Στην παρούσα εργασία θα κάνουμε λόγο για  το θέμα της δυσλεξίας, την ευρέως πιο γνωστή από τις μαθησιακές δυσκολίες. Δε θα αναλωθούμε ιδιαίτερα στον ορισμό και στην αντιμετώπισή της, αλλά θα την μελετήσουμε ως μια ιδιαίτερη διαταραχή του γραπτού λόγου με αντίκτυπο τόσο σε ατομικό- προσωπικό όσο και σε κοινωνικό- πολιτισμικό επίπεδο. Πέρα τούτου, θα εξετάσουμε και την καθοριστική σημασία του συμπεριληπτικού  σχολείου αλλά και την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου  απέναντι στην ιδιαιτερότητα αυτή.

 Το παιδί με δυσλεξία έχει αδυναμίες που επιφέρουν μαθησιακά κενά και για τον λόγο αυτό χρειάζεται όχι μόνο άμεση αλλά και ειδική  παρέμβαση και μεταχείριση ώστε το παιδί να σημειώσει μια ευνοϊκή για τον ίδιο εξέλιξη έστω και αργή, έστω και σταθερή (Κασσέρη, 2002). Για τον λόγο αυτό καθίσταται όχι μόνο αναγκαία αλλά και απαραίτητη η εμπλοκή φορέων κατά τη διάγνωση ώστε να είναι εμπεριστατωμένη και να ξεκινήσουν όσο πιο γρήγορα γίνεται οι παρεμβάσεις εκείνες οι οποίες θα συνδράμουν θετικά στην ψυχοκοινωνική εξέλιξη του παιδιού και τη βελτίωση της μαθησιακής του πορείας κατά τη διδακτική δραστηριότητα (Αναστασίου,1998). Η αποδοχή και η αναγνώριση του παιδιού τόσο στο σχολικό όσο και στο κοινωνικό περιβάλλον είναι το πρώτιστο καθήκον όλων μας για να ενταχθεί το παιδί αρμονικά μέσα στη σχολική ή κοινωνική ομάδα (Παπαδάτου, 2000).

 Έπειτα, αφού προβούμε στη θεωρητική προσέγγιση του όρου «δυσλεξία», πρόκειται να προχωρήσουμε στα ενδότερα του θέματος με τον διττό της χαρακτήρα ( ατομικό – κοινωνικό ),  τον τρόπο με τον οποίο ασκεί επιρροή στη σχολική επίδοση αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται το παιδί την ιδιαιτερότητά του μέσα από τις στάσεις, διαθέσεις και συμπεριφορές που υιοθετεί το περιβάλλον του, οικογενειακό, σχολικό και κοινωνικό.

  1. Θεωρητική προσέγγιση της δυσλεξίας

Σύμφωνα με τη διεθνή ένωση της δυσλεξίας (International Dyslexia Association) , η δυσλεξία ορίζεται ως μια ιδιοσυστατική γλωσσική διαταραχή η οποία χαρακτηρίζεται από κάποιες δυσκολίες στη διαδικασία της αποκωδικοποίησης των λέξεων (Αναστασίου,1998). Αυτό ερμηνεύεται ως εξής : δεν υπάρχει επαρκής ικανότητα της φωνολογικής επεξεργασίας και αφορά προβλήματα και δυσκολίες που έχουν να κάνουν με την ανάγνωση αλλά και την κατάκτηση της ορθογραφημένης γραφής (Αυλίδου-Δοίκου,2002). Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στο ότι οι δυσκολίες αυτές στην αποκωδικοποίηση των απλών λέξεων δεν είναι πάντα ανάλογες με την ηλικία, τη νοητική ικανότητα ή άλλες γνωστικές ικανότητες των παιδιών, όπως αναφέρει και η διεθνής ένωση Δυσλεξίας η οποία δεν οφείλεται σε κάποια γενικευμένη αναπτυξιακή διαταραχή ή κάποια αισθητηριακή ανεπάρκεια (Κασσέρης, 2000). Ιατρικά, θεωρείται απόρροια της ελάχιστης εγκεφαλικής δυσλειτουργίας ή της βραδείας ωρίμανσης του κεντρικού νευρικού συστήματος, ενώ δεν ήταν λίγοι οι ερευνητές οι οποίοι επικεντρώθηκαν ακόμη και στην κληρονομικότητα ως βασικό γνώμονα για την εμφάνιση της δυσλεξίας (Καραπέτσος,1997)

Η κατανόηση αλλά και η κωδικοποίηση/ αποκωδικοποίηση του γραπτού λόγου, δηλαδή η ανάγνωση και η γραφή, είναι δύο συνισταμένες  οι οποίες εμποδίζουν περισσότερο το παιδί με δυσλεξία. Οι κύριοι τύποι της δυσλεξίας είναι δύο : η επίκτητη και η εξελικτική (Καραπέτσος, 1997). Η επίκτητη έρχεται ως άμεση απόρροια του τραυματισμού ή της εγκεφαλικής ασθένειας ενώ η εξελικτική δύναται να διαγνωσθεί στα πρώτα βήματα εκμάθησης της ανάγνωσης (Κασσέρης, 2002).

 Με βάση τα παραπάνω που αναφέρθηκαν, μπορούμε να πούμε ότι η δυσλεξία είναι το κυριότερο είδος των μαθησιακών δυσκολιών καθότι είναι ένα δια βίου πρόβλημα το οποίο δε μπορεί να εξαφανιστεί με την πάροδο του χρόνου και φυσικά δε μπορούμε να πούμε ότι αποτελεί ασθένεια, αλλά πρόκειται για ιδιαιτερότητα. Έτσι, τα παιδιά με δυσλεξία εμφανίζουν μια απρόσμενη, ιδιόμορφη συμπεριφορά στην ανάγνωση και στη γραφή (Κασσέρης,2002).

  1. Δυσλεξία και ατομικά χαρακτηριστικά

 Το γεγονός  ότι η δυσλεξία έχει προσωπικό χαρακτήρα, βασίζεται στο ότι έχουν μείζονα σημασία τα ατομικά χαρακτηριστικά του παιδιού που έχει δυσλεξία. Τα χαρακτηριστικά της δυσλεξίας σε ατομικό επίπεδο είναι η αργή πρόοδος του μαθητή, το ψυχολογικό υπόβαθρο του μαθητή από τον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται την ιδιαιτερότητά του, η προσωπική προσπάθεια που καταβάλλει για να βελτιωθεί καθώς η στάση του και η συμπεριφορά του καθορίζεται από το πώς το ίδιο το παιδί αντιλαμβάνεται την ιδιαιτερότητά του (Κασσέρης, 2000). Ατομικά χαρακτηριστικά είναι επίσης το φύλο και η ηλικία γιατί αυτοί οι δύο παράγοντες παίζουν μεγάλο ρόλο για το πώς προσλαμβάνει το παιδί τη γνώση μέσα από τη δυσλεξία (Μήτσιου- Δάκτυλα,2008).

 Η δυσλεξία έχει συγκεκριμένα γνωρίσματα όπως δυσκολίες στην ανάγνωση, στη γραφή, ακόμη και στα μαθηματικά. Στον  τρόπο με τον οποίο θα χειριστεί ο μαθητής τις δυσκολίες του παίζει ρόλο η στήριξη που έχει από την οικογένεια, τους φίλους, τον δάσκαλο και τους συμμαθητές (Αναστασίου, 1998). Η ψυχοσύνθεση του παιδιού είναι ο πάγιος γνώμονας που καθορίζει τη διάθεση με την οποία θα χειριστεί το θέμα ο ίδιος, αν δηλαδή θα είναι δεκτικός στο να καταβάλλει προσπάθεια συμβάλλοντας ο ίδιος στη βελτίωσή του ή αν θα παραμείνει άπραγος, στηριζόμενος αποκλειστικά στους άλλους (Παπαδάτος,2000). Το παιδί καλό είναι να είναι δεκτικό στο να ακολουθεί τις συμβουλές που του δίνουν οι ειδικοί όπως ο ειδικός παιδαγωγός ή ο ψυχολόγος και να είναι συνεργάσιμο. Τα ατομικά χαρακτηριστικά που έχει ο δυσλεξικός μαθητής μπορεί να είναι ο φόβος, η ανασφάλεια, η αμηχανία, η ντροπή αλλά και η χαρά από την ανταμοιβή κόπων και προσπαθειών, η ευδιαθεσία από τη δεκτικότητα των συμμαθητών του ή οι καλές του επιδόσεις σε μια δραστηριότητα, ατομική ή ομαδική (Αναστασίου, 1998). Το πώς νιώθει το παιδί μέσα στην τάξη, το πώς αντιλαμβάνεται το φύλο του και την ηλικία του, η σχολική του επίδοση, η σχέση με τον εαυτό του είναι τα ατομικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν αλλά και επηρεάζονται από τη δυσλεξία καθώς πρόκειται για μια αδιάλειπτη αλληλεπίδραση (Στασινός,1999).

Για παράδειγμα, ένα δυσλεξικό παιδί που μεγαλώνει με αυστηρούς κανονισμούς στο οικογενειακό περιβάλλον, αντιμετωπίζει τη δυσλεξία ως κάτι που προκαλεί ντροπή και φόβο εφόσον ως ατομικό του γνώρισμα είναι η εσωστρέφειά του. Σε αντίθεση με αυτό, ένα παιδί το οποίο γίνεται αποδεκτό από την οικογένειά του, εξωτερικεύει πιο εύκολα τα συναισθήματά του κι εφόσον έχει στήριξη, νιώθει αυτοπεποίθηση ότι θα αντιμετωπίσει τις δυσκολίες του.

  1. Ο κοινωνικός και πολιτισμικός χαρακτήρας της δυσλεξίας

 Ένα παιδί που έχει δυσλεξία θα πρέπει να έχει και αποδοχή και αναγνώριση τόσο στο σχολικό όσο και στο κοινωνικό περιβάλλον. Το πώς δέχονται οι συμμαθητές, το σχολικό περιβάλλον αλλά και το κοινωνικό περιβάλλον γενικότερα ένα παιδί με δυσλεξία, είναι καθοριστικοί παράγοντες για τις διαπροσωπικές του σχέσεις με τους άλλους (Anastasiou D. , Polychronopoulou S. (2009).  Το παιδί με δυσλεξία συνήθως δε δύναται να διαχειριστεί με ηρεμία το άγχος του, έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση, δυσκολεύεται να αναπτύξει κοινωνικές δεξιότητες και συχνά τίθεται στο περιθώριο εφόσον παρουσιάζει αδυναμίες στην κοινωνική αλληλεπίδραση με τους άλλους (Αναστασίου, 1998). Εκείνο που προέχει είναι η ενημέρωση γονέων, παιδιών αλλά και του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου πώς μπορεί ένα παιδί με δυσλεξία να ενταχθεί αρμονικά στο σύνολο των ανθρώπων μέσα στο οποίο ζει και εξελίσσεται (Στασινός,1999).

 Η αποδοχή είναι ένα σπουδαίο ζήτημα καθώς αφορά την καλλιέργεια των κοινωνικών δεξιοτήτων του δυσλεξικού παιδιού αλλά και την παιδεία, τους στοιχειώδεις τρόπους με τους οποίους αντιμετωπίζει κάποιος ένα δυσλεξικό άτομο. Κρίνεται επιτακτική η ανάγκη για έναν πολιτισμένο διάλογο με τον δυσλεξικό μαθητή, απολαμβάνοντας τον σεβασμό και την εκτίμηση που του αρμόζει (Αναστασίου, 1998). Η αξιοπρεπής συμπεριφορά προς τον δυσλεξικό μαθητή είναι πρώτιστο μέλημα όλων και χρειάζεται να γίνει κατανοητό από όλους ότι η διαφορετικότητα δεν είναι επιλογή, είναι δικαίωμα.  Θα πρέπει να υπάρχει ενημέρωση από το διαδίκτυο, από τους εκπαιδευτικούς και από τους ειδικούς φορείς που εμπλέκονται στη διάγνωση της δυσλεξίας ώστε να υπάρχει η κατάλληλη στάση και προδιάθεση απέναντι σε ένα τόσο σπουδαίο ζήτημα που χρειάζεται λεπτό χειρισμό (Στασινός, 1999). Η καλλιέργεια του ήθους, οι στοιχειώδεις τρόποι και η παιδεία συνθέτουν μια υγιή κοινωνία όπου το δυσλεξικό άτομα δε θα νιώθει ως μια απομονωμένη μονάδα αλλά ως ενεργό μέρος ενός όλου, που λέγεται κοινωνία (Anastasiou, Polychronopoulou,2009).

 Η στάση απέναντι στη δυσλεξία δείχνει τον πολιτισμό ενός τόπου, τη νοοτροπία και το πόσο σεβόμαστε την κοινωνία στην οποία ζούμε. Η αποδοχή μιας ιδιαιτερότητας, μιας μαθησιακής δυσκολίας δείχνει την παιδεία μας και την κοινωνική μόρφωσή μας αλλά  και το ποιόν του ανθρώπου γενικότερα. Χρειάζεται πνευματική επιμόρφωση και συνεχή ενημέρωση για το πώς μπορούμε να συναναστραφούμε και να αλληλεπιδράσουμε με ένα άτομο που έχει δυσλεξία. Έτσι η δυσλεξία έχει ατομικό χαρακτήρα γιατί κάθε δυσλεξικός άνθρωπος είναι μια μονάδα με τις δικές του ιδιαιτερότητες αλλά και κοινωνικό- πολιτισμικό χαρακτήρα γιατί η παιδεία του ανθρώπου φαίνεται στη στάση που θα κρατήσει απέναντι στη δυσλεξία ώστε το άτομο με δυσλεξία να μπορέσει να ενταχθεί ομαλά στο κοινωνικό σύνολο ως άνθρωπος και όχι ως ιδιαιτερότητα (Παπαδάτος,2000).

Για παράδειγμα, ένα παιδί που θα νιώσει την αποδοχή από την κοινωνία, θα βασιστεί στον εαυτό του γιατί έχει αυτοεκτίμηση. Αντιθέτως, ένα παιδί με δυσλεξία που θα είναι θύμα σχολικού εκφοβισμού και αδιαφορίας από την κοινωνία, θα εγκλωβιστεί στο «πρόβλημά» του το οποίο μόνο σαν εμπόδιο θα το αντιλαμβάνεται και θα το ερμηνεύει.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

 Η δυσλεξία έχει προσωπικό χαρακτήρα γιατί αφορά κάθε δυσλεξικό άτομο ξεχωριστά και ο καθένας έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες στη δυσλεξία αλλά έχει και χαρακτήρα κοινωνικό – πολιτισμικό γιατί αφορά την καλλιέργεια των κοινωνικών δεξιοτήτων του ατόμου αλλά και την παιδεία των οικείων ανθρώπων που θα το βοηθήσουν μέσα από ευπρεπείς συμπεριφορές να ενταχθεί ομαλά στην κοινωνία (Κασσέρης, 2002).

 Η συμπεριληπτική εκπαίδευση βοηθάει τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες να νιώθουν ως μέλη της μαθησιακής κοινότητας όπου έχουν τις ίδιες ευκαιρίες μάθησης και συμμετοχής στη διδασκαλία, εφόσον έχουν δυνατότητες να βελτιωθούν και να σημειώσουν πρόοδο μέσα από ένα προσαρμοσμένο στις ανάγκες του μαθητή πρόγραμμα διδασκαλίας (Αναστασίου,1998).  Οι παρεμβατικές ενέργειες όταν είναι άμεσες, η ενημέρωση γονέων και παιδιών από τους εκπαιδευτικούς, η επιμόρφωση όλων των πολιτών μέσα από επιμορφωτικά σεμινάρια καθώς και η συνείδηση του ανθρώπου ότι η δυσλεξία είναι δικαίωμα και όχι επιλογή, εξαλείφουν αρκούντως την κοινωνική απομόνωση του δυσλεξικού παιδιού, τον σχολικό εκφοβισμό και τις ρατσιστικές διαθέσεις που αλλοιώνουν την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου αλλά και της σχολικής κουλτούρας. Η αποδοχή και η κοινωνική αναγνώριση είναι το ζητούμενο για την ποιοτική αναβάθμιση των όρων της κοινωνίας μας σε ένα κοινωνικό γίγνεσθαι που διαρκώς μεταβάλλεται. 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Αναστασίου, Δ. (1998). Δυσλεξία- θεωρία και έρευνα. Όψεις, πρακτικές, τόμος Α, Αθήνα : Ατραπός
  • Αυλίδου- Δοίκου, Μ. (2002). Δυσλεξία- συναισθηματικοί παράγοντες και ψυχοκοινωνικά προβλήματα. Αθήνα : Ελληνικά Γράμματα
  • Καραπέτσου, Α. (1997). Η δυσλεξία στο παιδί : Διάγνωση και θεραπεία. Αθήνα : Ελληνικά γράμματα
  • Κασσέρη, Χ. (2002). Η δυσλεξία. Θεωρητική προσέγγιση, παιδαγωγική αντιμετώπιση, Αθήνα : Σαββάλας
  • Μήτσιου- Δάκτυλα, Γ. (2008). Δυσλεξία, νευροψυχολογία μαθησιακών διαταραχών. Διάγνωση και αντιμετώπιση. Αθήνα : Δαρδανός
  • Παπαδάτου, Γ. (2000). Δυσλεξία : Κλινική εικόνα και θεραπευτική αντιμετώπιση. Αθήνα : Ψυχοφυσιολογία και ψυχική υγιεινή
  • Στασινού, Δ. (1999). Δυσλεξία και σχολείο : Η εμπειρία ενός αιώνα. Αθήνα : Gutenberg
  • Anastasiou D. , Polychronopoulou S. (2009). Identification and overidentificationof specific learning difficulties (dyslexia) in Greece. Learning disability quarterly

Κατεβάστε το αρχείο:Δυσλεξία

 

http://www.patakis.gr/viewshopproduct.aspx?id=748940

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.