Του Νίκου Τσούλια

Δύο μεγάλα προβλήματα προκύπτουν από το νέο και εντυπωσιακό «κεφάλαιο» των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών (Genetically Modified Organisms – GMOs), προβλήματα που ανατρέπουν την παραδοσιακή εικόνα της παραγωγής, της οικονομίας, της οικολογίας και της πολιτικής.

Ας δούμε όμως αρχικά τι είναι οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί, το ποσοστό των οποίων, όσον αφορά τα εμπορεύσιμα είδη, θα αυξάνεται συνεχώς. Οι οργανισμοί αυτοί δεν έχουν το δικό τους αυθεντικό γενετικό υλικό. Το γονιδίωμά τους έχει τροποποιηθεί με την εισαγωγή ενός τουλάχιστον ξένου γονιδίου από άλλο είδος οργανισμού. Το «όχημα» εισαγωγής των ξένων γονιδίων είναι κάποιο βακτήριο ή κάποιος ιός και ο όλος μηχανισμός γίνεται σχετικά εύκολα με τις μεθόδους της ταχύτατα αναπτυσσόμενης Μηχανικής Γενετικής. Η δυνατότητα ενσωμάτωσης ξένων γονιδίων από ένα βιολογικό είδος σε ένα άλλο γίνεται με το δεδομένο της καθολικότητας του γενετικού κώδικα για όλα τα έμβια είδη της Γης, που είναι και βασικό στοιχείο της κοινής εξελικτικής πορείας όλων των οργανισμών. Με αυτό τον τρόπο μετασχηματίζεται το γενετικό υλικό των οργανισμών όχι με τους μηχανισμούς της φύσης – και κυρίως με εκείνον των μεταλλάξεων – αλλά με βάση τις επιλογές του ανθρώπου ή πιο σωστά των πολυεθνικών επιχειρήσεων.

Το κριτήριο επιλογής της οικονομίας και του ανθρώπου προφανώς στοχεύει στην προαγωγή κάποιων επιθυμητών ιδιοτήτων και αυτό αποτελεί και το πεδίο νομιμοποίησης του όλου σκηνικού. Έτσι, για παράδειγμα, μπορεί να αναπτυχθεί μια ποικιλία σταριού που αναπτύσσεται σε ψυχρά κλίματα και με αυτό τον τρόπο να επεκταθούν οι ζώνες καλλιέργειας του συγκεκριμένου φυτού. Ακόμα μπορούμε να αυξήσουμε την παραγωγή και την αποδοτικότητα των καλλιεργούμενων φυτών και των εμπορεύσιμων ζώων, να αντικαταστήσουμε την ευρείας κλίμακας χρήση των εντομοκτόνων και των φυτοφαρμάκων με έναν πολύ πιο «ανώδυνο τρόπο» ή να δημιουργήσουμε νέες και εντελώς άγνωστες ιδιότητες, που είναι ρηξικέλευθες και προκλητικές όσον αφορά την εμπορικότητα της αγοράς αλλά και τη βουλιμική διάθεση του καταναλωτισμού. Τελικά, η κατεύθυνση της εξέλιξης δεν καθορίζεται εν μέρει από τη «φυσική επιλογή» αλλά από έναν και μόνο οργανισμό, τον άνθρωπο, με βάση το τι εξυπηρετεί πρόσκαιρα αυτόν και χωρίς να ξέρει το σύνολο των μεταβολών που εισάγει στους έμβιους οργανισμούς και στα οικοσυστήματα.

Το ερώτημα όμως είναι προκλητικό. Μπορεί ένα είδος, ο άνθρωπος, το οποίο δε συμμετέχει στην προκειμένη περίπτωση με την όποια βιολογική ταυτότητά του αλλά αποκλειστικά και μόνο με την πολιτισμική του και απόλυτα ξεχωριστή ταυτότητα, να είναι ο μοναδικός κριτής του προς τα πού θα κατευθυνθεί έστω και ένα μέρος της βιολογικής εξέλιξης; Βέβαια οφείλομε να αναφέρουμε ότι η «πολιτισμική» παρέμβαση του ανθρώπου επί της φύσης προφανώς δεν είναι σημερινό φαινόμενο αλλά ξεκίνησε από τα πρώτα στάδια ανθρωποποίησής του, μόνο που αυτή η παρέμβασή του ήταν τοπικής κυρίως κλίμακας ενώ τώρα γενικεύεται και επιταχύνεται με πολύ γρήγορους και επαναστατικούς ρυθμούς το όλο σκηνικό των βιολογικών μετασχηματισμών.

Ας δούμε όμως τα κύρια αρνητικά στοιχεία αυτής της ευρείας έκτασης παρέμβασης του πολιτισμού επί της φύσης. Πρώτον, για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας δημιουργείται καθεστώς ιδιοκτησίας επί έμβιων οργανισμών και πιο ειδικά των έμβιων ειδών και ποικιλιών! Οι μεγάλες επιχειρήσεις – και πρώτη και καλύτερη η γνωστή Μονσάντο – παρεμβαίνουν επί του γενετικού υλικού ενός είδους, το τροποποιούν με βάση την οικονομική του αποδοτικότητα και αυτοχρίζονται ως ιδιοκτήτες του είδους αυτού ωσάν να επρόκειτο για ένα είδος που το δημιουργούν και παράγουν αυτές εξ αρχής στη φύση! Πρόκειται για την πιο παρανοϊκή επινόηση που έχει εκφραστεί από το καπιταλιστικό σύστημα. Το εξίσου παρανοϊκό γεγονός είναι ότι οι κυβερνήσεις, τα κράτη, τα πολιτικά συστήματα και οι χώρες παρακολουθούν τα τεκταινόμενα σα να είναι ένα φυσικό γεγονός, χωρίς προεκτάσεις και συνέπειες! Δεν γίνεται καμιά επιστημονική αξιολόγηση των όλων αλλαγών από κάποιο έγκυρο φορέα αλλά πρωτίστως από τα ίδια τα επιστημονικά εργαστήρια και τμήματα των επιχειρήσεων που καρπώνονται μονομερώς τα οικονομικά οφέλη. Δεν γίνεται επίσης καμιά κοινωνική και ηθική αξιολόγηση επί του συνόλου των προκαλούμενων αλλαγών και η όποια σχετική νομοθετική πρωτοβουλία αναπτύσσεται – κυρίως από θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης – εύκολα ξεπερνιέται από τις επινοήσεις της αγοραίας εκδοχής της παραγωγής.

Δεύτερον, επιχειρείται μια ευρείας έκτασης αλλαγή των ισορροπιών των οικολογικών συστημάτων θέτοντας μάλιστα εν μέρει «στην άκρη» τον μηχανισμό της «φυσικής επιλογής» που είναι το σταθερό και απόλυτα διαχρονικό κριτήριο της βιολογικής εξέλιξης στον πλανήτη μας. Δεν γίνονται έρευνες και μελέτες για τις αλλαγές στην πανίδα και στη χλωρίδα, και ίσως να είναι πολύ δύσκολο να γίνουν στην έκταση που η ίδια η «φυσική πραγματικότητα» απαιτεί.

Προχωράμε στα τυφλά με μόνο κριτήριο το εμπορικό κέρδος; Τι σημαίνει να αντικαθιστούμε έστω εν μέρει το μηχανισμό της φυσικής επιλογής; Δυστυχώς δεν τίθενται τα ερωτήματα αυτά για μια «συζήτηση», για μια έγκυρη επιστημονική και κοινωνική αποτίμηση του όλου φαινομένου. Ουσιαστικά το νήμα των εξελίξεων το υφαίνουν προκλητικά μονομερώς το μεγάλο διεθνές κεφάλαιο και οι εμπορικές επιχειρήσεις που η μόνη τους στόχευση είναι η συσσώρευση χρήματος και τίποτα άλλο. Εξ αυτού του γεγονότος οι πολίτες, τα προοδευτικά κόμματα και τα κοινωνικά κινήματα οφείλουν να φέρουν το όλο ζήτημα στην πρώτη γραμμή της πολιτικής παρέμβασής των, γιατί πρόκειται για ένα μείζον ζήτημα των σύγχρονων κοινωνιών και όλων των λαών και των κρατών.

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.