τους (ή περιγραφές μου;) σαν κανονικά γεγονότα. Άλλοτε τα προγεφυρώματά μου με οδηγούσαν στο μέλλον και άλλοτε ήταν μετέωρα και συντρίβονταν με πάταγο…

      Είναι μια κατάκτησή μας η προοικονόμηση του μέλλοντος, γιατί συμμετέχουμε στο παιχνίδι της δικής μας πραγματικότητας. Προφανώς μερικά μόνο κομμάτια του μέλλοντος είναι της δικής μας βούλησης. Πολλά κομμάτια είναι απροσδιόριστα. Γιατί αλλιώς το μέλλον δεν θα ήταν μέλλον. Και έτσι είναι προφανώς καλύτερα, γιατί η ομορφιά του μέλλοντος βρίσκεται πρωτίστως στην εν πολλοίς άγνωστη εικόνα του, στην αβεβαιότητά του, στην ανατρεπτικότητά του σε οποιαδήποτε έννοια γραμμικότητας των εξελίξεων, στην απόλυτη ελευθερία του.

      Επειδή το χτες και το σήμερα ως τετελεσμένα και μη αποτρεπτά, υλοποιούν την αρχή της πραγματικότητας, το αβέβαιο και άγνωστο μέλλον είναι το μέσο που μπορεί να φιλοξενήσει και να χωρέσει την άλλη αρχή, την αντίρροπη και απολύτως αναγκαία, αυτήν της προσμονής και της ηδονής της. Ως τραγικό ον – απόρροια της συνείδησής του – ο άνθρωπος, είναι υποχρεωμένος να κινείται μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας και χρωματίζει το μη δυνάμενο να προσδιοριστεί μέλλον με όλα «τα θέλω», όλα τα όνειρα, όλες τις ελπίδες, όλα τα απωθημένα, όλα τα οράματα. Ανεξάρτητα αν κι αυτά θα σαρωθούν από τον οδοστρωτήρα μιας αναγκαιότητας που διέπει το βίο μας, αφού αυτό που ονομάζουμε τύχη είναι είδωλο απόλυτα άγνωστο. Αναπόφευκτα το μέλλον θα λειτουργεί παραμυθητικά και εξισορροπητικά στην ψυχή μας, έστω και αν κομμάτια / ερείπιά του βιώνονται ως ζωτική αυταπάτη. Αλλιώς ο βίος γίνεται αφόρητη και ανόητη καταναγκαστική πορεία… Μπορεί «η πνευματική ζωή μας να είναι μια συναναστροφή με τους νεκρούς» (Συκουτρής), αλλά ο τρόπος σκέψης μας είναι ο τρόπος με τον οποίο ονειρευόμαστε και σχεδιάζουμε το μέλλον μας. Και η ζωή μας όλη είναι παιχνίδι με το μέλλον…

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.