Νοητική υστέρηση

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στην παρούσα μελέτη μας θα εξετασθεί το ζήτημα της νοητικής υστέρησης η οποία έχει διττό χαρακτήρα : προσωπικό- ατομικό και κοινωνικό- πολιτισμικό. Η νοητική υστέρηση ως ιδιαιτερότητα μπορεί να διακριθεί σε ήπια, μέτρια και βαριά μορφή. Πρόκειται για μια διαταραχή που χαρακτηρίζει αρκετούς μαθητές στα ελληνικά σχολεία και απαιτεί προσαρμογή Αναλυτικού Προγράμματος και ειδική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών ώστε να ανταποκριθούν στην άμεση κάλυψη των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών των μαθητών.

Μαθητές με νοητική υστέρηση οποιασδήποτε μορφής χρειάζονται αποδοχή και αναγνώριση κυρίως από τον εαυτό τους και έπειτα από τους ανθρώπους που τους περιβάλλουν. Η νοητική υστέρηση είναι ιδιαιτερότητα η οποία έχει ατομικό χαρακτήρα εφόσον αφορά το πρόσωπο. Η ιδιαιτερότητα αυτή ποικίλλει από άτομο σε άτομο. Έχει όμως και κοινωνικές διαστάσεις εφόσον τα άτομα με νοητική υστέρηση ζουν και δρουν σε μια κοινωνία από την οποία δέχονται ερεθίσματα αλλά και δίνουν. Συνεπώς το παιδί με νοητική υστέρηση οφείλει να αποδεχθεί πρωτίστως τον εαυτό του εφόσον τα χαρακτηριστικά της ιδιαιτερότητας αυτής είναι προσωπικά και κατά συνέπεια να λάβει αποδοχή από ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο κοινωνικό γίγνεσθαι.

Στη συνέχεια της μελέτης θα δούμε πώς αυτή η διττή φύση της νοητικής υστέρησης επιδρά η μία πάνω στην άλλη αλλά και τον τρόπο με τον οποίο συνδέονται μεταξύ τους.

  1. Ο προσωπικός- ατομικός χαρακτήρας της νοητικής υστέρησης

   Οι άνθρωποι με νοητική υστέρηση διαθέτουν μειωμένη αυτενέργεια ώστε να καθίσταται αναγκαία η παρουσία τρίτων ανθρώπων στη ζωή τους για να υποστηρίξουν τα δικαίωμά τους στην εκπαίδευση, την εργασία και την κοινωνική συμμετοχή. Η νοητική υστέρηση αποτελεί προσωπική υπόθεση του παιδιού αλλά και του οικείου περιβάλλοντός του, όπως είναι η οικογένεια. Για τον λόγο αυτό, η φύση της ιδιαιτερότητας αυτής είναι ατομική- προσωπική. Στην εισαγωγή αναφέρθηκε πως η μορφή της νοητικής υστέρησης διαφέρει από άτομο σε άτομο. Κι αυτό διότι τα άτομα με νοητική υστέρηση δεν αποτελούν μια ομοιογενή ομάδα (Κρουσταλλάκης, 2000).  Ίσως να συναντώνται διαφοροποιήσεις όσον αφορά την αιτία και τον βαθμό της νοητική υστέρησης, τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της συμπεριφοράς, το πλήθος και το είδος των άλλων διαταραχών που συνυπάρχουν με τη βασική συμπτωματολογία, όπως και με τα προγράμματα εκπαίδευσης και κοινωνικής αποκατάστασης (Παρασκευόπουλος, 2008).

    Το παιδί από την παιδική ήδη ηλικία αντιλαμβάνεται ότι είναι διαφορετικό από τα υπόλοιπα παιδιά. Έρχεται αντιμέτωπο με την εικόνα του, εσωτερική και εξωτερική. Παρατηρεί ότι δε μπορεί να συμμετάσχει σε όλες τις δραστηριότητες όπως τα υπόλοιπα παιδιά (Αρμπουνιώτη, 2006). Η αυτοαντίληψη που του δίνει η εικόνα του, είναι το πρώτο βήμα για να πλησιάσει τον εαυτό του. Πολλές φορές αναρωτιέται εάν αυτό που αντικρίζει στον καθρέφτη μπορεί να διορθωθεί ή να αποκατασταθεί ώστε να μη νιώθει τη διαφορετικότητα. Η εξωτερική εικόνα που συλλαμβάνει για τον εαυτό του, επηρεάζει άμεσα τον συναισθηματικό του κόσμο. Αναφύονται προβληματισμοί και ανησυχίες για το αν θα μπορεί να συμμετέχει σε ένα ομαδικό παιχνίδι και αν θα αισθανθεί την αποδοχή και την αναγνώριση από το περιβάλλον του μέσα στο οποίο ζει, δρα και εξελίσσεται (Πολυχρονοπούλου,2003). Το παιδί παρατηρεί ότι έχει κάποιον μονίμως κοντά του για να εξυπηρετηθεί. Κάποια άτομα με νοητική υστέρηση αυτοεξυπηρετούνται ενώ άλλα όχι.

   Όλα αυτά που συμβαίνουν σε ένα παιδί με νοητική υστέρηση μέσα του και γύρω του, συνθέτουν την εικόνα που έχει προς τον εαυτό του. Η επιπρόσθετη βοήθεια από τους γονείς του, η αργοπορημένη δραστηριότητά του στην εξυπηρέτηση των βασικών αναγκών του, η βοήθεια από κάποιον ειδικό. Η νοημοσύνη του το κάνει να έχει περιορισμένες δυνατότητες, όμως μέσα από την ειδική παρέμβαση, δύναται να βελτιωθεί.  

  Ο προσωπικός χαρακτήρας της αναπηρίας αυτής επισύρει τον σαφή διαχωρισμό σε δύο συνισταμένες : στα ατομικά χαρακτηριστικά όπως είναι το φύλο, η ηλικία, αν η αναπηρία είναι εκ γενετής, πότε διαγνώσθηκε, αν υπεβλήθη σε χειρουργική επέμβαση και σε ποια ηλικία αντιλήφθηκε την ιδιαιτερότητά του. Η δεύτερη συνισταμένη αφορά το αντίκτυπο στην ψυχολογία του παιδιού από την κατάσταση της οικογένειας, τα κίνητρα που δημιουργούνται και την στήριξη από τους γονείς (Σούλη, Φλωρίδη, 2006).  Επί παραδείγματι, η πενιχρή οικονομική κατάσταση της οικογένειας δεν ευνοεί την αρμόζουσα περίθαλψη και βοήθεια του παιδιού, ενώ αν ανήκει σε κατώτερη κοινωνική βαθμίδα, η κοινωνική απομόνωση θα είναι μεγαλύτερη εφόσον θα υπάρχει προκατάληψη για την κατάσταση της υγείας του παιδιού , περιφρόνηση και έλλειψη ενδιαφέροντος από την κοινωνία. Αυτό έχει να κάνει με το ψυχολογικό υπόβαθρο της αναπηρίας και το πώς αντιλαμβάνεται το παιδί τον εαυτό του, η αυτό- αντίληψη και αυτό- εικόνα του (Μπροσκάλια, 2003). Οι ιδιαιτερότητές του περιστρέφονται γύρω από το ίδιο το άτομο γιατί τις βιώνει στην καθημερινότητά του και την αποστασιοποίησή του από την αυτοεξυπηρέτησή του και τη συμμετοχή του σε ομαδικά παιχνίδια, σχολικές και εξωσχολικές δραστηριότητες.

  1. Ο κοινωνικός και πολιτισμικός χαρακτήρας της νοητικής υστέρησης

  Τα παιδιά με ιδιαιτερότητες διαφέρουν από τα υπόλοιπα παιδιά , όμως είναι μέλη της κοινωνίας στην οποία ζουν, δρουν , κινούνται, εξελίσσονται (Πολυχρονοπούλου, 2003). Ανταλλάσουν μηνύματα με τα άτομα με τα οποία συναναστρέφονται, είναι πομποί και δέκτες των μηνυμάτων και βρίσκονται σε μια αδιάλειπτη αλληλεπίδραση που βοηθάει τα άτομα αυτά να αναπτύσσουν κοινωνικές δεξιότητες. Τα παιδιά αυτά χρειάζονται τη βοήθεια γονέων, των δασκάλων και των πολιτών μιας κοινωνίας μέσα στην οποία θα νιώθουν δίκαιη μεταχείριση, ισοτιμία, δημοκρατία, ελευθερία και αγάπη και κυρίως αποδοχή και αναγνώριση ως το ορόσημο της παιδείας του ανθρώπου και ύψιστο ηθικό ιδεώδες του ανθρωπισμού (Κασιμάτης, 2007).   Πολλές έρευνες οι οποίες διεξήχθησαν πάνω στον τομέα της στήριξης από την κοινωνία έδειξαν την αποτελεσματικότητα της στήριξης αυτής (Morisson, 2014).

  Σχετικά με τον πολιτισμικό χαρακτήρα που αποκτά η φύση ενός προβλήματος υγείας να πούμε ότι σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η κουλτούρα της κοινωνίας η οποία διαμορφώνεται με βάση τις φυσικές προδιαθέσεις, τις στάσεις και τις συμπεριφορές απέναντι στα άτομα με κάποιο είδος αναπηρίας και με προβλήματα υγείας συλλήβδην (Πολυχρονοπούλου, 2003). Εκείνο το οποίο χρειάζεται να πούμε σε αυτό το σημείο είναι πως η συμπεριφορά των άλλων απέναντι σε ένα παιδί με ιδιαιτερότητες καθορίζει και τη συναισθηματική του συμπεριφορά και όταν έχει αρνητικό χαρακτήρα, το παιδί κλείνεται στον εαυτό του ή γίνεται επιθετικό ( Guralnick,2006). Ως εκ τούτου , ο τρόπος συμπεριφοράς των πολιτών απέναντι σε ένα ξεχωριστό παιδί έχει αντίκτυπο στην ψυχοσύνθεσή του όταν αυτή πρέπει να διαμορφώνεται από την ανάληψη ρόλων και πρωτοβουλιών που καλείται καθημερινά να επιληφθεί. Ένας πολιτισμένος άνθρωπος έχει πνευματική μόρφωση, στοιχειώδεις τρόπους συμπεριφοράς, παιδεία (Κασιμάτης, 2007). Η κουλτούρα της κοινωνίας έχει εξέχοντα ρόλο και είναι μείζονος σπουδαιότητας να υπογραμμίσουμε ότι με βάση αυτή διαμορφώνονται αξίες, στάσεις και διαθέσεις απέναντι σε κάποιον που αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας ώστε να διάκεινται ευμενώς προς τις ευπαθείς ομάδες (Σούλη, Φλωρίδη, 2006). 

  1. Η διττή φύση της αναπηρίας : η επίδρασή της στη διαταραχή

   Παραπάνω αναφέρθηκε ότι πρωτίστως το παιδί με αναπηρία θα αποδεχθεί την εικόνα του και αντίστοιχα θα γίνει αποδεκτό από την κοινωνία. Ο ατομικός χαρακτήρας αλλά και ο κοινωνικός- πολιτισμικός συνδέονται μεταξύ τους. Αυτό σημαίνει ότι τα ιδιαίτερα γνωρίσματα της ατομικής φύσης της αναπηρίας εγείρουν τα ερεθίσματα της κοινωνίας. Το παιδί έχει ιδιαιτερότητες (ατομικό στοιχείο), οι οποίες έχουν αντίκτυπο στην κοινωνία (για το πώς το βλέπουν οι γύρω του). Ο τρόπος σύλληψης της αναπηρίας από τα κοινωνικά μέλη διαμορφώνεται με βάση την κουλτούρα της. Το ερέθισμα είναι τα ατομικά γνωρίσματα της νοητικής υστέρησης και η αντίδραση είναι η κουλτούρα της κοινωνίας. Με βάση τις ιδιαιτερότητες του παιδιού, τα μέλη που τον περιβάλλου θα δράσουν ή θα αντιδράσουν ανάλογα. Τα παιδιά με νοητική υστέρηση αποτελούν ευπαθή κοινωνική ομάδα. Ο τρόπος θα είναι η αποδοχή με ενσυναίσθηση ή επικριτικά σχόλια. Αυτό που αντανακλά ένα παιδί σαν εξωτερική εικόνα στον κοινωνικό περίγυρο, επισύρει και τον τρόπο συμπεριφοράς των μελών του με βάση τη στοιχειώδη παιδεία τους ή όχι. Με τον τρόπο αυτό οι δύο φύσεις της αναπηρίας, αλληλεπιδρούν και αλληλοσυμπληρώνονται χωρίς να αποκλείει η μία την άλλη.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Εν κατακλείδι, η νοητική υστέρηση ως μια ιδιαιτερότητα ή διαταραχή έχει ατομικό και κοινωνικό- χαρακτήρα γιατί η αντανάκλασή της συναντάται και στο μέρος του όλου (άτομο με αναπηρία) και στο όλον (κοινωνικό σύνολο). Το ένα έχει αντίκτυπο πάνω στο άλλο, ώστε αμφότερα συνθέτουν την συνολική εικόνα της ομόλογης αυτής διαταραχής. Η ψυχοσύνθεση του παιδιού με νοητική υστέρηση είναι μείζονος σημασίας και για τον ίδιο του τον εαυτό αλλά και τους οικείους που το περιβάλλουν. Τα παιδιά αυτά χρειάζονται αγάπη και αποδοχή. Χρειάζεται να αισθανθούν ότι ανήκουν κάπου και πως η διαφορετικότητά τους έγκειται σε κάτι όμορφα ξεχωριστό, όπως η προθυμία τους να συμμετάσχουν σε μια ομαδική δραστηριότητα. 

Μέσα από τη στήριξη των γονέων, την ειδική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών αλλά και την αναγνώριση από την κοινωνία, το παιδί μπορεί να αξιοποιήσει τις δυνατότητές του ενισχύοντας την αυτοπεποίθησή του και εν τέλει να μπορεί να συνδράμει το ίδιο στην ψυχοκοινωνική του εξέλιξη μέσα από την αυτοεικόνα του αλλά και μέσα από το πρόσωπο που θα του δείξει η κοινωνία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ελληνική:

  • Αρμπουνιώτη, Β. Κουτσοκλένη, Ι., Μαρνελάκης, Μ. (2006). Νοητική υστέρηση. ΕΠΕΑΕΚ : ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ. Αθήνα

  • Κασιμάτης, Β. (2007). Νοητική υστέρηση. Διαναπηρικός Οδηγός Επιμόρφωσης. Αθήνα: Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών

  • Κρουσταλλάκης, Γ. (2000). Παιδιά με ιδιαίτερες ανάγκες. Δ’ έκδοση. Αθήνα

  • Μπουσκάλια, Λ. (2003). Τα παιδιά με νοητική υστέρηση και οι γονείς τους. Αθήνα : Καστανιώτη

  • Παρασκευόπουλος, Ι. (2008). Νοητική υστέρηση, Διαφορική διάγνωση, Αιτιολογία- Πρόληψη. Ψυχοπαιδαγωγική αντιμετώπιση. Αθήνα : Οργανισμός Εκδόσεων Διδακτικών Βιβλίων

  • Πολυχρονοπούλου, Σ. (2003). Παιδιά και έφηβοι με ειδικές ανάγκες και δυνατότητες. Αθήνα : Ατραπός

  • Σούλη, Σ., Φλωρίδη, Θ. (2006). Ποιότητα ζωής και νέοι με νοητική υστέρηση. Αναζητώντας τις επιλογές τους με βάση το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Ψυχολογία 13 (2), 001-013

Ξένη βιβλιογραφία

  • Guralnick, M.J. (2006). The friendship of young children with development delays. A longitudinal analysis, Journal of Applied Developmental Psychology

  • Morisson, L. (2014). Mentally retarded children. Emphasis on their needs. Family Coordinatr, 3, 221-230
Προηγούμενο άρθροΜοριοδοτούμενο επιμορφωτικό σεμινάριο με θέμα «Εκπαίδευση Εκπαιδευτών Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας
Επόμενο άρθροΔιάλεξη “Η ποίηση στην ελληνιστική περίοδο. Συνέχεια και νεωτερισμός”
Η Σωτηρία Καρακώστα είναι πτυχιούχος της Θεολογικής σχολής (τμήμα Θεολογίας) του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 2009 εισήχθη στη Φιλοσοφική σχολή της Αθήνας όπου τελείωσε με άριστα το μεταπτυχιακό της με ειδίκευση στην «Ιστορία της Φιλοσοφίας» του τμήματος Φ.Π.Ψ ( Φιλοσοφίας , Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας ), κάτι που της έδωσε το προβάδισμα να υποβάλλει το υπόμνημά της για τη διδακτορική της διατριβή με τίτλο « Ανθρώπινα δικαιώματα : ιδεολόγημα της Δύσης ή Οικουμενική προοπτική;» . Από το 2006 αναλαμβάνει ιδιαίτερα φιλολογικά μαθήματα σε μαθητές γυμνασίου όπως επίσης Έκφραση – έκθεση και Φιλοσοφία θεωρητικής κατεύθυνσης στο Λύκειο. Υπήρξε επιστημονικός συνεργάτης σε συγγραφή μελετών και στατιστικών ερευνών στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών ( ΑΣΟΕΕ ) και είναι ιδιοκτήτρια της σελίδας « τα διδακτικά μας άρθρα» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Επίσης βοηθάει τους φοιτητές στη συγγραφή των εργασιών τους οι οποίες άπτονται ιστορικού, κοινωνικού , φιλοσοφικού και παιδαγωγικού χαρακτήρα.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.