[Οδηγία χρήσης: Όποιος φίλος ή όποια φίλη κουράζεται εύκολα με την ανάγνωση μπορεί να επιλέξει την… ακρόαση του άρθρου στον διαδικτυακό σύνδεσμο https://clyp.it/j5j1wmqe (διάρκεια: 05:07)]

Πρόσφατα διάβαζα κάπου ότι το μίσος που κατέκλυσε το διαδίκτυο για τον Παττακό, τη μέρα που απεβίωσε ο δικτάτορας, λέει ελάχιστα πράγματα για τον ίδιο τον αποβιώσαντα και πολύ περισσότερα για την ελληνική κοινωνία του 2016, για τη γλώσσα που χρησιμοποιεί, για την αισθητική της, για την ηθική της και τελικά για την αξιακή παρακμή της. Όχι βέβαια επειδή οι πράξεις και οι απόψεις του πρώην δικτάτορα δεν αξίζουν αυτή την απαξίωση, αλλά κυρίως επειδή αυτή η απαξίωση προήλθε από νέους που δεν είχαν καν γεννηθεί την περίοδο της δικτατορίας, άρα δεν είναι δυνατό να βίωσαν τα δεινά που προκάλεσε η χούντα σ’ όσους επέλεξαν να δείξουν μηδενική ανοχή στο καθεστώς και ν’ αγωνιστούν για τη Δημοκρατία. Την ίδια στιγμή, οι περισσότεροι άνθρωποι, που όντως ταλαιπωρήθηκαν απ’ τα εγκλήματα της δικτατορίας, επέλεξαν τη σιωπή! Απέφυγαν τη λεκτική οργή, για να μη δώσουν αξία, να μην ενδυναμώσουν αυτό που πολέμησαν την περίοδο της μαύρης επταετίας!

 

Είναι πράγματι εντυπωσιακό πόσο εύκολα ο Νεοέλληνας υιοθετεί, σε κλίμακα μάζας μάλιστα, τη λογική του μίσους. Η ελληνική κοινωνία του 2016 παράγει περισσότερο μίσος απ’ όσο μπορεί να καταναλώσει, ιδιαίτερα κάθε φορά που διαπιστώνει μια συμπεριφορά που μπορεί να μοιάζει ή ακόμα και να είναι ρατσιστική ή φασιστική, αδυνατώντας ν’ αντιληφθεί ότι μ’ αυτόν τον τρόπο όχι μόνο δεν βοηθά στην αντιμετώπιση του φασισμού, αλλά μπορεί και να τον πριμοδοτεί κιόλας, ιδιαίτερα όταν αξιοποιεί εις βάρος του (του φασισμού) τα ίδια μέσα, που χρησιμοποιεί εκείνος (ο φασισμός), τη λεκτική και έμπρακτη βία του μίσους. Και την ίδια στιγμή που ο «αυτόκλητος υπερασπιστής» του ανθρωπισμού, της Δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στρέφεται, τόσο εύκολα, ενάντια στο συμπολίτη του, στο φίλο του, στο συγγενή του, στο γνωστό του, στο συνάδελφό του ή στο γείτονά του, αποπροσανατολισμένος απ’ το στοχευμένο μίσος, αδυνατεί ν’ αντιληφθεί – άρα και να πολεμήσει – τους άλλους κινδύνους που απειλούν την ανθρωπιά και τη δημοκρατική υπόσταση της κοινωνίας.

 

Ζούμε στην εποχή που οι δημοκρατικοί θεσμοί φαλκιδεύονται περισσότερο από κάθε άλλη στιγμή της μεταπολίτευσης, αλλά ελάχιστοι αντιδρούν! Επιχειρείται μια συνταγματική αναθεώρηση μακριά απ’ την προβλεπόμενη διαδικασία του Συντάγματος! Η άσκηση της πολιτικής προσδιορίζεται μόνο με όρους εντυπωσιασμού και όχι ουσίας! Η δικαστική εξουσία συναλλάσσεται δημοσίως με την εκτελεστική χωρίς αιδώ! Η νομοθετική εξουσία εξαντλεί τον ρόλο της σε στείρες κομματικές κόντρες για το θεαθήναι, χωρίς σκοπό και θετικό αποτέλεσμα! Η ελευθεροτυπία επιχειρείται να περιοριστεί με βίαιο και αντισυνταγματικό τρόπο! Η εκπαίδευση ισοπεδώνεται λίγο χαμηλότερα απ’ το επίπεδο της μετριότητας! Οι γείτονες της χώρας αμφισβητούν ευθέως την εδαφική της ακεραιότητα! Η τραγική διαχείριση του προσφυγομεταναστευτικού προβλήματος έχει σπείρει τη διχόνοια μεταξύ των Ελλήνων! Η κατάληψη της εξουσίας έχει καταντήσει αυτοσκοπός για τις κομματικές παρατάξεις και δεν αποσκοπεί στο κοινό όφελος του τόπου και των ανθρώπων του! Μέσα στην κοινωνία μας άνθρωποι αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα επιβίωσης! Συνηθίσαμε να είμαστε θεατές παράνομων πράξεων που αναμεταδίδονται στα μέσα ενημέρωσης και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης χωρίς αστυνομική ή εισαγγελική παρέμβαση! Η χώρα βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στην οικονομική ύφεση και την κοινωνική εξαθλίωση! Η Δημοκρατία και οι θεσμοί της δέχονται συνεχή και ισχυρά πλήγματα μέσα σε κλίμα αδιαφορίας!

 

Βιώνουμε καθημερινά τόσα πολλά φαινόμενα που αναδεικνύουν την κοινωνική και πολιτική μας καθίζηση, αλλά ελάχιστοι αντιδρούν! Αρκεί όμως μόνο μια διαφωνία του συνανθρώπου μας στο ζήτημα της διαχείρισης του προβλήματος των προσφύγων και των μεταναστών, για να τόν «στολίσουμε» με τους χειρότερους χαρακτηρισμούς, να εκδηλώσουμε εναντίον του όλο το μίσος που κρύβουμε στο πίσω μέρος της ψυχής μας, να υιοθετήσουμε την πιο αντικοινωνική συμπεριφορά, την οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή κρύβαμε επιμελώς πίσω απ’ το ευπρόσωπο κάλυμμα του καθωσπρεπισμού, να βροντοφωνάξουμε όλοι μαζί δυνατά «να πεθάνει ο φασίστας»… Στο πρόσωπο του «φασίστα γείτονα» αναγνωρίζουμε τον ιδανικότερο στόχο του κοινωνικού μίσους και, μέσα απ’ την προσωπική και ηθική του ισοπέδωση, έχουμε την ψευδαίσθηση ότι επιφέραμε ένα αποφασιστικό πλήγμα στον φασισμό.

 

Δυστυχώς όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ο φασισμός είναι πολυσύνθετο φαινόμενο που παρουσιάζει πολλές εκφάνσεις στην πολιτική και κοινωνική ζωή και βέβαια δεν μπορεί εύκολα ν’ αντιμετωπιστεί, όχι μόνο επειδή η αντιφασιστική ευαισθησία δείχνει να ενδιαφέρεται περισσότερο για το δέντρο και όχι για το δάσος, είναι δηλαδή επιλεκτική και μονόπλευρα στοχευμένη αποκλειστικά σε μία μόνο απεικόνιση του προβλήματος (ρατσισμός απέναντι στους πρόσφυγες), αλλά – κυριότερα – επειδή οι διώκτες του φασισμού επιχειρούν να τόν πολεμήσουν με τα ίδια μέσα που χρησιμοποιεί εκείνος. Το μίσος όμως όχι μόνο δεν μπορεί να νικήσει τον φασισμό, αλλά αντιθέτως τόν ενδυναμώνει, τόν κάνει πιο ισχυρό. Ο φασισμός δεν μπορεί να ηττηθεί με το μίσος, διότι ο φασισμός «τρέφεται» και «ανατρέφεται» απ’ αυτό. Η ολοκληρωτική συντριβή του φασισμού περνά μόνο μέσα απ’ την ενίσχυση της Δημοκρατίας, την κοινωνική συνοχή, την προστασία των αδυνάτων, τη συνεχή ενημέρωση και την αξιοποίηση του διαλόγου και όχι μέσα απ’ την ενδυνάμωση του μέσου της βίας. Όποιος δοκιμάζει τις επιλογές του μίσους και της βίας είναι καταδικασμένος ν’ αποτύχει, διότι έχει ήδη ταυτιστεί με τον τρόπο σκέψης και τις μεθόδους εκείνου που (υποτίθεται ότι) πολεμά…

ΠΗΓΗ: εφημερίδα «Κρητική Επιθεώρηση» (Ρέθυμνο)

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.