pdis_607_379_577_324Του Νίκου Τσούλια

      Από τη μια άκρη στην άλλη το εκκρεμές της σύγχρονης ιστορίας μας ταλαντεύεται χωρίς να ισορροπεί στη «μεσότητα», εκεί που υπάρχει μετριοπάθεια και δημιουργικότητα, περίσκεψη και συνεννόηση. Πριν μερικά χρόνια τα κόμματα εμφανίζονταν ως οι απόλυτα ισχυροί θεσμοί της κοινωνίας μας και ο τίτλος του κομματικού στελέχους ήταν ένα προνόμιο (!) για προοπτική και εξέλιξη. Τώρα τα κόμματα είναι πλήρως αποδυναμωμένα και οι πολίτες τα αποφεύγουν ωσάν μιάσματα!

      Έτσι, η πρώτη μετεκλογική δημοσκόπηση, που διενεργήθηκε από την Κάπα Research και δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο «Βήμα της Κυριακής», είναι αποκαλυπτική. Σύμφωνα μ’ αυτή, ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει σημαντική φθορά, η Νέα Δημοκρατία κάνει ελεύθερη πτώση, ενώ τρία κοινοβουλευτικά κόμματα βρίσκονται κάτω από το 3%. Πιο συγκεκριμένα, στην περίπτωση που γίνονταν σήμερα εκλογές, «ο ΣΥΡΙΖΑ θα λάμβανε ένα ποσοστό της τάξης του 18,4% και η ΝΔ 14,9%, ενώ στη Βουλή θα κατάφερναν να μπουν πέντε κόμματα. Στην τρίτη θέση βρίσκεται η Χρυσή Αυγή με 5,6%, και ακολουθούν: Το ΠΑΣΟΚ με 4,5%, το ΚΚΕ με 4,4%, η Ένωση Κεντρώων με 2,3%, το Ποτάμι με 2,2% και οι ΑΝΕΛ με 2,1%». Είναι ηλίου φαεινότερον ότι έχουμε έναν πρωτόγνωρο θρυμματισμό του κομματικού μας συστήματος, δηλωτικό τόσο της έντονης κοινωνικής αμηχανίας όσο και της αδυναμίας διαμόρφωσης μιας συνεκτικής και συνθετικής πολιτικής πρότασης για την έξοδο από την κρίση.

      Η συνέχεια για τα συμπληρωματικά στοιχεία είναι εξίσου ενδιαφέρουσα. «Από τα ευρήματα της δημοσκόπησης ξεχωρίζουν, επίσης, το 40% των πολιτών το οποίο επιλέγει να κρατά αποστάσεις από τα κόμματα και η πεποίθηση που φαίνεται να παγιώνεται στους πολίτες ότι η λύση του πολιτικού αδιεξόδου είναι ο σχηματισμός οικουμενικής κυβέρνησης. Είναι δε ενδεικτικό ότι το 15,9% δηλώνει αναποφάσιστο, ενώ ένας στους πέντε (18,2%) προτίθεται να επιλέξει την αποχή».

      Είναι προφανές ότι η κρίση επιδρά και στη ματιά που έχουμε για τα κόμματα, αφού αυτά θεωρούνται ως οι βασικοί αίτιοι των σημερινών χαλεπών καιρών. Η ερμηνεία αυτή είναι ως ένα σημείο σωστή, γιατί σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν οι πολίτες και οι κοινωνικοί θεσμοί να είναι άμοιροι των ευθυνών για ό,τι συμβαίνει στη χώρα μας. Η άποψή μου για τη σχέση μας με τα κόμματα είναι εντελώς διαφορετική από τη σημερινή που περιγράφεται στην εν λόγω δημοσκόπηση. Τα κόμματα είναι η βάση του πολιτικού μας συστήματος και της λειτουργίας της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας μας και χρήζουν της ενεργητικής συμμετοχής μας.

      Η γενική και απόλυτη αμφισβήτησή τους εμπεριέχει κινδύνους για την ίδια την άσκηση της πολιτικής. Είναι σα να πριονίζουμε το κλαδί πάνω στο οποίο καθόμαστε. Μια αντίληψη συνολικής απόρριψης των κομμάτων παραπέμπει σε δρόμους ανορθολογισμού και ευνοεί την ανάπτυξη αντιδημοκρατικών επιλογών. Σήμερα απαιτείται στήριξη των κομματικών συλλογικοτήτων, γιατί είναι αυτές τα κύρια πολιτικά υποκείμενα που θα βρουν και θα δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις εξόδου από την κρίση. Αλλά αυτή η στήριξη οφείλει να έχει ποιοτικά πολιτικά και ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Να αναδεικνύει την εσωκομματική δημοκρατία και τον προγραμματικό λόγο, την κουλτούρα του διαλόγου και των πολιτικών συναινέσεων.

      Έχουμε μια σειρά απτών γεγονότων, αλλά η ερμηνεία που δίνουμε είναι φοβερά ελλειμματική. Βιαζόμαστε πάντα να βγάζουμε εύκολα συμπεράσματα και να γενικεύουμε, αλλά αυτά είναι στοιχεία – δείγματα ρηχής προσέγγισης και καθόλου διεισδυτικής ανάλυσης, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να κατακτάμε την ετερογνωσία σε ικανοποιητικό βαθμό πολλώ μάλλον την αυτογνωσία. Είναι βασική ανάγκη για τον άνθρωπο – και ως κοινωνικό και ως πολιτικό ον – η δυνατότητα εμβριθούς και ορθολογικής θεώρησης των πραγμάτων. «Ο άνθρωπος πρέπει να μπορεί να δει τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στις δραστηριότητες του και τη γενική ζωή της κοινωνίας, ανάμεσα στα καθημερινά σχέδιά του και τις μεγάλες ιδέες τις οποίες αναγνωρίζει» (Μ. Χορκχάϊμερ,Φιλοσοφία και κοινωνική κριτική). Άλλως βρίσκεται σε σύγχυση και είναι εύκολα χειραγωγήσιμος.

      Μπορεί να υπάρχουν ζητήματα που απορρέουν τόσο από το διεθνές καπιταλιστικό σύστημα όσο και από την ελλειμματική πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. «Από την Ε.Ε. λείπουν οι αρμοδιότητες για την αναγκαία εναρμόνιση των διαφορετικών ως προς την ανταγωνιστικότητα εθνικών οικονομιών» (Γ. Χάμπερμας, Για ένα σύνταγμα της Ευρώπης). Αλλά δεν μπορούμε να αναζητούμε φαντάσματα και να επιδιδόμαστε σε συνωμοσιολογίες ή να ενοχοποιούμε συνεχώς και αδιαλείπτως κάποιο ξένο παράγοντα ή και το χειρότερο όλων να επιλέγουμε το πρόσωπο του μαζικού θανάτου, το φασισμό[i]!

      Αν το κομματικό σύστημα τρίζει, δεν μπορούμε να επιχαιρόμαστε˙ το αντίθετο είναι μείζον και πρωταρχικό εθνικό πρόβλημα. Έχει νόημα και αξία ως εκ τούτου η στήριξη των κομμάτων μέσα από τον εκσυγχρονισμό και τον εκδημοκρατισμό τους και η προαγωγή τους σε «δημιουργικά πολιτικά υποκείμενα», γιατί κυρίως μέσα από τους θεσμούς αυτούς κάθε λαός αγωνίζεται για τη διαμόρφωση του μέλλοντός του.

[i] «Μπορεί από τη μια η οικονομική κρίση και η κοινωνική αδικία να έχουν σίγουρα επίδραση και στην ανάπτυξη του φασισμού, αλλά δεν αποτελούν οπωσδήποτε την αιτία. Η άνοδος αυτή οφείλεται στη μνησικακία και στο πνευματικό κενό που είναι βαθιά ριζωμένα στην κοινωνία της μάζας» (R. Riemen, Η αέναη επιστροφή του φασισμού).

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθροΗ μετριότητα
Επόμενο άρθροΚριτήριο αξιολόγησης:Παγκοσμιοποίηση και εκπαίδευση
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.