Χρήστος Κ. Τσαγγάλης
Το δεύτερο μέρος της κορινθιακής επικής τριλογίας που αποδίδεται στον Κορίνθιο ποιητή Εύμηλο αποτελείται από το έπος Κορινθιακά. Αν και ο τίτλος του ποιήματος (μαρτυρημένος άπαξ από τον Παυσανία) μοιάζει επηρεασμένος από μεταγενέστερες, σε πεζό λόγο περιγραφές της ιστορίας και μυθολογίας μιας περιοχής, η σύγχρονη έρευνα τον χρησιμοποιεί συστηματικά για αυτό το απολεσθέν ευμήλειο ποίημα. Η παρατήρηση είναι διδακτική: μας δείχνει ότι το περιεχόμενο αυτού του έπους δεν είναι μια συγκεκριμένη μυθική περιπέτεια (μια εκστρατεία, ένα ταξίδι, μια οικογενειακή σύγκρουση) αλλά η παρουσίαση της μυθικού παρελθόντος μιας διάσημης ελληνικής πόλης (και περιοχής), αυτής της Κορίνθου, από την ίδρυσή της μέχρι το τέλος (κατά πάσα πιθανότητα) της ηρωικής εποχής. Μια δεύτερη διαπίστωση έχει και αυτή τη σημασία της. Στις πηγές μας το ποίημα αναφέρεται συστηματικά όχι με τον τίτλο του αλλά ως δημιούργημα του Ευμήλου. Αν συνδυάσουμε τις διαπιστώσεις αυτές αντιλαμβανόμαστε πόσο στενά συνδέονται θεματολογία του έπους και ποιητής με γέφυρα την Κόρινθο. Πρόκειται για μια κλασική περίπτωση γενεαλογικού και (εν μέρει) αρχαιοδιφικού έπους.
Όπως και στην περίπτωση της Τιτανομαχίας, η εικόνα που έχουμε για τα Κορινθιακά στηρίζεται αποκλειστικά στα λίγα αποσπάσματα (11 τον αριθμό) που διαθέτουμε. Με βάση αυτό το υλικό, το θεματικό άνυσμα του οποίου είναι ευρύτατο, μπορούμε να ανασυνθέσουμε την πλοκή του ποιήματος.
Το έπος ίσως ξεκινούσε με την Εφύρα, κόρη του Ωκεανού και της Τηθύος και σύζυγο του Επιμηθέα, που εγκαταστάθηκε στην περιοχή της Κορίνθου. Πρώτος βασιλιάς ήταν ο θεός Ήλιος, που συμμετείχε σε αγώνα εναντίον του Ποσειδώνα αναφορικά με τη διεκδίκηση της περιοχής. Το επεισόδιο αυτό πρέπει να παρουσιαζόταν λεπτομερώς, καθώς θεϊκές αντιπαραθέσεις για την ιδιοκτησία μιας πόλης είναι τυπικές στους μύθους που σχετίζονται με τις κτίσεις πόλεων (το κλασικό παράδειγμα, αλλά όχι το μοναδικό, είναι βεβαίως η διαμάχη Αθηνάς και Ποσειδώνα για το ποιος θα είναι ο πολιούχος θεός της Αθήνας). Ίσως λοιπόν ο Εύμηλος να ακολούθησε μια ήδη διαμορφωμένη τυπολογία για ένα τέτοιο επεισόδιο. Η διαμάχη φαίνεται πως ήταν σφοδρή και η έκβαση αβέβαιη. Λύση βρέθηκε μόνο, όταν ορίστηκε διαιτητής (διαλλακτής λέει το αρχαίο κείμενο): επρόκειτο για τον Βριάρεο, που μας είναι γνωστός και από την Τιτανομαχία, στην οποία παρουσιαζόταν ως ένα θαλάσσιο πλάσμα που πολεμούσε στο πλευρό των Τιτάνων εναντίον των Ολύμπιων θεών. Ο Βριάρεος, όπως κάνουν συνήθως οι διαπραγματευτές-διαιτητές, βρήκε μια σολομώντεια λύση: στον Ποσειδώνα δόθηκα ο Ισθμός και η γύρω περιοχή, ενώ ο Ήλιος που έγινε ο πολιούχος θεός έλαβε τα υψώματα πάνω από την πόλη. Ο μύθος είναι εν μέρει αιτιολογικός. Η διπλή φύση της πόλης (θάλασσα και ακρόπολη) υπογραμμίζεται διά της προστασίας που της παρέχουν δύο θεοί. Η πλοκή των Κορινθιακών συνεχιζόταν με τον Αιήτη και τον Αλωέα, τους δύο απογόνους του Ήλιου και της Αντιόπης, στους οποίους δόθηκαν οι περιοχές της Εφυραίας (Κορίνθου) και της Ασωπίας (Σικυώνας) αντίστοιχα. Καθώς όμως ο Αιήτης δεν έμεινε ικανοποιημένος με τη μοιρασιά, έφυγε για την Κολχίδα, αφήνοντας στη θέση του τον Βούνο, γιο του Ερμή και της νύμφης Αλκιδάμειας, με την εντολή να προστατεύει την περιοχή που του είχε δοθεί μέχρι εκείνος να επιστρέψει από τη μακρινή Κολχίδα. Ο έτερος αδελφός Αλωέας βασίλευσε στην Ασωπία μέχρι τον θάνατό του. Ο γιος του Επωπέας όμως αποδείχθηκε αλαζόνας ως βασιλιάς, με αποτέλεσμα ο γιος του Μαραθώνας να εγκαταλείψει την Ασωπία και να εγκατασταθεί σε μια παράκτια περιοχή της Αττικής, που πήρε το όνομά του. Μετά τον θάνατο του Επωπέα, ο Μαραθώνας επέστρεψε στην Πελοπόννησο και καθώς ο Αιήτης φαινόταν να έχει εγκαταλείψει το βασίλειό του αποφάσισε να μοιράσει όλη την επικράτεια της Κορίνθου ανάμεσα στους δύο γιους του: ο Κόρινθος έλαβε την Εφυραία και ο Σικυώνας την Ασωπία. Η διανομή αυτή οδήγησε στην εκ νέου ονομασία αυτών των περιοχών, αυτή τη φορά με βάση τα ονόματα των δύο γιων του Μαραθώνα, ο οποίος ξαναέφυγε, οριστικά τώρα, για την Αττική. Μετά τον θάνατο του Κόρινθου προέκυψε το πρόβλημα της διαδοχής, καθώς ήταν άτεκνος. Τότε οι Κορίνθιοι αποφάσισαν να ανακαλέσουν από την Ιολκό της Θεσσαλίας τη Μήδεια, κόρη του Αιήτη και να παραδώσουν την εξουσία σε αυτήν ως νόμιμη απόγονο και κληρονόμο του Αιήτη, στον οποίο είχε αρχικά παραχωρηθεί αυτή η περιοχή. Η Μήδεια έφθασε στην Κόρινθο μαζί με τον Ιάσονα αλλά και την Αργώ με όλους τους Αργοναύτες. Στο σημείο αυτό είναι πιθανό ο Εύμηλος να εγκιβώτιζε στο ποίημα (ίσως αλλά όχι απαραίτητα διά της Μήδειας) μια αναληπτική αναφορά στην Αργοναυτική εκστρατεία και τα γεγονότα που είχαν λάβει χώρα στην Κολχίδα. Στη συνέχεια, διοργανώνονταν αγώνες στον Ισθμό προς τιμήν του Ποσειδώνα και η Αργώ αφιερωνόταν στον θεό από τον Ιάσονα. Οι αγώνες πρέπει να περιγράφονταν λεπτομερώς, καθώς λειτουργούσαν ως αφορμή για την παρουσίαση των διαπρεπών μελών του πληρώματος της Αργούς (Κάστορα, Κάλαη, Ορφέα, Ηρακλή, Πολυδεύκη, Πηλέα, Τελαμώνα, Θησέα, Φαέθοντα, Νηλέα). Μήδεια και Ιάσονας βασίλευσαν στην Κόρινθο για κάποιο χρονικό διάστημα. Μετά τη γέννηση των παιδιών τους η Μήδεια τα μετέφερε κρυφά στο ναό της Ήρας, όπου τα κρατούσε κλεισμένα, νομίζοντας ότι η θεά θα τα κάνει αθάνατα σε αναγνώριση της εγκράτειας της Μήδειας, η οποία δεν είχε ενδώσει στις σεξουαλικές ορέξεις του Δία. Όταν αντιλήφθηκε πως οι προσπάθειές της ήταν μάταιες και καθώς ανακαλύφθηκε από τον Ιάσονα που δεν ενέκρινε τη συμπεριφορά της και αποφάσισε να την εγκαταλείψει επιστρέφοντας στην Ιολκό, η Μήδεια έφυγε και αυτή από την Κόρινθο αφήνοντας στη θέση της τον Σίσυφο. Ο Εύμηλος πρέπει να αφιέρωσε ένα σημαντικό μέρος της πλοκής στον νέο αυτό βασιλιά. Αν και από εδώ και εξής βρισκόμαστε περισσότερο στον χώρο της εικασίας και λιγότερο σε αυτόν της επιστημονικής τεκμηρίωσης, μπορούμε να εικάσουμε ότι η πλοκή συνεχιζόταν περίπου ως εξής: όταν ο Νέστορας επισκέφτηκε την Κόρινθο αναζητώντας τον τάφο του πατέρα του Νηλέα που είχε λάβει μέρος στα πρώτα Ίσθμια μαζί με τους άλλους Αργοναύτες και είχε πεθάνει στην Κόρινθο εξαιτίας κάποιας ασθένειας, ο Σίσυφος αρνήθηκε να του τον δείξει. Μετά τον θάνατο του Σισύφου, ο θρόνος περιήλθε στον Γλαύκο, ο οποίος σε ένα ταξίδι του στη Σπάρτη συνευρέθη με την Παντείδυια, η οποία αργότερα γέννησε τη Λήδα. Όταν ο Γλαύκος επέστρεψε στην Κόρινθο, η Λήδα παντρεύτηκε τον Θέστιο. Καθώς Κάστορας και Πολυδεύκης είχαν ήδη αναφερθεί στα Κορινθιακά ως Αργοναύτες ο Εύμηλος ίσως αναφερόταν σε αυτούς, όπως και στους άλλους απογόνους της Λήδας. Μαθαίνουμε, χωρίς να μπορούμε να εντοπίσουμε την ακριβή σύνδεση, ότι ο Μενέλαος απέκτησε έναν γιο, τον Ξενόδαμο, με μια νύμφη της Κνωσού (προφανώς όταν επισκέφτηκε την Κρήτη για την ταφή του Κατρέα, του παππού του από την πλευρά της μητέρας του). Αυτές οι αναφορές που μένουν αποσπασματικές μπορούν να εξηγηθούν, αν υποθέσουμε ότι ο Εύμηλος διέτρεχε όλη την πρώιμη ιστορία της Κορίνθου μέχρι τον Τρωικό Πόλεμο και πέρα από αυτόν. Ο Εύμηλος πρέπει να παρουσίαζε όμως και μια άλλη γενεαλογική γραμμή (Λυκάων > Καλλιστώ > Αρκάς > Έλατος και Αφείδας > Σθενέβοια), καθώς το τελευταίο πρόσωπο αυτής της ακολουθίας (Σθενέβοια) ερωτευόταν τον Βελλεροφόντη, γιο του Γλαύκου στον οποίο είχαν ήδη αναφερθεί τα Κορινθιακά. Ίσως μάλιστα το έπος να συνέχιζε την παρουσίαση της πρώιμης Κορινθιακής μυθολογίας μέχρι τους Βακχιάδες, καθώς στην τέταρτη γενιά μετά τον γιο του Σισύφου Ορνυτίωνα οι Δωριείς νίκησαν του Κορίνθιους και κυβέρνησαν την Κόρινθο μέχρι την εποχή του Βάκχιδος, του προγόνου των Βακχιαδών στους οποίους ανήκε και η φατρία του Ευμήλου.
Το θεματικό εύρος των Κορινθιακών και η ποικιλία των χαρακτήρων που περιλάμβαναν τα καθιστούσε με βεβαιότητα ένα ενδιαφέρον επικό εγχείρημα. Από ειδολογικής πλευράς, έχουμε να κάνουμε με την πρωιμότερη μορφή μιας τοπικής ιστορίας σε δακτυλικό εξάμετρο. Πρόκειται για μια γραμμή εξέλιξης που θα γνωρίσει εντυπωσιακή επίδοση στα χέρια των πρώιμων ιστοριογράφων (Ακουσίλαος, Φερεκύδης, Ελλάνικος, Χάρων ο Λαμψακηνός). Ωστόσο, η επεισοδική δομή με την κυρίως γραμμική εξέλιξη της πλοκής (παρά τις λίγες αναληπτικές αναφορές), η έλλειψη πρωταγωνιστή και ενιαίας αφηγηματικής γραμμής στέρησαν από το ποίημα τη διάχυση εκείνη που χαρακτηρίζει όλες τις ποιητικές συνθέσεις υψηλού κύρους. Τα Κορινθιακά, των οποίων η ραψωδική εκτέλεση περιοριζόταν πιθανόν στην Κόρινθο, ήταν μια τοπικής εμβέλειας δημιουργία που απευθυνόταν (κυρίως) στο Κορινθιακό κοινό και εντασσόταν στο πλαίσιο της πολιτικής και πολιτιστικής προπαγάνδας που επιρρωνύει την ακμή της πόλης της Κορίνθου κατά τη διάρκεια της αρχαϊκής εποχής.
Ο Χρήστος Κ. Τσαγγάλης είναι Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Διευθυντής του Τομέα Κλασικών Σπουδών
Email: [email protected]

Δημοσιεύτηκε στη ΜτΚ (9.4.2017)

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.