Του Νίκου Τσούλια

      Και εκεί που ένας λαός αισθάνεται ότι έχει κατακτήσει λεωφόρους προόδου, ότι έχει ξεφύγει δια παντός από τη φτώχεια και την αγραμματοσύνη, ότι βαδίζει σε δρόμους ανάπτυξης και ευημερίας, ότι συμμετέχει στον στενό πυρήνα των πιο αναπτυγμένων χωρών έρχεται μια καλή πρωία και όλα αυτά εμφανίζονται ως ένα όνειρο συλλογικής φαντασίωσης που μετατρέπεται σε έναν εφιάλτη μιας πολύ σκληρής πραγματικότητας.

      Και όχι μόνο αυτό. Αλλά διαπιστώνει αυτός ο λαός ότι, αντί να βγάλει έναν θετικό προσανατολισμό για επαναπροσδιορισμό της συλλογικής του αφήγησης και για αγώνες κατάκτησης ενός φωτεινού μέλλοντός του, βυθίζεται όλο και πιο πολύ στην παθητικότητα και στην τραχύτητα. Διαπιστώνει ότι η πνευματική του καλλιέργεια δεν έχει βάθος, αλλά ότι ήταν μια επιφανειακή κρούστα εγραμματισμού πληροφοριακού περιεχομένου.

      Κάπως έτσι αναδύθηκε και το τέρας της υπαρκτής αλλά καλά κρυμμένης κατά το προηγούμενο διάστημα αμορφωσιάς. Και είναι αμορφωσιά το φοβερό έλλειμμα ενός ουμανιστικού αξιακού πεδίου που θα ανέπτυσσε τις ύψιστες αξίες της αγάπης και της αλληλεγγύης, είναι αμορφωσιά η απουσία μιας στάσης και μιας κουλτούρας κοινωνικών και προσωπικών αγώνων, είναι αμορφωσιά η εικόνα της τραχύτητας προς κάθε κατεύθυνση και με κάθε ευκαιρία που βγήκε από την κοινωνία μας.

      Και το τέρας αυτό γέννησε το άλλο τέρας του φασισμού, του ναζισμού και του ρατσισμού. Βλέπαμε τη βαρβαρότητα των ορδών της «Χρυσής Αυγής» κατά των μεταναστών και δεν αντιδρούσαμε ως μια ανοιχτή κοινωνία ελεύθερων πολιτών και ανεξάρτητων πνευμάτων. Αντίθετα επικυρώναμε τη βία και τη βαρβαρότητα αναδεικνύοντας τη φασιστική οργάνωση σε τρίτο πολιτικό κόμμα! Αναδείξαμε τους άξεστους, τους αμόρφωτους και τους παλληκαράδες ως πρόσωπα που θα λύσουν το πρόβλημα της βαθιάς κρίσης μας. Βλέπαμε την ελληνική σημαία μαζί με τα ναζιστικά λάβαρα και δεν ανατριχιάζαμε, βλέπαμε το εθνικό μας σύμβολο, το σύμβολο των αγώνων για την ελευθερία μας, να γίνεται ρόπαλο στα κεφάλια των κατατρεγμένων από τη φτώχεια ανθρώπων της μετανάστευσης και δεν ξεσηκωνόμαστε. Αλλά πώς να γίνει αυτό, όταν αντιγράφαμε και εμείς σε επιμέρους τομείς τις συμπεριφορές του τέρατος της αμορφωσιάς στην καθημερινή μας ζωή;

      Οι σκηνές έκφρασης του τέρατος της αμορφωσιάς είναι αμέτρητες. Είναι σκηνές ελλείμματος δημοκρατικής παιδείας και παντελούς άγνοιας των μεγάλων διδαχών της ιστορίας μας. Ίσως θα είχε νόημα και αξία να γινόταν καταγραφή του χάρτη των ποικίλων εκδηλώσεων βίας και αυταρχισμού τμημάτων και προσώπων εναντίον άλλων τμημάτων και προσώπων της κοινωνίας μας. Ίσως οι συγγραφείς μας να συλλάβουν και να αποτυπώσουν στην πνευματική τους γραφή τον χαρακτήρα και την ηθογραφία των συμπεριφορών μας, για να αποτελούν «οδικό χάρτη» στις μετέπειτα της κρίσης εποχές, για να καταδεικνύουν την ουσία και τον βαθύτερο πυρήνα του πολιτισμού μας, για να κατανοήσουμε τις σκοτεινές όψεις της συλλογικότητας μας, για να κατακτήσουμε την αυτογνωσία μας και να αγωνιστούμε για την υπέρβαση της αμορφωσιάς.

      Οι σκηνές δεν είναι κάποιες περιπτώσεις ούτε οι ερμηνείες είναι μιας απλής μικρο-κοινωνιολογικής εκδοχής. Είναι σκηνές του τέρατος της αμορφωσιάς και της τραχύτητας της παθογένειάς μας. Είναι σκηνές υπόκωφου πολέμου «όλων εναντίον όλων», γιατί ο καθένας θα αξιολογεί και θα καταδιώκει καθετί που θεωρεί ότι δεν συνάδει με τα δικά του στερεότυπα.

      Σκηνή πρώτη. Έσπρωξε κατά λάθος με το καρότσι της μέσα στο σούπερ μάρκετ τη διπλανή της κυρία και πριν προλάβει να ζητήσει συγγνώμη είχε δεχτεί έναν καταιγισμό ύβρεων και απειλών. «Κ…. Αλβανίδα που μας μαζεύτηκες εδωπέρα και μας σπρώχνεις και αποπάνω, δεν ντρέπεσαι παλιογ….». Η κοπέλα βλέποντας την επιθετικότητα στα μάτια των διπλανών της έβαλε τα κλάματα και βγήκε κακήν κακώς έξω από το κατάστημα. «Τι νόημα είχε να πω ότι δεν είμαι Αλβανίδα;», έλεγε με απορία το έξω από κάθε λογική περιστατικό στις φίλες της.

      Σκηνή δεύτερη. Γύριζε στο Παγκράτι σχετικά αργά το βράδυ και πάντως όχι μετά τα μεσάνυχτα. Ήταν ένα χρόνο στην Αθήνα σπουδάζοντας σε ένα Τ.Ε.Ι. αλλά και κάνοντας όποια δουλειά περιστασιακή εύρισκε και γι’ αυτό είχε πλέον συνηθίσει τις δυσκολίες της μεγάλης πρωτεύουσας. Πριν καλά – καλά το συνειδητοποιήσει είχε περικυκλωθεί από μια ομάδα μπρατσαράδων με απειλητικό και εχθρικό ύφος. Τον ρώτησαν από πού είναι. Άρχισε να ψελλίζει ότι δεν έχει κάνει τίποτα, γιατί δεν κατάλαβε περί τίνος πρόκειται. Η «ομάδα ελέγχου» της καθαρότητας και της ελληνικότητας κατάλαβε από την άρθρωσή του ότι δεν ήταν ξένος, κάποιος τον χτύπησε φιλικά στην πλάτη και έφυγαν. «Είμαι μελαχρινός και έχω κάνει και τη βλακεία να αφήνω το κατάμαυρο μουσάκι μου που με κάνει σκέτο Πακιστανό», έλεγε κουνώντας το κεφάλι του στην αδελφή του, όταν εκείνη τον ρωτούσε με απορία γιατί έκοβε το μουσάκι που τόσο πολύ του πήγαινε…

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθροΤεχνική  συμπλήρωσης Μηχανογραφικού
Επόμενο άρθροΉ «Παπανούτσος» ή «τίποτα»;
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.