Του Νίκου Τσούλια

      Θα μπορούσε να υπάρξει αυτοκρατορία, όπως η Βυζαντινή ή η Ρωμαϊκή, τον 20ο αιώνα που να επεκτείνεται σ’ όλη την Ευρώπη; Θα μπορούσαν να υποδουλωθούν οι ευρωπαϊκοί λαοί και τα αντίστοιχα έθνη επί μακρόν στην περίοδο της νεωτερικότητας;
Θα μπορούσε να γίνει εσαεί γερμανικό το Παρίσι; Πόση συλλογική και εθνική αφέλεια μπορεί να υπάρξει, που να μιλάει για «ξεχωριστό / ανώτερο λαό», που θα διαφεντεύει με την στρατιωτική υπεροχή τους άλλους λαούς της Ευρώπης;

      Ατέλειωτα και αυτονόητα αλλά και πλήρως αναπάντητα ερωτήματα προκύπτουν στην απόπειρα να εξηγηθεί το φαινόμενο της βαρβαρότητας του ναζισμού. Υπάρχει βέβαια η κλασική μαρξιστική ερμηνεία: για την αυτοφυή ιμπεριαλιστική τάση της εκάστοτε «Διεθνούς Τάξης» και του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, για τις ενδογενείς αντιθέσεις του καπιταλισμού και για την επιρροή της πολεμικής βιομηχανίας στο σύστημα διακυβέρνησης και εξουσίας των σύγχρονων ανεπτυγμένων χωρών. Αλλά – κατά τη γνώμη μου – δεν είναι πλήρως ικανοποιητική η εν λόγω εξήγηση / ανάλυση.

      Εκείνο το σημείο που μένει κυρίως έξω από την παραπάνω ερμηνεία θεωρώ ότι είναι η άκρως σκοταδιστική συλλογική φαντασίωση του γερμανικού λαού που σύρθηκε πίσω από έναν εθνικιστικό παροξυσμό, από ένα λαϊκίστικο παραλήρημα για να συνεργήσει στην ισοπέδωση της Ευρώπης και της ίδιας της Γερμανίας. Η άνοδος του Χίτλερ και του ναζισμού πίσω από το ιδεοληπτικό άρμα του Γ΄ Ράιχ παραμένει ένα μεγάλο ερώτημα. Είναι δυνατόν ένα πολιτισμικά αναπτυγμένο έθνος να μην έχει τη δυνατότητα μιας στοιχειώδους γνώσης της ιστορικής πραγματικότητας, να μην έχει κατακτήσει έστω και μια υποτυπώδη αυτογνωσία και να κινείται ευθέως στη μαύρη άβυσσο της καταστροφής; Αν η πρόοδος – ως βασικό πολιτιστικό πρόταγμα – δεν συνδέεται με το άνοιγμα φωτεινών δρόμων για τις σύγχρονες κοινωνίες, αλλά αντίθετα οδηγεί στη χοάνη του μαζικού θανάτου, δεν θα έπρεπε να γίνει μια αυτοκριτική για το περιεχόμενο και για τη στοχοθεσία της προόδου; Μπορεί ένας άνθρωπος – για να πάμε σε μια μικροκοινωνιολογική και ανθρωπολογική προσέγγιση – να ακούει κλασική μουσική και ταυτόχρονα να είναι οπαδός και υπέρμαχος της πολεμικής μηχανής;

      Δυστυχώς η συζήτηση μετά τον πόλεμο έμεινε σε ρηχά επίπεδα. Η Δίκη της Νυρεμβέργης, οι πολεμικές αποζημιώσεις εκ μέρους της Γερμανίας και ο τετραμερής έλεγχός της (από Η.Π.Α., Ρωσία, Μ. Βρετανία και Γαλλία) με το διαμερισμό της σε Ανατολική και Δυτική θεωρώ ότι δεν άγγιξαν τον πυρήνα γέννησης του φασιστικού τέρατος. Μόνο μια μερίδα αριστερών διανοούμενων ασχολήθηκαν με το όλο ζήτημα, αλλά η συζήτησή τους δεν επεκτάθηκε σε ευρέα κοινωνικά πεδία και παρέμεινε μέχρι σήμερα θεωρητικό θέμα ενός μικρού μέρους ανήσυχων πολιτών.

      Σε μια συστηματική και σε βάθος έρευνα θα επεκτεινόταν στο γενικότερο πρόβλημα του φασισμού, αφού και άλλες χώρες, πλην της Γερμανίας, η Ισπανία, η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ελλάδα κλπ γνώρισαν τη μαύρη σκιά του. Αυτό το έλλειμμα διαλόγου και προβληματισμού εκτιμώ ότι έχει παίξει ρόλο στην τόσο εύκολη άνοδο εθνικιστικών και φασιστικών ρευμάτων στη σημερινή περίοδο. Θα έπρεπε η κυβέρνησή μας (η χώρα μας) – μαζί με την ηθική και πολιτική εκκρεμότητα των οικονομικών αποζημιώσεων εκ μέρους της Γερμανίας – να αναλάβει μια πρωτοβουλία για τη δημιουργία ενός φόρουμ με αυτό το θέμα, με σκοπό να καταδειχτεί η μη πολιτισμική αλλά και η βαθιά ανθρωπιστική όψη  του μορφώματος. Προφανώς η όλη απόπειρα δεν θα έχει να κάνει ούτε με το να ανοίξουμε πληγές ούτε να ενοχοποιήσουμε ανθρώπους και λαούς, αλλά να προβληματιστούμε και να στοχαστούμε πάνω στο πώς γεννιέται ο φασισμός, στο πώς η δημαγωγία και ο εθνικισμός μετασχηματίζουν τη συλλογική αφήγηση σε παραλήρημα καταστροφής και κυρίως στο πώς η ανάγνωση και η ερμηνεία της ιστορίας είναι καθοδηγητής της σύγχρονης πολιτικής.

      Ο αγώνας για την ειρήνη, για τη φιλία και για τη συνεργασία λαών και εθνών, για τη συναδέλφωση όλων των ανθρώπων είναι σήμερα επίκαιρος και φοβερά αναγκαίος. Πρέπει να είναι αγώνας διαρκής και συστηματικός και να απλώνεται σε όλες εκφάνσεις της δημόσιας ζωής: άσκηση πολιτικής, δράση κοινωνικών κινημάτων, λειτουργία εκπαιδευτικών συστημάτων κλπ. Η ειρήνη είναι το πρώτο των πρώτων αγαθών της ιστορίας και της ίδιας της ζωής. Ή θα είναι συστατικό στοιχείο της κουλτούρας μας και της εμπράγματης πολιτικής, της καθημερινότητάς μας και της προσωπικότητάς μας ή δεν θα υπάρχει.

      Η ειρήνη δεν ταυτίζεται με τον μη πόλεμο στην «αυλή μας». Όταν γίνεται πολεμικές επιχειρήσεις ακόμα και σε μια γωνιά της Γης, όταν η πείνα και ανέχεια θερίζουν το μεγάλο μέρος της ανθρωπότητας – λόγω σκανδαλώδους ανισοκατανομής του πλούτου και της επιθετικότητας του παγκόσμιου καπιταλισμού -, όταν σε κάθε χώρα της Ευρώπης τα φασιστικά κόμματα θεριεύουν, όταν η Ελλάδα έχει εκλέξει ως τρίτο κοινοβουλευτικό κόμμα τη φασιστική οργάνωση της «Χρυσής Αυγής», δεν έχουμε καμιά ειρήνη. Και το πιο φοβερό είναι ότι δεν το συνειδητοποιούμε! Άραγε πώς και πού γεννιέται το τέρας; Γιατί αρκούμαστε στο να «δείχνουμε» τους εκφραστές του φαινομένου;

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.