Στην ιστορία της φιλοσοφίας, ο πρώτος ο οποίος ασχολήθηκε με συστηματικό τρόπο με την ηθική και έστρεψε το ενδιαφέρον του και την προσοχή του στον άνθρωπο, ήταν ο Σωκράτης (Κάλφας, Ζωγραφίδης, 2006).

Πριν από αυτόν όμως υπήρξαν και άλλοι οι οποίοι φιλοσοφούσαν περί ηθικής. Οι Πυθαγόρειοι θεώρησαν ότι μια πράξη είναι ηθική όταν διέπεται από μέτρο και σύνεση. Οι πρώτες διαπραγματεύσεις γύρω από το ενδεχόμενο η ηδονή να αποτελέσει τον σκοπό της ανθρώπινης ζωής και ύπαρξης πιθανολογείται πως έγιναν στο κλίμα της υποκειμενικής ηθικής την εποχή των Σοφιστών αν και δεν υπάρχουν τεκμήρια και μαρτυρίες των συζητήσεων αυτών (Κάλφας, Ζωγραφίδης, 2006). Στη διάκριση σωματικής- ψυχικής ηδονής συνέβαλε η ανάλυση του ρόλου της μνήμης στην ηδονή. Εκτείνοντας τα όρια της ηδονής (αληθής-ψευδής, μικτή-αμιγής, ψυχική-σωματική), ο Πλάτων αποπειράται να εισάγει στον αγαθό βίο στον Φίληβο. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι η καθαρά ηδονιστική θέση απορρίπτεται στον Γοργία του Πλάτωνα, αλλά το ίδιο και ο απόλυτος αντί- ηδονισμός ο οποίος αρνείται την ύπαρξη της ηδονής (Anderson,2002). Η άποψη του Πλάτωνα είναι τελικά μια μετριοπαθής θέση το οποίο συνεπάγεται ότι ο αγαθός βίος είναι μικτός βίος. Η τοποθέτηση αυτή η οποία επιχειρεί να συμφιλιώσει τις αντικρουόμενες απόψεις του ηδονισμού αλλά και της σωκρατικής νοησιαρχίας, ενδεχομένως είχε ως αποτέλεσμα κάποιες διαφωνίες μέσα στην Ακαδημία Πλάτωνος (Koen, 2005).

Από τον Αριστοτέλη ξέρουμε ότι ο Σπεύσιππος είχε αρνηθεί ότι η ηδονή δύναται με οποιαδήποτε έννοια να είναι κάτι θετικό, κάτι το οποίο συναντάμε και ως θέση στον Φίληβο (Anderson, 2002). Ο Σπεύσιππος ισχυριζόταν ότι η ηδονή είναι η διαδικασία (γένεσις) και αφού είναι έτσι είναι μέσο και όχι τέλος (σκοπός) και πως σύμφωνα με τη θεωρία του μέσου, η ηδονή αλλά και ο πόνος είναι άκρα και συνεπώς δε μπορούν να είναι αγαθά. Στον Φίληβο ο Πλάτωνας δείχνει να είναι σύμφωνος με το πρώτο επιχείρημα στο βαθμό που αυτό αναφέρεται στη σωματική ηδονή, όμως δε θα δεχόταν ότι μιλά για τις ανώτερες αμιγείς ηδονές (Brisson, Dillon, 2010). Για το δεύτερο επιχείρημα του Σπεύσιππου, ότι δηλαδή το αγαθό βρίσκεται στο μέσο, μια ουδέτερη κατάσταση αλλά δε τη θεωρεί αγαθό. Δε θα επιθυμούσε να μείνει τελείως εκτός η ηδονή από τον αγαθό βίο. Δε δέχεται όμως και τον εμπειρικό ηδονισμό ενός άλλου ακαδημεικού, του Ευδόξου, ο οποίος υποστήριζε ότι η ηδονή είναι το μόνο αγαθό για τον άνθρωπο, αφού όλα τα πλάσματα την επιδιώκουν (Brisson, Dillon, 2010). Ακόμη  πιο θερμός υποστηρικτής της θέσης του ηδονισμού ανάμεσα στους σύγχρονους του Πλάτωνα υπήρξε ο Αρίστιππος που ήταν και ο ιδρυτής της Κυρηναϊκής σχολής. Για τον Αρίστιππο η ηδονή είναι ο απώτερος σκοπός της κάθε δραστηριότητας αλλά και το αντικείμενο της κάθε επιλογής, κάτι το οποίο τεκμηριώνει η ενστικτώδης και χωρίς γνώση επιλογής από τους ανθρώπους (Koen,2005). Επομένως όλες οι ηδονές είναι καλές και οι σωματικές είναι προτιμότερες από τις ψυχικές. Εφόσον η ευδαιμονία για τον Αρίστιππο, που είναι η ηδονική κατάσταση που διαρκεί σε όλη τη ζωή, είναι ψευδαίσθηση και υπάρχει μόνο το παρόν, η ηδονή της στιγμής είναι το τέλος και φυσικά αυτό θα πρέπει να επιδιώκεται και να αποτελεί προσδοκία (Koen,2005). Ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για τους ηδονιστές αλλά και για τους αντιπάλους των ηδονιστών όμως δε τον εκφράζει καμία από αυτές τις θέσεις, ούτε κι αυτή του Πλάτωνα. Αρνείται ότι η ηδονή είναι διαδικασία και επιλέγει να τη λέει ενέργεια ή πιο συγκεκριμένα «ανεμπόδιστη ενέργεια μιας έξης σε συμφωνία με τη φύση» (Ψυρούκης,1996). Η ηδονή είναι μια ολοκλήρωση, ένα όλον και είναι πλήρης σε κάθε στιγμή του χρόνου. Είναι κάτι το οποίο «σκεπάζει» και ολοκληρώνει μια ενέργεια όταν αυτή εκτελείται απρόσκοπτα. Με βάση τον Αριστοτέλη, ο Εύδοξος είχε δίκιο όταν ισχυριζόταν πως όλοι οι άνθρωποι επιθυμούν την ηδονή. Αυτό γίνεται επειδή όλοι επιθυμούν να ζήσουν και η ηδονή ακριβώς ολοκληρώνει τη βασική ενέργεια του ζην, άρα η ίδια η ζωή είναι επιθυμητή και όχι η ηδονή και τελικά οι ενέργειες είναι αγαθές και όχι οι ηδονές που τις συνοδεύουν (Ψυρούκης, 2006).

Από όλες αυτές τις απόψεις που δε συμφωνούν όλες μεταξύ τους προέκυψε ο ηδονισμός του Επίκουρου ο οποίος είχε ως έρεισμα της θεωρίας του την εμπειρική βάση. Η ηδονή είναι το αγαθό το οποίο όντως επιδιώκουν οι άνθρωποι αλλά η τεκμηρίωση την οποία δίνει είναι πιο επεξεργασμένη και πιο λεπτή από αυτή του Αρίστιππου ο οποίος παραπέμπει κυρίως στην ενστικτώδη συμπεριφορά (Μπούσουλας,1998).

Στον Επικουρισμό το ζήτημα συνεχίζεται με τη θεωρία για την αίσθηση, δηλαδή όπως η αίσθηση είναι το κριτήριο της αλήθειας, έτσι και οι κινήσεις ή οι εμπειρίες οι οποίες κατά τον Επίκουρο αποτελούν τα πάθη, της ηδονής αλλά και του πόνου που θεωρούνται ως τύποι διαταραχής των ατόμων, λειτουργούν ως κριτήρια του αγαθού και του κακού, αφού η ηδονή είναι κάτι το φυσικό και επομένως το αγαθό ενώ ο πόνος δεν είναι κάτι οικείο προς τη φύση και άρα είναι κάτι αρνητικό και κακό (Επίκουρος, 2009). Ο Επίκουρος αποστασιοποιήθηκε από την πιο μηχανιστική εξήγηση του Αρίστιππου η οποία προέκρινε τη σωματική και υποτιμούσε την ψυχική ηδονή δίνοντας το προβάδισμα στη σωματική ηδονή και η οποία εξήγηση προέκρινε τη σωματική και υποβίβαζε την ψυχική ηδονή (Κάλφας, Ζωγραφίδης,2006). Εν αντιθέσει με αυτό, ο Επίκουρος ισχυριζόταν διακαώς την πραγματικότητα του παρελθόντος αλλά και του μέλλοντος, μια θέση που οξύνει ιδιαίτερα όχι μόνο τις πνευματιστικές ηδονές αλλά και τον πόνο. Έτσι, μεταφέρει την έμφαση από την ηδονική στιγμή στην ευδαίμονα ζωή. Άρα η δραστηριότητα του νου που είναι η μνήμη και η φαντασία είναι οι προάγγελοι για την ευδαιμονία και για μια ζωή ευτυχισμένη και είναι εκείνη η οποία ελέγχει και κατευθύνει τον επικούρειο ευδαιμονισμό (Κάλφας, Ζωγραφίδης, 2006).

Βιβλιογραφία

  • Κάλφα, Β. Ζωγραφίδη, Π. (2006). Αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι. Θεσσαλονίκη : ΙΝΣ
  • Μπούσουλα, Ν.Ι (1998). Πλάτωνας, Φίληβος ή περί ηδονής. Θεσσαλονίκη : Εγνατία
  • Ψυρούκη, Ν. (1996). Ο Επίκουρος και η εποχή μας. Αθήνα : Επικαιρότητα
  • Anderson, E. (2002). Ο Επίκουρος στον 21ο αιώνα. Θεσσαλονίκη : Θύραθεν
  • Brisson, L. Dillon, J. eds (2010) Platon’s Philebus. Symposium Platinicum VIII. Academia Verlag
  • Koen, A. (2005). Η Φιλοσοφία του Επίκουρου. Άτομα, αρετή, ηδονή.
  • Μετάφραση Στ. Δημόπουλος. Θεσσαλονίκη : Θύραθεν

Προηγούμενο άρθροΑπό την ιστορία του σχολικού βιβλίου 3
Επόμενο άρθροΌσα μας ενώνουν
Η Σωτηρία Καρακώστα είναι πτυχιούχος της Θεολογικής σχολής (τμήμα Θεολογίας) του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 2009 εισήχθη στη Φιλοσοφική σχολή της Αθήνας όπου τελείωσε με άριστα το μεταπτυχιακό της με ειδίκευση στην «Ιστορία της Φιλοσοφίας» του τμήματος Φ.Π.Ψ ( Φιλοσοφίας , Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας ), κάτι που της έδωσε το προβάδισμα να υποβάλλει το υπόμνημά της για τη διδακτορική της διατριβή με τίτλο « Ανθρώπινα δικαιώματα : ιδεολόγημα της Δύσης ή Οικουμενική προοπτική;» . Από το 2006 αναλαμβάνει ιδιαίτερα φιλολογικά μαθήματα σε μαθητές γυμνασίου όπως επίσης Έκφραση – έκθεση και Φιλοσοφία θεωρητικής κατεύθυνσης στο Λύκειο. Υπήρξε επιστημονικός συνεργάτης σε συγγραφή μελετών και στατιστικών ερευνών στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών ( ΑΣΟΕΕ ) και είναι ιδιοκτήτρια της σελίδας « τα διδακτικά μας άρθρα» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Επίσης βοηθάει τους φοιτητές στη συγγραφή των εργασιών τους οι οποίες άπτονται ιστορικού, κοινωνικού , φιλοσοφικού και παιδαγωγικού χαρακτήρα.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.