Του Νίκου Τσούλια

      Εύκολα μπορεί να ερμηνευτεί η σημερινή αδρανειακή κατάσταση του συνδικαλιστικού κινήματος, η απραξία του και η αλαλία του. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι η βαθιά και εκτεταμένη κρίση της χώρας μας προκάλεσε ανάλογη κρίση και στους κοινωνικούς θεσμούς και με αυτή τη θεώρηση, να αναλύσει μια και έξω το όλο πρόβλημα. Αλλά ποτέ καμιά γενικότητα δεν βοήθησε την κριτική σκέψη και το στοχασμό και δεν αρκούσε στην ικανοποίηση του προβληματισμού.

      Πρώτον, προφανώς η ίδια η κρίση επέφερε ισχυρό πλήγμα όχι μόνο στη λειτουργία του συνδικαλισμού αλλά και σ’ αυτή καθ’ εαυτή νομιμοποίησή του! Η παντελής αδυναμία του να προβάλλει κάποιου είδους ισχυρή και εν μέρει αποτελεσματική αντίσταση στα απανωτά μνημονιακά μέτρα διαμόρφωσε μια αντίληψη στον κόσμο της εργασίας ότι ο ρόλος του συνδικαλισμού σε συνθήκες γενικής κρίσης σχεδόν μηδενίζεται. Και αυτό είναι πεδίο απονομιμοποίησης…

      Δεύτερον, ένα στοιχείο που συνέτεινε στη σημερινή παθητική εικόνα του συνδικαλισμού είναι το γεγονός ότι τελικά το όλο εποικοδόμημά του ήταν διαμορφωμένο σε «κλαδική αντίληψη και πρακτική» και επομένως όταν έχουμε ανατρεπτικές πολιτικές σε βάρος όλων των εργαζομένων, δεν μπόρεσε να ενοποιήσει τη δράση του. Κάθε κλάδος και κάθε επάγγελμα προσπάθησε να διαφυλάξει τα του οίκου του, αλλά κάτι τέτοιο ήταν πρακτικά ανέφικτο και αντιπολιτικό. Η δε κατά καιρούς ενιαία δράση μέσα από τις τριτοβάθμιες Συνομοσπονδίες δεν θα μπορούσε να έχει επίδραση επί των σαρωτικών αλλαγών στους εργασιακούς χώρους.

      Τρίτον, αναπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης και ιδιαίτερα στην πρώτη περίοδό της αυτόνομες μαζικές αντιδράσεις που εξέφραζαν οργή και αγανάκτηση – και όλη αυτή η κινητικότητα φάνηκε ότι ήταν πιο κοντά στις ανάγκες των εργαζόμενων. Όταν διαμορφώνεται ένα κίνημα εύκολων επαναστατημένων (…), οπαδών της τυφλής βίας και του σκληρού ακτιβισμού, όταν αναπτύσσεται παράλληλα ένα ισχυρό πολιτικό ρεύμα λαϊκισμού – και από τη δεξιά του Σαμαρά και του Καμμένου και από την αριστερά του Τσίπρα -, όταν η αντικοινοβουλευτική μούντζα και η πολιορκία της ίδιας της Βουλής παίρνει διαστάσεις γενικού ξεσηκωμού, όταν τα στρατόπεδα της πάνω και κάτω πλατείας του Συντάγματος δημιουργούν τα γεγονότα αιχμής, ποιος θα σκεφτεί το ρόλο των συνδικάτων;

      Τέταρτον, διαμορφώθηκε μια γενικευμένη αντίληψη ότι το πρόβλημα της χώρας μας ήταν πολιτικό με την έννοια όμως ότι μια «άλλη κυβέρνηση» – των …πατριωτών και των …απελευθερωτών – θα έλυνε το όλο ζήτημα με μια κίνησή της, με έναν Νόμο, με τη μη αναγνώριση του χρέους. Αφού λοιπόν στο όλο εγχείρημα θα υπήρχε μια και τόσο εύκολη πολιτική / κυβερνητική λύση, γιατί να αναπτυχθούν κοινωνικά κινήματα, ή αν αναπτυχθούν, να κινηθούν σε στηρικτικό ρόλο των κομμάτων του χωρίς προηγούμενο λαϊκισμού της «απελευθέρωσης της χώρας».

     Πέμπτον, οι συνδικαλιστικές παρατάξεις που είχαν ιδεολογική συγγένεια με τα αριστερά και δεξιά κόμματα – τα οποία εξέφρασαν το λαϊκισμό και μόνο το λαϊκισμό – μετά την άνοδο των οικείων κομμάτων τους στην εξουσία έπεφταν σε βαθύ κώμα! Περίμεναν αφελώς ή όχι τη λυτρωτική λύση των κομμάτων τους, όταν αυτά θα έπαιρναν την εξουσία – δείγμα της χειραγωγημένης αντίληψής τους και πρακτικής τους και απτή απόδειξη ότι ποτέ δεν πίστεψαν στην κινηματική δράση αλλά κινήθηκαν απόλυτα με κομματικά κριτήρια. Η σημερινή περίπτωση της συμπεριφοράς των παραταξιακών σχημάτων του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. σε ρόλο κομισάριου – με τη λογική «μην πειράζετε το κόμμα μας γιατί αυτό θα λύσει το πρόβλημα» και παρά το γεγονός ότι το κόμμα τους συνδέθηκε με δύο δικά του μνημόνια – διαμορφώνει μια πρωτόγνωρη εικόνα κυνισμού στα κινήματα που μπροστά της ο παραδοσιακός «κυβερνητικός συνδικαλισμός» φαντάζει φοβερά αθώος…

     Έκτον, στην παρούσα φάση έχουμε μια σοβαρή αλλαγή στους εσωτερικούς παραταξιακούς συσχετισμούς των συνδικαλιστικών σωματείων. Προστίθεται δηλαδή και ένα δομικό αυτόνομο πρόβλημα, που υπονομεύει κάθε απόπειρα επανεκκίνησης του συνδικαλισμού! Η απολίτικη και λαϊκίστικη απόδοση της ευθύνης της κρίσης μόνο και μόνο στην κεντροαριστερά – πέραν του ότι αποδείχτηκε γρήγορα πολύ φτηνή – επέφερε ως έναν βαθμό την ενοχοποίηση και των αντίστοιχων συνδικαλιστικών ρευμάτων της κεντροαριστεράς! Σε ένα κλίμα όπου επικρατεί η δημαγωγία και η σκοταδιστική σκέψη ή μάλλον η αδυναμία σκέψης, αρκεί να δείξεις ότι «αυτός είναι ο ένοχος» (sic) και να πιστέψεις σ’ αυτό. Έτσι, όπου δεν έχουμε έκφραση της συνδικαλιστικής παράταξης της κεντροαριστεράς, επικρατεί η δομική απραξία. Έχουμε ένα διπολικό σχήμα αριστερών παρατάξεων από τη μια πλευρά και δεξιών από την άλλη. Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Το απόλυτο τέλμα.

      Και για να πάμε σε μια χαρακτηριστική του όλου προβλήματος περίπτωση, ποιος θα μπορούσε πριν από την κρίση να εκτιμήσει και να πιστέψει ότι η ΟΛΜΕ των ιστορικών αγώνων και των τόσων και τόσων θέσεων και αποφάσεών της για την εκπαίδευση και για τον εκπαιδευτικό, θα είχε τη σημερινή εικόνα της πλήρους αλαλίας και απραξίας και της κυριολεκτικά απλής φυσικής παρουσίας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της στην Ερμού και Κορνάρου;

      Οι δημαγωγικές κομματικές λαθροχειρίες μπορεί να έχουν πέραση στην πολιτική σκηνή, αλλά έρχεται πολύ σύντομα η Ιστορία – σαν το πέταγμα της κουκουβάγιας της Αθηνάς το σούρουπο για την αποτίμηση της ημέρας κατά τη φιλοσοφική έκφραση – για να επαναφέρει τον ορθολογισμό και την κριτική σκέψη. Σήμερα είμαστε σ’ αυτό το μεσοδιάστημα και ανεξάρτητα από την πορεία της κρίσης, ο συνδικαλισμός θα ανακάμψει μόνο όταν υπάρξουν συσχετισμοί στο εσωτερικό του που θα μπορούν να παίρνουν αποφάσεις και να εκφράζουν τους εργαζόμενους. Συνδικαλισμός χωρίς να παίρνει αποφάσεις δεν νομίζω ότι έχει δημιουργηθεί σε κανένα σημείο της ανθρωπότητας και σε καμιά φάση της Ιστορίας.

      Μέχρι τότε συνδικαλιστική κινητικότητα θα υπάρχει κυρίως από το ΠΑΜΕ, που ναι μεν θα φαίνεται ότι νομιμοποιείται η απόφασή του για αυτόνομη δράση, αλλά θα ηττάται στρατηγικά όχι γιατί δεν θα μπορεί να απαντήσει μόνο του στα ερείπια που αφήνει η κρίση ούτε γιατί δεν θα μπορεί να εκφράσει αντικειμενικά όλους τους εργαζόμενους αλλά γιατί χωρίς γενικότερο κοινωνικό κίνημα τίποτα το επιμέρους δεν μπορεί να βλαστήσει σε ένα ερημωμένο τοπίο.

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθροΤα αλισβερίσια των φροντιστών
Επόμενο άρθρο20 Νέοι φοιτητές – κρατούμενοι στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.