Του Νίκου Τσούλια

      Η εικόνα που έχουμε για το θάνατο είναι εικόνα πολιτισμική και πιο συγκεκριμένα περισσότερο θρησκευτική και λιγότερο ευρύτερα φιλοσοφική και μεταφυσική εικόνα. Υπάρχει μια κρατούσα αντίληψη στους ανθρώπους ότι όλες οι κοινωνίες στην μακρά ιστορία του ανθρωπότητας έχουν παραχωρήσει αυτό το θέμα στις θρησκείες. Η άγνοιά μας για την ουσία του θανάτου μας έχει οδηγήσει στη δημιουργία ενός ισχυρότατου φόβου, που συχνά καθηλώνει και την ζωτικότητα της ίδιας της ζωής.

      Βέβαια οι ρίζες της σχέσης του ανθρώπου με το θάνατο ξεκινάνε από εκείνο το σημείο των πολύ μακρινών προγόνων μας που άρχισαν να φροντίζουν τους νεκρούς των και αποτελεί και ένα από τα στοιχεία ανθρωποποίησης ειδών του γένους «Homo» που θα οδηγήσει εξελικτικά στο Homo sapiens. Από τη στιγμή που ο πρόγονος αυτός κατακτά τη συνείδηση θα έχει και το τίμημα της συνειδητοποίησης του πεπερασμένου της ζωής και της ιδέας του θανάτου.

      Εδώ θα δημιουργηθούν τα κατά καιρούς πολιτισμικά εποικοδομήματα με τις θρησκείες να έχουν σχεδόν την αποκλειστικότητα του όλου φαινομένου. «Το δράμα των θεών, το οποίο παραστάθηκε επί σκηνής από τον Αισχύλο στο πλαίσιο της επανερμηνείας του μύθου του Προμηθέα, δείχνει ότι ο θάνατος είναι ένα ζωτικής σημασίας ερώτημα για την ανθρωπότητα. Όλες οι θρησκείες είναι κατά βάθος απαντήσεις στο αίνιγμα του θανάτου»[i]. Αλλά αντί να εκλογικεύσουμε το σκηνικό του θανάτου μέσα από τον ορθολογισμό, προσχωρήσαμε σε μια κοσμοθεώρηση πανικού αλλά και εκμετάλλευσης του πανικού. Αρκεί να σκεφτούμε, για παράδειγμα, πόσοι και πόσοι άνθρωποι δεν αφήνουν την περιουσία τους στις θεσμικές εκφράσεις των θρησκειών με την αίσθηση και τη βεβαιότητα ότι αποκτούν κάποιο πλεονέκτημα ευνοϊκής μεταχείρισης στη μεταθανάτια πορεία μας… Και ενώ πρόκειται για μια απολύτως αυθαίρετη και μεσαιωνική αντίληψη, έρχεται η εκκλησία και την καλλιεργεί προκειμένου να αποκτήσει υλικά αγαθά και δύναμη εξουσίας επί των ανθρώπων!

      Είμαστε υποχρεωμένοι να συζητάμε για το θάνατο σα να είναι ένα απολύτως φυσικό φαινόμενο, σαν ένα φαινόμενο που αφορά απόλυτα και καθολικά κάθε μορφή ζωής. Κανένα ζώο, κανένας έμβιος οργανισμός δεν φοβάται το θάνατο, γιατί απλά δεν έχει προκαταρκτική συνείδηση του θανάτου, δεν προοικονομεί καμιά έννοια του θανάτου. Απλώς έχουν το ισχυρό ένστικτο της αυτοσυντήρησης, για να προφυλάσσουν όσο μπορούν καλύτερα τη ζωή τους. Όλες οι μορφές της ζωής αντιμετωπίζουν ουσιαστικά τον θάνατο μέσα από τη λειτουργία της αναπαραγωγής τους, γι’ αυτό και ο Έρωτας υμνείται ως αέναος γεννήτορας της ζωής και της ομορφιάς.  Όταν έρχεται ο θάνατός τους, οι έμβιοι οργανισμοί δεν είναι “εκεί”, δεν συναναντιούνται ποτέ με τον θάνατο. Το ίδιο συμβαίνει και με εμάς. Απλώς εμείς συναντούμε και «παρασυναντούμε» τον θάνατο μέσα από το φόβο που έχουμε δημιουργήσει γι’ αυτόν, τον φόβο του – που εμείς φτιάχνουμε – βλέπουμε και πανικοβαλλόμαστε. Βιώνουμε τον θάνατο των άλλων – των δικών μας – και με την εικόνα του δημιουργούμε το μαύρο σκηνικό.

      Υπάρχουν και κάποιες επιμέρους απλές διαπιστώσεις. Ο θάνατος είναι το πιο «δημοκρατικό στοιχείο» στην κόσμο και στη ζωή, είναι το πεδίο της απόλυτης ισότητας όλων των ανθρώπων όπου γης και όπου χρόνου. Αφορά εξίσου όλους μας. Έχει φυσικά τη σημασία του το γεγονός ότι, όπως όλοι οι άνθρωποι ερχόμαστε στη ζωή από τον ίδιο δρόμο, φεύγουμε και από τη ζωή πάλι όλοι από τον ίδιο δρόμο. Ποιος μπορεί να κάνει το παραμικρό παράπονο ως προς τη δικαιοσύνη του θανάτου;

      Επίσης, είναι εντυπωσιακό το εξής στοιχείο. Ενώ μπορούμε να προκαλέσουμε το θάνατο με τεχνητό, με έναν δικό μας τρόπο – π.χ. σκοτώνοντας κάποιον -, δεν ξέρουμε τίποτα για το αποτέλεσμα που προκαλεί η πράξη μας! Και είναι η μόνη μας πράξη που δεν μας κάνει γνωστή ακριβώς την έκβασή της. Συνηθισμένοι απόλυτα από τη σχέση «αιτίου – αποτελέσματος», που διατρέχει όλη τη ζωή μας και από τη βεβαιότητα ότι γνωρίζοντας το «αίτιο» μπορείς να γνωρίζεις το «αποτέλεσμα», εδώ διαπιστώνουμε την πλήρη αδυναμία μας και το απόλυτο κενό!

      Υπάρχει βέβαια η θρησκευτική εκδοχή, αλλά αυτή η εκδοχή είναι απλά και μόνο θέμα πίστης. Πιστεύεις και δεν έχεις ανάγκη ενός κάποιου στοχασμού, κάποιας σκέψης και κάποιας τεκμηρίωσης. Πιστεύεις ότι υπάρχει ζωή και μετά το θάνατο και έτσι καταλαγιάζεται ως έναν βαθμό ο σχετικός φόβος. Θεωρώ ότι τα πραγματικά προβλήματα που ουσιαστικά μας απασχολούν είναι το πριν του θανάτου σκηνικό, ο φόβος μιας μακρόχρονης και οδυνηρής αρρώστιας αφενός και ο πρόωρος θάνατος αφετέρου που ανατρέπει τη φυσική τάξη των πραγμάτων. Η δε ψυχή του ανθρώπου είναι ήρεμη όταν ο άνθρωπος έχει υπηρετήσει την έννοια του Καλού και της Ομορφιάς.

      Σε κάθε περίπτωση οφείλουμε να σχετικοποιήσουμε τη θεώρησή μας ως προς το θάνατο, ακριβώς γιατί είναι μια θεώρηση πολιτισμικά κατασκευασμένη. Και επειδή «οι προδιαμορφωμένες αντιλήψεις μας είναι τόσο βαθιά ριζωμένες, ώστε μας εμποδίζουν να κατανοήσουμε άλλους πολιτισμούς και ιστορικούς κόσμους»[ii], απαιτείται συστηματικός στοχασμός για να βγούμε έξω από τη σημερινή δυτικότροπη κοσμοθεώρηση, η οποία δεν είναι και η καλύτερη. Οι αρχαίοι Έλληνες, για παράδειγμα, που δεν ήταν χειραγωγημένοι από τον μανιχαϊκό τρόπο σκέψης, δεν είχαν δημιουργήσει αυτό το μόρφωμα του μαύρου φόβου που καθηλώνει την ελευθερία μας και μαυρίζει την ομορφιά της ζωής. Ο Άδης δεν περιελάμβανε δύο όψεις, κόλαση και παράδοση, δεν είχε φωτεινή και σκοτεινή όψη παρά μόνο σκιές, δεν είχε την έννοια του διαβόλου ή της σκληρής και αιώνιας τιμωρίας, παρά μόνο σε ειδικές περιπτώσεις (Σίσυφος, Τάνταλος…). Η κατασκευασμένη πολιτισμικά εικόνα του φόβου του θανάτου μπορεί να καταρρεύσει από μια απλή αντίφαση, την οποία απλώς δεν την συζητάμε στο σχετικό μας θέμα. Όλοι οι λαοί προσδιορίζουν την έννοια του ήρωα (και τον τιμούν γι’ αυτό) με βάση το γεγονός ότι δεν φοβάται το θάνατο!

      Η μεγαλύτερη μορφή του στοχασμού του Δυτικού πολιτισμού, ο σοφός και ταπεινός Σωκράτης, αναρωτιόταν με τη γοητευτική δύναμη της ειρωνείας / απορίας του το εξής απλό ερώτημα: πώς ξέρουν οι άνθρωποι ότι ο θάνατος είναι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να τους συμβεί; Αυτό είναι το μεγαλείο της γνώσης / άγνοιας του πιο σοφού ανθρώπου, αυτό είναι το μεγαλείο και η δύναμη της ανθρώπινης σκέψης όταν σκέπτεται ελεύθερα, αυτό είναι το βασίλειο της πραγματικής ελευθερίας του ανθρώπου, να μην φοβάται τα φαντάσματα που έχεις φτιάξει αυτός ο ίδιος! Η ηρεμία του Σωκράτη πριν από το θάνατό του ήταν η κατάκτηση της ελευθερίας του!

Μπροστά μας ο Ερμής
δεν πετάει; Το χρυσό του το ραβδί
δεν αστράφτει και εμάς δεν καλεί
στον τρισκότεινο και άχαρον Άδη
πούχει τα άπιαστα πλάσματα
κι είναι ολόγιομος πάντα, μα κι άδειος;
[iii]

Γκαίτε (μετ. Δ. Λάμψα), Φάουστ


[i] Γκάνταμερ, Χ.-Γ., Η απαρχή της γνώσης, Αθήνα: Πατάκης, σ. 119

[ii] ο.π., σ. 117

[iii] Γιατί είναι γεμάτος από σκιές, που δεν πιάνουν τόπο

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.