Του Νίκου Τσούλια

      Δηλώνω εξ αρχής την άποψή μου. Δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα για το τι είναι τύχη. Έχουμε ονοματοθετήσει μια έννοια, χωρίς να έχει προσδιοριστεί κάποιο σαφές έστω και σε γενικές γραμμές περιεχόμενο. Με τη λέξη «τύχη» αναφερόμαστε πάντα σε κάτι ασαφές ή σε κάτι που έχει μια μεγάλου βαθμού σχετικότητα, η οποία όμως δεν αφήνει και κανένα περιθώριο ουσιαστικής συνεννόησής μας.

      Οι λέξεις αποκαλύπτουν τα πράγματα. Οι λέξεις μάς εισάγουν στον κόσμο του «φαίνεσθαι». Οι λέξεις μάς απελευθερώνουν από τη σκλαβιά της απόλυτης σιωπής της φύσης. Όμως οι λέξεις δεν είναι μόνο ο «απελευθερωτικός στρατός» της σκέψης μας. Είναι και οι «δυνάμεις κατοχής» σε ένα στερέωμα που πασχίζει να συνδέσει την υποκειμενικότητα με την αντικειμενικότητα και να εδραιώσει μια συνεκτική σχέση μεταξύ τους, ενώ παράλληλα λειτουργεί και ως ιδεολογική «εξουσία» που διαμορφώνει μια ισχυρή κρούστα προκατάληψης και δογματισμών. Και κάθε φορά που οι λέξεις εξελίσσονται, απελευθερώνονται από τα προηγούμενα δεσμά και δίνουν πάντα τη μάχη μεταξύ ελευθερίας και εξουσίας…

      Η τύχη εμφανίζεται ως μια κατάσταση στην οποία δεν χωρά καμιά πρόβλεψη, ως μια εξέλιξη που επιφυλάσσει μια ευοίωνη προοπτική με ένα ξάφνιασμα απόλυτα ευχάριστο και καλοδεχούμενο. Η αντίθετή της, η ατυχία, έχει και αυτή τα ίδια χαρακτηριστικά αλλά το περιεχόμενό της είναι απόλυτα αρνητικό και κουβαλάει μαζί του μια ατέλειωτη μαυρίλα και έναν διάχυτο φόβο. Η ατυχία συχνά προσφέρεται και ως άλλοθι δικαιολογίας στον εαυτό μας όταν τα πράγματα δεν εξελίσσονται καλά για εμάς. Και καλυπτόμαστε πίσω από μια ερμηνεία που κατά βάθος ξέρουμε ότι είναι τουλάχιστον ελλιπής, αλλά ωστόσο στη εξωτερίκευση του λόγου μας την κάνουμε συχνά σημαία και λάβαρο, ίσως για να κερδίσουμε κάποιου είδους συμπάθεια!

      Αλλά ποια είναι η σχέση μεταξύ τύχης και ατυχίας; Και εδώ έχουμε και σχετικότητες και απροσδιοριστίες. Ας δούμε κάποια παραδείγματα. Σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα η μπάλα κτυπάει στο δοκάρι. Για μεν την επιτιθέμενη ομάδα το στοιχείο αυτό χαρακτηρίζεται ως ατυχία, για δεν την αμυνόμενη ομάδα θεωρείται ως τύχη. Για το ίδιο γεγονός, δηλαδή, έχουμε στο ερμηνευτικό πεδίο δύο αντίθετες θεωρήσεις – τύχη, ατυχία – χωρίς να μπορεί να υπάρξει μια απόλυτη αιτιολόγηση. Πρόκειται για μια κατάσταση με έντονη αμφισημία, που οφείλεται στη σχετικότητα προσέγγισης ενός γεγονότος εκ μέρους των υποκειμένων.

      Η τύχη δηλώνει την απουσία μιας αιτιοκρατικής σχέσης στην αιφνίδια και σαφώς ευχάριστη παρουσία ενός γεγονότος. Η ανθρώπινη σκέψη κατανοεί τα πράγματα μέσω της αιτιοκρατίας και της επακόλουθης ερμηνείας των γεγονότων. Οτιδήποτε δεν μπορεί να ενταχθεί σ’ αυτό το πλαίσιο θεωρείται ότι είναι θέμα τύχης. Ξεχνάμε όμως ότι η αιτιοκρατία (και ο ντετερμινισμός) έχει αντικατασταθεί ακόμα και στις θετικές επιστήμες – που ήταν οι απόλυτοι εραστές της –από την πιθανοκρατία. Όλα τα γεγονότα που εκδηλώνονται στον κόσμο της φαινομενικότητας έχουν μια πιθανότητα πάντα στο να συμβούν. Αλλά όταν η πιθανότητα είναι σημαντική, τότε προσφέρει το έδαφος για μια πλήρη ερμηνεία αιτιοκρατικής βάσης, ενώ όταν η πιθανότητα αυτή είναι πολύ μικρή – και πάντως όχι «ορατή» στον ανθρώπινο λογισμό -, τότε επικαλούμαστε την τύχη για να δώσει δήθεν εξήγηση με έναν τρόπο όμως που δεν ερμηνεύει απολύτως τίποτα.

      Η ασαφής και νεφελώδης έννοια της τύχης είναι ταυτόχρονα και ένα ψυχικό δέλεαρ για τον άνθρωπο. Η μεν απροσδιοριστία της προσδίδει ένα πλαίσιο μαγείας που κεντρίζει με έναν περίεργο τρόπο τη φαντασία μας, η δε εύνοιά της αποδίδει μια χαρισματικότητα που έχει και κάποιο θείο άρωμα. Και έτσι η τύχη γίνεται «θεά Τύχη» και λίγο – πολύ την επιζητούμε για να μάς αλλάξει με το μαγικό της ραβδί το όλο σκηνικό της ζωής μας κάνοντάς το απόλυτα φωτεινό και ευοίωνο.

      Σ’ αυτό το στοιχείο οφείλεται η μαζική ψύχωση των ανθρώπων του αναπτυγμένου κόσμου που προσπαθούν να «προκαλέσουν την τύχη τους» παίζοντας τυχερά παιχνίδια, αρκεί να σκεφτούμε το τεράστιο μέγεθος των χρημάτων του τζόγου που διαμορφώνεται από ανθρώπους κάθε κοινωνικής τάξης και κάθε ηλικίας! Είναι φανερό ότι όλο αυτό το νευρωτικό φαινόμενο της «πρόκλησης της τύχης» είναι απόρροια έλλειψης κάθε ορθολογισμού, αφού δεν σκεπτόμαστε καν το γεγονός ότι όλος μηχανισμός των κάθε λογής στοιχημάτων σ’ όλο τον Κόσμο γίνεται μόνο και μόνο για να συγκεντρώσουν χρήματα και κέρδος κάποιοι επιτήδειοι. Αλλά κανένας δεν βλέπει το τόσο φανερό γεγονός ούτε και τις αμέτρητες στρατιές των χαμένων˙ αντίθετα βλέπει τους ελάχιστους «τυχερούς».

      Είναι φανερό ότι η ανθρώπινη σκέψη έχει μεγάλες εκτάσεις ανορθολογισμού και μεσαιωνικής αντίληψης. Και αυτή η υποκουλτούρα έχει εισέλθει και στην ίδια τη γλώσσα μας μέσα από το παιχνίδι των λέξεων και των εννοιών τους. Στο ζήτημα της «τύχης» καταδεικνύονται με τον πιο παραστατικό τρόπο οι γλωσσικές μας προκαταλήψεις και ασάφειες, οι εύκολες ιδεοληψίες μας και οι διαρκώς ανανεούμενες νεομυθολογίες μας.

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.